Έκκληση σε «ολόκληρη τη διεθνή κοινότητα να επαναφέρει στη μνήμη της τις εγκληματικές συνέπειες της παράνομης τουρκικής εισβολής και το συνεχιζόμενο δράμα της Κύπρου» απευθύνει ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς με δήλωσή του για την 43η επέτειο της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, την 20η Ιουλίου 1974.
«Η Ελληνική και η Κυπριακή Δημοκρατία θα συνεχίσουν ενωμένες τον τιτάνιο αγώνα τους για τα δίκαια του ελληνισμού, της Κύπρου και του κυπριακού λαού, και για την αποκατάσταση της ελευθερίας, κυριαρχίας, ανεξαρτησίας και εδαφικής ακεραιότητας του κυπριακού κράτους. Θα συνεχίσουν τον αγώνα τους προκειμένου να απαλλαγεί η Κύπρος από τα τουρκικά στρατεύματα, να αποκατασταθούν τα δικαιώματα των προσφύγων, αλλά και για να δοθεί η δυνατότητα στους Τουρκοκύπριους να ζήσουν σε ένα δημοκρατικό κράτος χωρίς την μπότα των τουρκικών στρατευμάτων» ανέφερε ο Ν. Κοτζιάς.
«Το οφείλουμε ως φόρο τιμής στους πεσόντες αδελφούς μας, Κυπρίους και Ελλαδίτες, και όλους τους ηρωικούς υπερασπιστές της Κύπρου, που αντιμετώπισαν τις δυνάμεις του Τούρκου εισβολέα, στη σκληρή και άνιση αναμέτρηση του 1974» συνεχίζει ο υπουργός Εξωτερικών.
Επισημαίνει πως «η σημερινή θλιβερή επέτειος συμπίπτει με μια χαραμάδα ελπίδας. Ελπίδα όχι για άμεση λύση του Κυπριακού, την οποία δυστυχώς η συνεχιζόμενη τουρκική αδιαλλαξία δεν καθιστά δυνατή ακόμα, αλλά ελπίδα γιατί η διεθνής κοινότητα φαίνεται πλέον να συνειδητοποιεί το αυτονόητο, που αποτυπώνεται στις αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών, ότι δηλαδή η επανενωμένη Κύπρος θα πρέπει να είναι ένα φυσιολογικό σύγχρονο κράτος, πλήρως κυρίαρχο, πλήρως ανεξάρτητο και εδαφικά ακέραιο» και προσθέτει: «Σε ένα τέτοιο κράτος δεν έχουν θέση κατοχικά στρατεύματα, ούτε αναχρονιστικές δουλείες του παρελθόντος, όπως ο “εγγυητικός” ρόλος τρίτων κρατών, που έδωσε το πρόσχημα στην Τουρκία να εισβάλει στην Κύπρο και να κατέχει έκτοτε, με στρατεύματα, το 37% του εδάφους της».
Ο υπουργός Εξωτερικών στη δήλωσή του κάνει επίσης μία αναδρομή στα σαράντα τρία χρόνια από την τουρκική εισβολή της 20ής Ιουλίου 1974 «που ακρωτηρίασε εδαφικά την Κύπρο, άφησε πίσω της πολλά θύματα, προκάλεσε το ανθρωπιστικό δράμα των αγνοουμένων, οδήγησε στον ξεριζωμό και την προσφυγιά 200.000 Κυπρίους, προκάλεσε μαζικές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τη σύληση του ελληνικού και χριστιανικού ορθόδοξου ιστορικού και πολιτισμικού πλούτου της Κύπρου, ενώ συνεχίζεται ακόμα και σήμερα το έγκλημα του τουρκικού εποικισμού».
Σημειώνει δε ότι «από τότε έχει παρέλθει σχεδόν μισός αιώνας, διαρκών και κατάφωρων τουρκικών παραβιάσεων των αποφάσεων των Ηνωμένων Εθνών, οι οποίες καλούν όλα τα κράτη να σέβονται την κυριαρχία, ανεξαρτησία και εδαφική ακεραιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας και την Κυβέρνησή της, απαιτούν τον τερματισμό της τουρκικής κατοχής και την αποχώρηση των τουρκικών κατοχικών στρατευμάτων από την Κύπρο και καταδικάζουν την παράνομη οντότητα στα κατεχόμενα, καλώντας όλα τα κράτη να μην την αναγνωρίσουν και να μην την διευκολύνουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο».