Η «ενεργειακή καταιγίδα» που πλήττει νοικοκυριά και επιχειρήσεις σε όλη την Ευρώπη, αποτελεί σοβαρή απειλή για την οικονομία της χώρας μας, καθώς απομειώνει την ελάχιστη ικμάδα των αδύναμων νοικοκυριών, την περιορισμένη ρευστότητα των επιχειρήσεων και, βεβαίως, την αγοραστική δυνατότητα των καταναλωτών.
Αυτή είναι η «διαπίστωση». Αλλά αυτή την διαπίστωση οφείλουμε σαν χώρα να την θέσουμε στην βάση ενός νέου σχεδιασμού για την ενεργειακή κάλυψη της αλλά και την μείωση του περιβαλλοντικού της αποτυπώματος. Άρα ο στόχος «διττός». Αλλά για να περάσουμε στο νέο σχεδιασμό, και το τονίζω, στο νέο σχεδιασμό, πρέπει και οφείλουμε να σκεφτούμε με ευρύτητα πνεύματος, απαλλαγμένου από ιδεοληψίες του παρελθόντος που λειτούργησαν ανασχετικά για την υλοποίηση πρότερων σχεδιασμών, και με ορίζοντα, πέραν της σημερινής ενεργειακής κρίσης.
Σήμερα προσεγγίζουμε το ενεργειακό από την οπτική γωνία της «επιβίωσης» των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών και όχι, όσο θα έπρεπε τουλάχιστον, και από την οπτική γωνία της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων αλλά και από την οπτική γωνία της πρόδηλης αναγκαιότητας επανακαθορισμού βασικών παραμέτρων που εν τέλει προσδιορίζουν και το κόστος του τελικού προϊόντος που ο καταναλωτής καλείται να πληρώσει. Θα πρέπει πάντως να αναγνωρίσουμε και να σημειώσουμε τη δυναμική που προσδίδουν τα διυλιστήρια στη χώρας μας, αλλά και την μελλοντική εξέλιξη τους, που έχουν σχεδιάσει και δρομολογούν με γοργά επενδυτικά βήματα.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας πρέπει να αναπτυχθούν ταχύτερα για την επίτευξη των στόχων μείωσης των εκπομπών άνθρακα λέει η Ευρωπαϊκή Ένωση «φωτογραφίζοντας» ουσιαστικά τον ένα εκ των δύο βασικών στόχων που προανέφερα. Εδώ πρέπει να σταθούμε στις προτροπές πρόσφατης έκθεσης η οποία ψηφίστηκε από τους ευρωβουλευτές ως απάντηση σε ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία τονίζει ότι η επίτευξη των στόχων για το 2030 και το 2050 απαιτεί ταχύτερη ανάπτυξη των υπεράκτιων ΑΠΕ, αλλά και ότι η διαχείριση του θαλάσσιου χώρου και των ακτών θα πρέπει να είναι περισσότερο βιώσιμη. Ο λόγος βέβαια για την αξιοποίηση της παραγόμενης αιολικής ενέργειας από ανεμογεννήτριες τοποθετημένες πλησίον ή μακράν των ακτών.
Δυστυχώς για την ελληνική πραγματικότητα, στην ενεργειακή πραγματικότητα, δεν έχουν τελεσιδικήσει οι συζητήσεις για το ρόλο των ανεμογεννητριών, τις επιπτώσεις στο περιβάλλον, και μία σειρά άλλων συναφών θεμάτων όταν αυτές οι συζητήσεις έχουν τελεσιδικήσει σε χώρες της Βόρειας Ευρώπης όπως η Ολλανδία και η Γερμανία. Όπου η περιβαλλοντικές ευαισθησίες είναι υπεραυξημένες προσδιορίζοντας ενίοτε και πολιτικούς χώρους που συνθέτουν ακόμη και κυβερνητικά σχήματα. Είναι προφανές ότι τα υπεράκτια αιολικά πάρκα μπορούν να ωφελήσουν τη θαλάσσια βιοποικιλότητα εάν σχεδιαστούν και κατασκευαστούν με βιώσιμο τρόπο, αλλά θα πρέπει να συνυπάρχουν με άλλες δραστηριότητες, όπως η αλιεία και οι θαλάσσιες μεταφορές. Τεχνικά ο σχεδιασμός και η ανάπτυξη υπεράκτιων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα πρέπει να γίνει με κυκλικό και ανανεώσιμο τρόπο, καθώς απαιτούνται σημαντικές ποσότητες μετάλλων και ορυκτών.
Εδώ σπεύδω να θυμίσω ότι το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Πειραιώς στο πλαίσιο της πρακτικής και όχι θεωρητικής εφαρμογής και υλοποίησης της γαλάζιας και κυκλικής οικονομίας έχει μεταξύ των άλλων θέσει και το θέμα ανάπτυξης διαλυτηρίου πλοίων με τις υψηλότερες των προδιαγραφών ασφαλείας για το περιβάλλον με προφανείς στόχους. Σήμερα η τεχνολογία έχει προχωρήσει σε τέτοιο βαθμό που οι ανεμογεννήτριες που βλέπουμε στην ελληνική επικράτεια, όπου τις βλέπουμε, ανήκουν ήδη στην πρώτη και δεύτερη γενιά. Δηλαδή σε γενιές που σταδιακά στην υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ένωση αποσύρονται αντικαθιστάμενες από την νεότερη γενιά που αξιοποιεί καλύτερα και αποδοτικότερα σε παροχή ενέργειας με μικρότερο περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Σε επίρρωση των λεχθέντων στην έκθεση τους οι ευρωβουλευτές ζητούν την απαγόρευση της ταφής των παροπλισμένων πτερυγίων ανεμογεννητριών σε ολόκληρη την ΕΕ έως το 2025.
Και δεν είναι μόνο η αιολική ενέργεια. Είναι και η κυματική, η υδροηλεκτρική, η πυρηνική και φυσικά η ηλιακή, αλλά και το «πράσινο υδρογόνο». Αν εξαιρέσουμε την κυματική, δηλαδή την προερχόμενη από την αξιοποίηση της κινητικής ενέργειας που παράγουν τα θαλάσσια κύματα, που είναι σε προχωρημένο πειραματικό στάδιο, όπως και η παραγωγή σε κλίμακα «πράσινου υδρογόνου», οι άλλες μορφές παραγωγής ενέργειας είναι γνωστές.
Μάλιστα η πυρηνική, που τόσο έχει κατηγορηθεί περισσότερο για την διαχείριση των πυρηνικών αποβλήτων, σήμερα έχει επανέλθει στο προσκήνιο ως μία «φιλικότερη» ή μάλλον φθηνότερη μορφή παραγωγής ενέργειας.
Οφείλουμε λοιπόν στον εξ αρχής σχεδιασμό να δούμε όλα τα σενάρια αξιοποίησης αυτών των πηγών ενέργειας που προσφέρονται, πλην της πυρηνικής, απλόχερα στην χώρα μας. Και εδώ θα περάσω πάλι στο «πρακτικό μέρος». Η ετήσια έκθεση για την ηλεκτρική ενέργεια προειδοποιεί ότι η τάση υψηλών τιμών θα μπορούσε να συνεχιστεί ακόμη και για τρία ακόμη χρόνια, με σοβαρές επιπτώσεις, εκτός αν υπάρξουν άμεσα δομικές αλλαγές στις μεθόδους παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος. Το Ε.Β.Ε.Π. έχει, με σχετική ανακοίνωση του, τοποθετηθεί υπέρ της πρότασης-επιλογής του «net metering», που, στην καλύτερη των περιπτώσεων, θα αφαιρέσει ένα τμήμα των ανελαστικών δαπανών, συμβάλλοντας στην ανταγωνιστικότητα του μεταποιητικού τομέα, αλλά και στην αναδιαμόρφωση των τιμών των τελικών προϊόντων. Ο λόγος για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από τον ήλιο. Επίσης η «Αυτοπαραγωγή για Αυτοκατανάλωση», δίνει σε μια επιχείρηση τη δυνατότητα να παράγει, με χρήση φωτοβολταϊκού συστήματος, την ηλεκτρική ενέργεια που καταναλώνει, ενώ ταυτόχρονα παραμένει συνδεδεμένη στο δίκτυο, το οποίο χρησιμοποιεί ως «αποθήκη» ενέργειας. Έτσι, όταν η παραγωγή είναι μεγαλύτερη από την κατανάλωση, το πλεόνασμα «αποθηκεύεται» στο δίκτυο και χρησιμοποιείται όταν η παραγωγή δεν επαρκεί.
Η κυβέρνηση ξεκινά διαβούλευση για 10 μέτρα για την ταχεία αδειοδότηση εγκαταστάσεων ΑΠΕ, με στόχο τη μείωση του μέσου χρόνου παράδοσης από 5 με 2 χρόνια. Στόχος είναι η απελευθέρωση έργων συνολικής ισχύος 12 GW και συνδυασμένου προϋπολογισμού 10 δισ. ευρώ. Η Ελλάδα εξετάζει έναν μηχανισμό που στοχεύει στον περιορισμό των τιμών χονδρικής της ηλεκτρικής ενέργειας σύμφωνα με ένα παρόμοιο πρόγραμμα που υιοθέτησε η Ισπανία για την προστασία των καταναλωτών από τις αυξήσεις των τιμών. Το σχέδιο θα προετοιμαστεί για ενεργοποίηση σε περίπτωση που δεν συμφωνηθεί λύση σε επίπεδο ΕΕ έως τα τέλη Μαΐου. Η ελληνική κυβέρνηση έχει θέσει στόχους για την ολοκλήρωση των γεωφυσικών ερευνών έως το τέλος του 2023 με σκοπό την επίσπευση της πιθανής έρευνας και παραγωγής φυσικού αερίου. Μελέτη του Ινστιτούτου Ενέργειας για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη υποστηρίζει ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να γίνει εξαγωγέας υδρογονανθράκων, καθώς οι προκαταρκτικές έρευνες δείχνουν αποθέματα φυσικού αερίου της τάξης των 2-2,5 τρις κυβικών μέτρων.
Ας έρθουμε όμως και στο χρηματοδοτικό καθώς και τα εργαλεία που παρέχονται σήμερα. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο πρόσφατα ψηφισμένος από την Βουλή νέος Αναπτυξιακός Νόμος στην αναφορά για την «πράσινη μετάβαση και περιβαλλοντική αναβάθμιση επιχειρήσεων» με δραστηριότητες στην κυκλική οικονομία και στη βιώσιμη ανάπτυξη προβλέπει, μεταξύ άλλων, επιδότηση συστημάτων αυτοπαραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με κάλυψη δαπανών για μέτρα ενεργειακής απόδοσης αλλά και συμπαραγωγής ενέργειας υψηλής απόδοσης από ΑΠΕ. Αντίστοιχα η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα διαθέτει χρηματοδοτικά εργαλεία υποστήριξης επενδύσεων που αφορούν στις ΑΠΕ για επενδύσεις, οι οποίες γίνονται μέσω μικρών, μεσαίων ή μεγαλύτερων συλλογικών σχημάτων στην παραγωγή ενέργειας.
Εδώ σπεύδω να υπενθυμίσω ότι η ανάπτυξη αιολικών πάρκων, παράκτιων, υπεράκτιων και μη φωτοβολταϊκών για να συμβούν οι κατάλληλοι σχεδιασμοί και για να υλοποιηθούν ορθά, απαιτείται ένα έμψυχο δυναμικό όλων των γνωσιακών βαθμίδων και των εργατικών δεξιοτήτων με ότι αυτό συνεπάγεται για την απασχόληση. Κυρίως δε για την ανάσχεση της φυγής ελληνικού επιστημονικού δυναμικού προς χώρες που έχουν «λύσει τις διαφορές τους» στα περιβαλλοντικά, και όχι μόνο.
Η Ελλάδα εξακολουθεί σήμερα να παράγει ρεύμα από λιγνίτη, στο πλαίσιο όμως της πολιτικής της Ε.Ε.. Τα εργοστάσια παραγωγής ρεύματος με λιγνίτη που έχουν κλείσει, ήταν εκείνα που είχαν συμπληρώσει τις προβλεπόμενες ώρες λειτουργίας τους και μάλιστα το κλείσιμο τους είχε προγραμματιστεί πριν το 2019. Σημειωτέον πως η παραγωγή ρεύματος από λιγνίτη δεν είναι πια η φτηνότερη, εξαιτίας της διεθνούς περιβαλλοντικής νομοθεσίας. Τον Δεκέμβριο, που οι τιμές του φυσικού αερίου ήταν στο υψηλότερο σημείο, η παραγωγή ρεύματος από φυσικό αέριο κόστιζε σχεδόν όσο και η παραγωγή από λιγνίτη. Η απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα αποτελεί πολιτική προτεραιότητας για όλη την Ε.Ε. και όλες οι χώρες συμμορφώνονται. Στη Γερμανία για παράδειγμα έχουν κλείσει πολλές μονάδες λιγνίτη και πυρηνικά εργοστάσια, επενδύοντας στις ΑΠΕ, από τις οποίες παράγει ήδη το 60% της ενέργειάς της. Με απλά λόγια, αν επιμέναμε στην παραγωγή ρεύματος από λιγνίτη, εξαιτίας της διεθνούς νομοθεσίας και πραγματικότητας, εξαιτίας των υποχρεώσεων που μας δεσμεύουν θα πληρώναμε το ρεύμα ακριβότερα από ότι σήμερα. Η λύση προοπτικής σε ό,τι αφορά τη χώρα μας είναι η τάχιστη διεύρυνση των ΑΠΕ, η επένδυση στα εθνικά μας καύσιμα, τον ήλιο και τον αέρα.
Εάν βεβαιώς η ΔΕΗ είχε προχωρήσει νωρίτερα και περισσότερο στη παραγωγή ρεύματος από ΑΠΕ ενδεχομένως, θα είχε μεγαλύτερες δυνατότητες σήμερα συμπίεσης των τιμών. Σήμερα, η Δ.Ε.Η. βρίσκεται σε τροχιά ανάκαμψης που της επιτρέπει, στα όρια του διεθνούς νόμιμου, να συμπιέζει τις τιμές όσο γίνεται. Με απλά λόγια, αν η Δ.Ε.Η. δεν είχε ανακάμψει θα είχαμε ακριβότερες τιμές ηλεκτρικού ρεύματος και τον κίνδυνο πολλών «blackouts». Ως αποτέλεσμα της εξυγίανσης της Δ.Ε.Η., αλλά και των ενισχύσεων που μέχρι τώρα προσεγγίζουν τα 2 δις ευρώ και αναμένεται να συνεχιστούν όσο κρατά η ενεργειακή κρίση, η Ελλάδα παρέχει στους καταναλωτές την 7η φθηνότερη τιμή στη λιανική τιμή ρεύματος στην Ευρώπη των 27. Το «πράσινο» σχέδιο ανάπτυξης της ΔΕΗ θα υλοποιήσει επενδυτικό πλάνο 9,3 δις με πάνω από 5 δις να κατευθύνονται για ΑΠΕ έως το 2026. Η ΔΕΗ προχωρά με γρήγορους ρυθμούς στην αδειοδότηση όλων των έργων, αναπτύσσοντας περαιτέρω συνεργασίες και επενδύσεις και σε υπεράκτια πάρκα και παρακολουθεί τις διαβουλεύσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη για τη διαμόρφωση του σχετικού νομοθετικού πλαισίου. Επιπλέον υπάρχουν πλάνα και για διείσδυση στην τεχνολογία του υδρογόνου, που είναι ένας τομέας που μας ενδιαφέρει όλους καθώς το υδρογόνο μπορεί να εξελιχθεί σε εναλλακτικό μεταβατικό καύσιμο. Η ΔΕΗ έχει ήδη ανακοινώσει συνεργασία με τη Motor Oil για την ίδρυση κοινής εταιρείας που θα υλοποιήσει το συγκεκριμένο πρότζεκτ. Η ΔΕΗ στη συνεργασία αυτή με το μεγάλο χαρτοφυλάκιο έργων ΑΠΕ θα συμβάλει ώστε το υδρογόνο αυτό να είναι πράσινο. Στο πλαίσιο της εξωστρέφειας του ομίλου της ΔΕΗ προς τις αγορές της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, το ενδιαφέρον επικεντρώνεται σε τρεις τομείς, στις ΑΠΕ, ενώ στρέφεται στον σχεδιασμό σε λιανεμπόριο και στα δίκτυα. Η ΔΕΗ είναι μία καθετοποιημένη εταιρεία που αναζητά ευκαιρίες τόσο στην παραγωγή, όσο και στην εμπορία και στα δίκτυα στην ευρύτερη περιοχή της ΝΑ Ευρώπης.
Το 2030 και το 2050, χρονιές ορόσημα για την ενεργειακή μετάβαση είναι «κοντύτερα» από ότι υπολογίζουμε. Αλλά μπορεί να είναι κοντύτερα η επόμενη ενεργειακή κρίση ίσως καταστροφικότερη της σημερινής. Και μην ξεχνάμε ότι στο μέλλον οι χώρες με ενεργειακή αυτάρκεια θα καθορίζουν τις κινήσεις στην «παγκόσμια οικονομική σκακιέρα». Η Ελλάδα μεταρρυθμίζεται σε «ενεργειακό κόμβο» και μπορεί να γίνει σύντομα μία από αυτές τις σημαντικές ευρωπαϊκές χώρες.