Δεν χρειάστηκαν παρά ελάχιστα λεπτά μετά την ανακοίνωση του ανασχηματισμού από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Δημήτρη Τζανακόπουλο για να γίνει κορυφαίο trend στο twitter, το topic #Φώτης Κουβέλης. Κι από κοντά οι χρήστες του facebook και όλων των άλλων μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Διαμαρτυρία, λοιδορία, επισημάνσεις παλιών δηλώσεων Κουβέλη κατά Καμμένου και τούμπαλιν κυριάρχησαν στον διαδικτυακό κόσμο.
Αντιπαρέρχομαι τις σκληρές εκφράσεις και τον χλευασμό με τον οποίο υποδέχθηκε η πλειοψηφία των χιλιάδων χρηστών την υπουργοποίηση του παλιού στελέχους της αριστεράς.
Είναι προφανές ότι κάθε πολίτης και φυσικά κάθε πολιτικός έχει δικαίωμα να κάνει τις δικές του επιλογές, να αλλάζει γνώμη, να κάνει πως ξεχνά, να γλύφει εκεί που έφτυνε ή ότι άλλο θέλετε να πείτε. Ο καθένας φτιάχνει την τύχη του μόνος του και κρίνεται από τις επιλογές και τις πράξεις του.
Πριν μπούμε στην ουσία της επιλογής Κουβέλη από τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα μια παρατήρηση μόνο.
Αν ο Φώτης Κουβέλης αισθάνεται χαρούμενος και ικανοποιημένος από το γεγονός ότι θα είναι αναπληρωτής υπουργός και άμεσος συνεργάτης του Πάνου Καμμένου εμάς δεν μας πέφτει λόγος. Ήταν επιλογή του και έγινε πράξη.
Προχωράμε όμως παρακάτω. Γιατί του έκανε την πρόταση ο κ. Τσίπρας;
Καταγράφουμε πληροφορίες, σενάρια και ενδεχόμενα:
- Του αρνήθηκαν όλα τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ στα οποία πρότεινε τη θέση του… βοηθού Καμμένου.
- Του όφειλε μια δημόσια αναγνώριση της βοήθειας που του έδωσε το 2015, όταν ουσιαστικά έριξε την κυβέρνηση Σαμαρά μη αποδεχόμενος την υποψηφιότητα για την προεδρία της Δημοκρατίας.
- Ήθελε να εκνευρίσει τον Πάνο Καμμένο, που τον έχει θυμώσει με τις δηλώσεις του για τα Σκόπια, κυριαρχούμενος από τον Μακιαβελικό εαυτό του.
- Ήθελε να κάνει ένα άνοιγμα προς την ευρύτερη κεντροαριστερά δείχνοντας παράλληλα στους πολίτες ότι μπορεί να συνεργαστεί και με όσους στο παρελθόν τον έχουν επικρίνει σκληρά, όπως ο κ. Κουβέλης.
- Είναι στριμωγμένος και για μια ακόμη φορά θέλει να δημιουργήσει εντυπώσεις αλλάζοντας την πολιτική ατζέντα, με τη λογική «και αύριο μέρα είναι».
Όμως, το τελικό ερώτημα που τίθεται, όπως πάντα στην πολιτική, έχει να κάνει με το δια ταύτα. Μικρή σημασία έχει αν ο Φώτης Κουβέλης κερδίσει ή χάσει από την αποδοχή του διορισμού του. Όσο κι αν ακούγεται σκληρό η αλήθεια είναι ότι βρίσκεται στο τέλος που πολιτικού του βίου και σχεδόν κανείς δεν ασχολείται επί της ουσίας με τα όσα κάνει ή δεν κάνει. Δεν αφορούν τους πολίτες, παρά ίσως ελάχιστους.
Σημασία έχει τι επιδιώκει να κερδίσει ο κ. Τσίπρας και αν θα το καταφέρει ή όχι. Ο πρωθυπουργός, λοιπόν, με την επιστροφή του κ. Κουβέλη επιχειρεί να στείλει διαφορετικά μηνύματα σε διαφορετικούς αποδέκτες.
Πρώτον, απευθύνεται στους μετριοπαθείς ψηφοφόρους της κεντροαριστεράς, αυτούς που στο παρελθόν ακολουθούσαν ή έστω συμπαθούσαν τον Φώτη Κουβέλη. Δεν υπήρχαν άλλοι, θα αναρωτηθείτε. Ναι υπήρχαν, παλιά στελέχη του ΠΑΣΟΚ που δηλώνουν ή είναι έτοιμοι να αποδεχθούν μια πρόσκληση ή ένα νεύμα του Αλέξη Τσίπρα. Όμως, δεν τους θέλει ο πυρήνας του παλιού Συνασπισμού που ακόμη και σήμερα κυριαρχεί σε μεγάλο βαθμό στο εσωκομματικό τοπίο του ΣΥΡΙΖΑ.
Δεύτερον, όντως ταυτοχρόνως στέλνει ένα μήνυμα στα ίδια αυτά μέλη του κομματικού πυρήνα του ΣΥΡΙΖΑ που δεν σταμάτησαν ποτέ να γκρινιάζουν για την ανοχή που δείχνει το Μέγαρο Μαξίμου στον Πάνο Καμμένο. Τους κλείνει το μάτι και τους δηλώνει πως το τέλος αυτής της παρά φύσιν συνεργασίας έχει ημερομηνία λήξης που μάλιστα πλησιάζει.
Τρίτον, για κάποιο λόγο η σχέση Τσίπρα – Κουβέλη είναι μια σχέση πάθους και μίσους. Και ο πρωθυπουργός θέλει να αποδείξει, τώρα στα δύσκολα, ότι αυτός είναι ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης που καταφέρνει να έχει πάντα τον πρώτο λόγο, τον τελευταίο και τους άσους στο μανίκι του.
Όλα τα παραπάνω μένει να κριθούν στην πράξη. Αν όμως κάποιος μπορεί να κάνει μια πρόβλεψη για το τελικό ισοζύγιο της υπουργοποίησης Κουβέλη αυτή θα είναι αρνητική για τον Αλέξη Τσίπρα. Για τον Φώτη Κουβέλη δεν το συζητάμε. Δεν έχει πολιτική σημασία άλλωστε.