«Δεν εφησυχάζουμε, είμαστε σε εγρήγορση και εφαρμόζουμε τις οδηγίες, που μας δίνει η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών, με βάση τον μεταβαλλόμενο επιδημιολογικό χάρτη της ιλαράς στη χώρα μας και στην Ευρώπη» δήλωσε ο υπουργός Υγείας Ανδρέας Ξανθός, στον ραδιοφωνικό σταθμό του Αθηναϊκού Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων «Πρακτορείο 104,9 fm», για την επιδημική έξαρση της ιλαράς και στην Ελλάδα.
Όπως διευκρίνισε ο υπουργός, αυτή τη στιγμή έχουν καταγραφεί περί τα 170 κρούσματα ιλαράς στην Ελλάδα, «ευτυχώς χωρίς κανένα από αυτά να έχει σοβαρές επιπλοκές ή να είναι θανατηφόρο», σε αντίθεση με χώρες όπως η Ρουμανία ή Ιταλία όπου έχουν καταγραφεί χιλιάδες κρούσματα, ενώ «είναι θετικό ότι αυτή την περίοδο έχει αναπτυχθεί μία μεγαλύτερη ευαισθησία στην κοινή γνώμη για τα οφέλη του εμβολιασμού».
«Θεωρούν οι επιστήμονες ότι σε μεγάλο βαθμό η επιδημική έξαρση της ιλαράς οφείλεται στην επιρροή στον πληθυσμό του λεγόμενου αντιεμβολιαστικού κινήματος, μιας αμφισβήτησης της αξίας των εμβολιασμών. Ευτυχώς αυτές οι απόψεις στη χώρα μας δεν έχουν ακόμη ισχυρή επιρροή» είπε ο κ. Ξανθός, επισημαίνοντας πως στην Ελλάδα η εμβολιαστική κάλυψη αντιστοιχεί στο 96% του γενικού πληθυσμού, ποσοστό που είναι από τα υψηλότερα ποσοστά στην Ευρώπη. Στο πλαίσιο αυτό, εξήγησε πως το υπουργείο Υγείας έχει ξεκινήσει στοχευμένες παρεμβάσεις σε ειδικές ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού όπου παρατηρούνται τα κρούσματα, καθώς σε αυτές το ποσοστό εμβολιαστικής κάλυψης είναι πολύ χαμηλό.
«Από τα μέχρι στιγμής δηλωθέντα κρούσματα περίπου το 80% αφορά παιδικούς πληθυσμούς Ρομά, παιδιά κάτω των 10 ετών. Έχουμε κάνει με κινητή ομάδα του ΚΕΕΛΠΝΟ πάνω από 1.500 εμβόλια σε καταυλισμούς Ρομά στο Λεκανοπέδιο και υπάρχει ένα πρόγραμμα, για να επεκταθούν αυτές οι δράσεις και στους καταυλισμούς στην υπόλοιπη ηπειρωτική χώρα μέσα στον Οκτώβρη» ανέφερε ο υπουργός, υπογραμμίζοντας πως πρόκειται για «πολύ δραστική παρέμβαση, διότι είναι στον πυρήνα της διασποράς της νόσου στη χώρα».
Ο κ. Ξανθός επισήμανε πως μέχρι στιγμής δεν έχει καταγραφεί κανένα κρούσμα σε προσφυγικό καταυλισμό «επειδή ακριβώς από τις αρχές του 2016, όταν ήταν ακόμη ανοιχτή η Ειδομένη, είχε προηγηθεί μία πολύ συστηματική προσπάθεια να εμβολιαστεί ο παιδικός προσφυγικός πληθυσμός στα camps σε όλη τη χώρα».