Ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Κωστής Χατζηδάκης παρουσίασε τη μεταρρύθμιση του συστήματος επικουρικών συντάξεων. Ο υπουργός τόνισε ότι η μεταρρύθμιση πραγματοποιείται με:
«Το βλέμμα κυρίως στους νέους ανθρώπους, οι οποίοι έχουν το δικαίωμα με βάση τις γενικότερες οικονομικές και δημογραφικές συνθήκες που έχουν επικρατήσει να είναι σίγουροι ότι θα πάρουν σύνταξη όπως πήραν ή θα πάρουν οι γονείς τους και μάλιστα να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις ώστε, ει δυνατόν, να είναι η σύνταξη αυτή ακόμα μεγαλύτερη».
Η ασφαλιστική μεταρρύθμιση για τις επικουρικές συντάξεις είναι σύμφωνη «με τις προεκλογικές δεσμεύσεις της κυβέρνησης» τόνισε ο υπουργός και έρχεται ως επόμενο βήμα μετά την «παρέμβαση για τις κύριες συντάξεις, η οποία διόρθωσε αρκετές από τις ατέλειες του νόμου Κατρούγκαλου», δηλαδή συνολικά αλλάζει ο πρώτος πυλώνας του ασφαλιστικού συστήματος.
Αναφερεόμενος στους παράγοντες που επηρεάζουν το ασφαλιστικό, ο κ. Χατζηδάκης ανέφερε την δημοσιονομική σταθερότητα και την ανάπτυξη, κάνοντας, ωστόσο, ειδική μνεία στο δημογραφικό, το οποίο «στην Ελλάδα και την Ευρώπη έχει επιδεινωθεί». «Η αναλογία εργαζομένων προς συνταξιούχους είναι πλέον 1,7 προς 1 ενώ το σύστημα κάμποσες δεκαετίες πριν είχε δομηθεί με την παραδοχή ότι για κάθε 4 εργαζομένους θα υπάρχει 1 συνταξιούχος» σημείωσε ο υπουργός, προσθέτοντας ότι το πρόβλημα στην Ελλάδα είναι εντονότερο σε σχέση με τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης και ότι εκτιμάται πως το 2030 η Ελλάδα θα έχει πάρει από την Ιταλία μια «ανεπιθύμητη πρωτιά, θα είμαστε, δηλαδή, η πιο γερασμένη χώρα της Ευρώπης».
«Δεν γίνεται σχεδιάζοντας το μέλλον της νέας γενιάς να αγνοεί κανείς αυτή την παράμετρο» τόνισε ο κ. Χατζηδάκης. Παράλληλα, ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων επισήμανε ότι «παρά τις παρεμβάσεις που έχουν γίνει κατά καιρούς στο ασφαλιστικό μας σύστημα αυτό εξακολουθεί να μην είναι πλήρως εναρμονισμένο με τις εξελίξεις στις περισσότερες από τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης» καθώς και «να μη δίνει τις επιλογές που δίνει για το μέλλον τους στους ασφαλισμένος το ασφαλιστικό σύστημα των περισσότερων από τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
«Βάζουμε σε ευρωπαϊκή τροχιά την επικουρική ασφάλιση στην Ελλάδα», υπογράμμισε ο κ. Χατζηδάκης.
Ο υπουργός αναφέρθηκε στο νέο σύστημα με τον όρο «ατομικός κουμπαράς για κάθε νέο ασφαλισμένο», ο οποίος, όπως είπε, «θα το συνδέσει στενότερα με τη σύνταξή του και το ύψος της και θα του επιτρέψει τελικά να πάρει καλύτερη σύνταξη».
Η εισαγωγή του συστήματος θα γίνει «σταδιακά», ξεκινώντας από τους νεοεισερχόμενους στην αγορά εργασίας ασφαλισμένους, αυτούς δηλαδή που θα ενταχθούν στην αγορά εργασίας από 01/01/2022 και «από τους νέους μέχρι 35 ετών που θα επιλέξουν μόνοι τους να ενταχθούν στο νέο σύστημα» διευκρίνισε ο υπουργός. «Είναι σταδιακή εισαγωγή όπως έγινε και στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες οι οποίες έχουν υιοθετήσει το ίδιο ή ένα παρόμοιο σύστημα και χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό το οποίο συνέβη στις Σκανδιναβικές χώρες, οι οποίες έχουν προχωρήσει εδώ και χρόνια προς αυτό τον δρόμο και ακόμα ίσως θελκτικότερο είναι το παράδειγμα της Σουηδίας από το οποίο εμπνεόμαστε και το οποίο ακολουθούμε» σχολίασε ο κ. Χατζηδάκης.
«Τι περιμένουμε με αυτή την παρέμβαση»
Αναφερόμενος στα πλεονεκτήματα του νέου συστήματος, ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων υπογράμμισε ότι «ο νέος ασφαλισμένος θα αποκτήσει σε σημαντικό βαθμό έλεγχο πάνω στη σύνταξή του», λέγοντας ότι «οι εξελίξεις σε σχέση με τη σύνταξή του δεν θα προχωρούν ερήμην του ίδιου του ασφαλισμένου, δεν θα αποφασίζουν άλλοι για αυτόν, χωρίς αυτόν». Η ασφαλιστική μεταρρύθμιση έχει σαν στόχο να αποκαταστήσει «τη χαμένη εμπιστοσύνη των νέων απέναντι στο ασφαλιστικό σύστημα. Αυτό πάμε να αντιμετωπίσουμε φεύγοντας από ένα σύστημα που είναι ουσιαστικά απρόσωπο και υιοθετώντας ένα σύστημα με το οποίο θα υπάρχει άμεση σύνδεση του νέου ασφαλισμένου με τη σύνταξη του και με τον ατομικό του κουμπαρά» τόνισε ο υπουργός.
Ακόμα, σύμφωνα με τον κ. Χατζηδάκη, το νέο σύστημα του ατομικού κουμπαρά «θα δημιουργήσει μια κουλτούρα αποταμίευσης», αλλά και «τα χρήματα που θα αποταμιευτούν θα επενδυθούν με σωστότερο και με πιο επαγγελματικό τρόπο». «Έτσι θα γίνουν περισσότερες επενδύσεις που σημαίνουν περισσότερες θέσεις εργασίας και περισσότερη ανάπτυξη συνολικά στην Ελλάδα, με όφελος επίσης και στο επίπεδο των δημοσίων ταμείων» σημείωσε ο υπουργός.
«Τρίτο πλεονέκτημα είναι ότι το νέο σύστημα θα οδηγήσει σε μεγαλύτερες επικουρικές συντάξεις για τους νέους ασφαλισμένους» είπε ο κ. Χατζηδάκης, τονίζοντας ότι αυτή είναι η ευρωπαϊκή εμπειρία, η οποία ακολουθείται για τη μεταρρύθμιση. «Αν κανείς δει τι έχει γίνει στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, πώς έχει εξελιχθεί αυτό το σύστημα, θα διαπιστώσει ότι έχει καλύτερες αποδόσεις σε σχέση με τη συμβατική προσέγγιση και αυτό είναι κέρδος για τους νέους» υπογράμμισε ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων.
Τέλος, αντίθετα με ό,τι συνέβαινε μέχρι σήμερα, «η παρέμβαση αυτή ενισχύει τελικά τη βιωσιμότητα του ευρύτερου ασφαλιστικού συστήματος, καθώς εισάγει μια ποικιλομορφία αποφεύγοντας δηλαδή το δημόσιο και οι ασφαλισμένοι να βάζουν όλα τα αυγά τους για τις κοινωνικές ασφαλίσεις στο ίδιο καλάθι» είπε ο υπουργός.
«Σύστημα διπλής εγγύησης»
Η ασφαλιστική μεταρρύθμιση συνοδεύεται από ένα «σύστημα διπλής εγγύησης», ανέφερε ο κ. Χατζηδάκης, τόσο προς τους σημερινούς ασφαλισμένους, όσο και προς τους νέους που εισάγονται σε αυτό. Συγκεκριμένα, οι επικουρικές συντάξεις των σημερινών ασφαλισμένων «θα έχουν την απόλυτη στήριξη από την πλευρά του κράτους, δηλαδή από τον κρατικό προϋπολογισμό, για όσο χρειαστεί αυτή η στήριξη» είπε ο υπουργός, προσθέτοντας ότι «δε θα επηρεαστεί καθόλου από τη μετάβαση στο νέο σύστημα το ύψος των συντάξεων των σημερινών ασφαλισμένων. Υπάρχει απόλυτη εγγύηση για αυτό».
Για τους εργαζόμενους που εισάγονται στο σύστημα του ατομικού κουμπαρά, ο κ. Χατζηδάκης υπογράμμισε ότι «παρόλο που πιστεύουμε ότι αυτό δεν θα χρειαστεί, διότι η εμπειρία από τις άλλες χώρες δείχνει ότι οι επενδύσεις πάνε καλά στον συγκεκριμένο τομέα, για να μην υπάρχει κανένας απολύτως λόγος ανησυχίας το νομοσχέδιο αυτό θεσπίζει σύστημα κρατικής εγγύησης, ώστε ο νέος ασφαλισμένος να εισπράξει τουλάχιστον τις εισφορές τις οποίες έδωσε»
«Η ασφαλιστική μεταρρύθμιση για τις επικουρικές συντάξεις είναι μια αναγκαία παρέμβαση η οποία υπαγορεύεται από τις ανάγκες των νέων ανθρώπων, από τις εξελίξεις στο δημογραφικό, από τις ανισορροπίες γενικότερα του ασφαλιστικού συστήματος αλλά και από τις πρακτικές που ακολουθούνται στις προηγμένες ευρωπαϊκές χώρες» είπε ο υπουργός, συμπληρώνοντας ότι «τυχόν αδιαφορία για την πορεία των πραγμάτων θα ήταν ασυγχώρητη, όχι για τα επόμενα ένα δύο τρία χρόνια αλλά για το μέλλον». Για την αδιαφορία αυτή «η νέα γενιά θα μας κατηγορούσε» σχολίασε ο υπουργός, διευκρινίζοντας ότι αδιαφορία θα συνιστούσε «η συνηγορία υπέρ ενός συστήματος που έχουμε δει και στην πατρίδα μας πώς έχει λειτουργήσει στο παρελθόν. Οι δυσάρεστες εμπειρίες είναι άλλωστε έντονα χαραγμένες στη μνήμη των ασφαλισμένων και των συνταξιούχων».
Κλείνοντας, ο υπουργός ευχαρίστησε τον υφυπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Πάνο Τσακλόγλου για τη συνεισφορά του στο νομοσχέδιο και σημείωσε χαρακτηριστικά ότι «για να γίνουμε Ευρώπη χρειάζεται να ακολουθήσουμε τις πρακτικές που έχουν επικρατήσει στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Αυτό κάνουμε με αυτή την μεταρρύθμιση για τη νέα γενιά στο ασφαλιστικό επίπεδο».
Πάνος Τσακλόγλου: Αλλαγή στην αρχιτεκτονική της επικουρικής ασφάλισης
Μετά την παρουσίαση της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης από τον υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, ο αρμόδιος υφυπουργός Πάνος Τσακλόγλου υπογράμμισε ότι πρόκειται για «αλλαγή της αρχιτεκτονικής της επικουρικής ασφάλισης», προσθέτοντας χαρακτηριστικά ότι «πρόκειται για μια ουσιώδη διαρθρωτική μεταρρύθμιση που μεριμνά για την επάρκεια των μελλοντικών επικουρικών συντάξεων των νέων εργαζομένων, χωρίς να τίθενται σε κίνδυνο οι σημερινές συντάξεις».
Το νομοσχέδιο, το οποίο σύντομα θα κατατεθεί στη Βουλή, όπως επανέλαβε ο υφυπουργός, προβλέπει τη σταδιακή μετατροπή του συστήματος των επικουρικών συντάξεων από διανεμητικό σε κεφαλαιοποιητικό. Ο κ. Τσακλόγλου ανέφερε ότι για τις ανάγκες του νέου συστήματος επικουρικών συντάξεων θα συσταθεί ένα νέο δημόσιο ταμείο το οποίο θα διοικείται από πιστοποιημένους επαγγελματίες με αυστηρά αξιοκρατικά και διαφανή κριτήρια και ανοιχτές διαδικασίες επιλογής.
Ο υφυπουργός ανέφερε ότι το νέο σύστημα επικουρικής ασφάλισης σχεδιάστηκε με βάση την εμπειρία χωρών με αξιοζήλευτο επίπεδο κοινωνικής προστασίας ενώ υπογράμμισε ότι με τη συγκεκριμένη μεταρρύθμιση επιδιώκονται τέσσερις στόχοι, δηλαδή η μείωση του δημογραφικού κίνδυνου στο σύνολο της κοινωνικής ασφάλισης, η εξασφάλιση υψηλότερων επικουρικών συντάξεων στους μελλοντικούς συνταξιούχους, η μετατροπή του ασφαλιστικού συστήματος σε μοχλό ανάπτυξης της οικονομίας και, τέλος, η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των νέων ασφαλισμένων στο δημόσιο συνταξιοδοτικό σύστημα με την παροχή ισχυρών κινήτρων για νόμιμη εργασία.
Όπως και ο κ. Χατζηδάκης προηγούμενα, ο υφυπουργός αναφέρθηκε στις δυο κρατικές εγγυήσεις του νομοσχεδίου, δηλαδή στην εγγύηση «της καταβολής των συντάξεων του υφισταμένου συστήματος με υπολογισμό τους ωσάν στο σύστημα να συμμετείχαν όλοι οι ασφαλισμένοι (παλαιοί και νέοι)». Δεύτερον, ο κ. Τσακλόγλου υπογράμμισε ότι «ακόμα και στην εξαιρετικά απίθανη περίπτωση που οι σωρευτικές αποδόσεις των επενδύσεων του ατομικού λογαριασμού του ασφαλισμένου στο νέο σύστημα είναι αρνητικές, το κράτος εγγυάται ότι η επικουρική του σύνταξη θα αντιστοιχεί στις εισφορές που κατέβαλε ο ασφαλισμένος σε πραγματικούς όρους. Ουσιαστικά, αυτό σημαίνει ότι οι ασφαλισμένοι του νέου συστήματος θα είναι προστατευμένοι από τυχόν ακραίες διακυμάνσεις των αγορών».
Σύμφωνα με όσα είπε ο υφυπουργός, το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων ανέθεσε την εκπόνηση τριών οικονομικών μελετών των επιπτώσεων της εισαγωγής του νέου συστήματος επικουρικής ασφάλισης: (α) στην Εθνική Αναλογιστική Αρχή αναλογιστική μελέτη, (β) στο Ίδρυμα Οικονομικών & Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) μελέτη μακροοικονομικών επιπτώσεων και (γ) στον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) μελέτη βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους. Οι μελέτες αυτές θα κατατεθούν στη Βουλή μαζί με το σχέδιο νόμου, το οποίο συμβαίνει για πρώτη φορά σε ασφαλιστικό νομοσχέδιο, επισήμανε ο κ. Τσακλόγλου, τονίζοντας ότι το υπουργείο κινήθηκε με αυτόν τον τρόπο για λόγους πληρότητας, διαφάνειας και επιστημονικής τεκμηρίωσης.
Κατά την τοποθέτησή του, ο κ. Τσακλόγλου σημείωσε, μεταξύ άλλων, ότι η προτεινόμενη μεταρρύθμιση «δεν απαντά σε ένα πρόβλημα αποσπασματικά και εκ των υστέρων αλλά το εντοπίζει, το αξιολογεί και το αντιμετωπίζει, προτείνοντας συνολική λύση. Πρόκειται για εγχείρημα με κατ’ εξοχήν μακρόπνοο χαρακτήρα, στο επίκεντρο του οποίου βρίσκονται οι επικουρικές συντάξεις της νέας γενιάς».
Κλείνοντας, ο υφυπουργός επισήμανε ότι «η εμπειρία της χώρας μας αλλά και άλλων χωρών δείχνει ότι για κάθε απόφαση που δεν λαμβάνεται εγκαίρως στον θεσμό της κοινωνικής ασφάλισης, καθώς η οικονομία και η κοινωνία μετασχηματίζονται, το πρόβλημα, συνήθως, επανέρχεται και μάλιστα υπό χειρότερες συνθήκες. Με αυτή την οπτική αλλά και διότι θεωρούμε ότι το ασφαλιστικό είναι ζήτημα κεφαλαιώδους σημασίας για την κοινωνία μας, προσβλέπουμε σε ειλικρινή διάλογο, με νηφαλιότητα και πνεύμα συναίνεσης και κοινής ευθύνης».
Αντίστοιχα, και η γενική γραμματέας Κοινωνικής Ασφάλισης Παυλίνα Καρασιώτου αναφέρθηκε στις βασικές αρχές τής αρχιτεκτονικής του νέου συστήματος επικουρικής ασφάλισης, τονίζοντας ότι έχουν ληφθεί υπόψη οι καλές πρακτικές άλλων κρατών, οι κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ και άλλων διεθνών οργανισμών, καθώς και οι ιδιαιτερότητες της ελληνικής πραγματικότητας. Η κ. Καρασιώτου, επίσης, επισήμανε ότι μελετήθηκαν και αποτυχημένες πρακτικές ώστε να αποφευχθούν λάθη. «Το νέο σύστημα σχεδιάστηκε πάνω στις αρχές της ορθής εταιρικής διακυβέρνησης, της επαγγελματικής διαχείρισης των επενδύσεων, αλλά και στον ισχυρό έλεγχό του εκ μέρους του νέου Ταμείου, προς όφελος των ασφαλισμένων» τόνισε η γενική γραμματέας Κοινωνικής Ασφάλισης, προσθέτοντας ότι με την κατάθεση και την ψήφιση του νομοσχεδίου ανοίγει ο δρόμος της εφαρμογής του, ενώ το υπουργείο ήδη «έχει ξεκινήσει με τις υπουργικές αποφάσεις και τις λοιπές οργανωτικές πτυχές, ώστε να είμαστε έγκαιρα σε θέση να αρχίσουμε να παρέχουμε στους ασφαλισμένους αυτά που υποσχόμαστε».