Γράφει ο Πάνος Ν. Αβραμόπουλος
Ας ομιλήσει καλλίτερα ο Γ. Παπανδρέου που απέδωσε κατά τον πλέον εναργή τρόπο το πολιτικό ανάστημα του κολοσσού κρήτη πολιτικού. «Ανεβαίνει στο βήμα και γεμίζει το κοινοβούλιο αρχηγό» έλεγε ο Γεώργιος Παπανδρέου για την απαστράπτουσα και πολυτάλαντη φυσιογνωμία του Κ. Μητσοτάκη, που προαλείφετο από τον γηραλέο αρχηγό της Ένωσης Κέντρου για την διαδοχή της.
Ωστόσο, κατά τις επιταγές της ιστορικής μοίρας, αργότερα ο Γ. Παπανδρέου θα εκαλείτο ουσιαστικά να επιλέξει για την αρχηγία της Ένωσης Κέντρου, μεταξύ του χαλκέντερου κρητικού που είχε δώσει υψηλά διαπιστευτήρια αρχηγικών ικανοτήτων και του Α. Παπανδρέου, ο οποίος πέρα από γιός του συνιστούσε ένα γίγαντα. Ένα δυσθεώρητο πολιτικό ανάστημα – με τα όποια ανθρώπινα ελαττώματά του – που διεκδικώντας με τις δάφνες του Berkley θέση στους καλλίτερους οικονομολόγους του κόσμου, κόμιζε παράλληλα την ελπίδα – από τα δονούμενα σε κοινωνικό ρομαντισμό φοιτητικά αμφιθέατρα – για θεσμικές παρεμβάσεις στην κοινωνική εξέλιξη της Ελλάδος.
Δυστυχώς, όμως, η μοίρα έπαιξε το άχαρο παιγνίδι της και το αποτέλεσμα αυτής της μετωπικής σύγκρουσης δεν θα μπορούσε παρά να γεννήσει πολιτικά εξαμβλώματα στον τόπο. Εν άλλοις την απόφυση της Απριλιανής εκτροπής η οποία τόσα δεινά επεσώρευσε για την Ελλάδα. Τα φιλόφρονα «εξ εγκύρων χειλέων» λοιπόν λόγια του Γ. Παπανδρέου απηχ-ούσαν την πραγματικότητα.
Προικισμένος από την φύση με τα γονίδια του πολιτικού ηγέτη ο Κ. Μητσοτάκης και δίδοντας – με επιτυχία μάλιστα τις περισσότερες φορές- αμέτρητες μάχες στον πολιτικό στίβο, σημάδεψε με τα πολιτικά του βήματά ανεξίτηλα το πολιτικό γίγνεσθαι της Ελλάδος στον εικοστό αιώνα. Αυτοδικαίως έτσι συναποτελεί με τους Α. Παπανδρέου και Κ. Καραμανλή, μια εκ των τριών συνιστωσών της «Αγίας Τριάδος» της σύγχρονης μεταπολεμικής μας σκηνής.
Ο Κ. Μητσοτάκης σε ότι αφορά την αμιγώς πολιτική του παρουσία, έκαμε διεθνοπολιτικές επιλογές οι οποίες αφενός μεν επαληθεύτηκαν από την ίδια την ζωή, αφετέρου δε, τεκμηρίωσαν το αλάθητο πολιτικό του αισθητήριο. Υπήρξε ως πολιτικός άνδρας, πείσμων, δυναμικός, γρανιτένιος – επιβεβαιώνοντας την κρητική καταγωγή του – μα και έντιμος και, γενναίος με τους ηττημένους αντιπάλους του. Απαλλαγμένος από την δουλεία της πολιτικής ιδεοληψίας προέβη σε πολιτικά εγχειρήματα που είχαν ανυπολόγιστο κόστος για την πολιτική του παρουσία, αλλά που του εξασφάλισαν συνάμα, ισότιμη θέση στους τρεις μεγάλους του μεταπολεμικού πολιτικού μας τοπίου.
Δεν απέφυγε όμως και ο γιγαντιαίος πολιτικός, των άγιων κρητικών χωμάτων, το στοιχείο του πολιτικού αμοραλισμού έστω και εάν τον έπνιξε κάποτε ο άδικος και ανεδαφικός πολιτικός του παραγκωνισμός. Για τούτο ο Κ. Μητσοτάκης ποτέ δεν αισθάνθηκε περήφανος σε ότι αφορά τους πολιτικούς του ελιγμούς για το επίμαχο θέμα της «αποστασίας», όπως εξάλλου με περισσή ειλικρίνεια είχε εξομολογηθεί στον Αλέξη Παπαχελά.
Στο πεδίο του λόγου και ως κοινοβουλευτικός αγορητής ο Κ. Μητσοτάκης υπήρξε γιγαντιαίο ανάστημα. Γρανιτένιος, με ανεξάντλητα αποθέματα δυνάμεων και προικοδοτημένος από την φύση με αρχηγική στόφα, έδωσε πληθώρα πολιτικών μαχών και στάθηκε στις πολιτικές επάλξεις ακόμα και όταν τον απέβαλαν οι εξουσιαστικοί μηχανισμοί του πολιτικού κατεστημένου… Γεννημένος μαχητής. Ίσως να αποτελεί την ιδεωδέστερη εκδοχή του μονομάχου, «The gladiator» στην πολιτική σκηνή. Στους κύκλους άλλωστε, από τους οποίους εκπορεύονταν η κοινωνικοπολιτική εξέλιξη της Ελλάδος, ήταν κοινό μυστικό ότι το «άλογο» για τις κούρσες πολυτελείας ήταν ο Κ. Μητσοτάκης…
Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης είδε το φως της ζωής στις 18 Οκτωβρίου του 1918 στο προάστιο των Χανίων Χαλέπα. Γεννημένος σε πολιτικό περιβάλλον ο μικρανιψιός του Ελευθερίου Βενιζέλου – ο παππούς του Κωστής Μητσοτάκης είχε παντρευτεί την αδελφή του εθνάρχη – ανέπτυξε από ενωρίς προσανατολισμούς πολιτικής σταδιοδρομίας. Ακολούθησε έτσι πολιτικές επιστήμες και νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, λαμβάνοντας μάλιστα το πτυχίο του με άριστα. Η γερμανική εισβολή των βρήκε σαν δόκιμο αξιωματικό να πολεμά στο μακεδονικό μέτωπο, ενώ με την κατάρρευση του μετώπου κατέφυγε στην Κρήτη όπου και ανέπτυξε έντονη αντιστασιακή δράση.
Για την δράση του αυτή τον Φεβρουάριο του 1944 συνελήφθη από την Γκεστάπο και φυλακίστηκε στις φυλακές της Αγυιάς. Αποφυλακίστηκε με την γενική αμνηστία που έδωσαν οι Γερμανοί τον Απρίλιο του ίδιου έτους και ανέπτυξε και πάλι αντιστασιακή δράση στην Κρήτη. Στον πολιτικό στίβο κατήλθε το 1946 οπότε και εξελέγη βουλευτής, αφού πρωτίστως επανέκδωσε την εφημερίδα του εθνάρχη Ελευθερίου Βενιζέλου «Κήρυξ Χανίων».
Τον Μάρτιο του 1950 εξελέγη πρώτος βουλευτής Χανίων ενώ το 1951 ανέλαβε χαρτοφυλάκιο ως υφυπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση Σοφοκλή Βενιζέλου. Τον Ιούλιο του ιδίου έτους στην από ανασχηματισμό προκύψασα κυβέρνηση του Σ. Βενιζέλου ανέλαβε τα υπουργεία Συγκοινωνιών και Δημοσίων Έργων, ενώ τα διατήρησε και στην συγκυβέρνηση ΕΠΕΚ-Φιλελευθέρων που ορκίστηκε μετά τις εκλογές της 9-ης Σεπτεμβρίου 1951. Στις εκλογές του 1951 ο κ. Μητσοτάκης εξελέγη βουλευτής υπο το κόμμα των φιλελευθέρων. Επανεξελέγη βουλευτής τον Φεβρουάριο του 1956, τον Μάιο του 1958 και τον Οκτώβριο του 1961.
Έχει όμως συσταθεί η Ένωση Κέντρου υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου και ο Κ. Μητσοτάκης με σαφείς κεντρώους πολιτικούς προσανατολισμούς εντάσσεται στην σκέπη της και εκλέγεται βουλευτής της το 1961, για να αναγορευτεί σύντομα σε κεντρική φυσιογνωμία του νεοπαγούς πολιτικού φορέα. Την περίοδο αυτή ο Κ. Μητσοτάκης αποδύεται σε ένα ανηλεή αντιπολιτευτικό αγώνα κατά του Κωνσταντίνου Καραμανλή με την βοήθεια του εκδότη-πολιτικού παράγοντα της «Ελευθερίας» Πάνου Κόκκα.
Με την εκλογική νίκη της Ένωσης Κέντρου το Νοέμβριο του 1963 ο Κ. Μητσοτάκης ανέλαβε το Υπουργείο Οικονομικών, το οποίο και διατήρησε και μετά τις εκλογές του Φεβρουαρίου 1964. Η δραματική διαφωνία όμως του Γ. Παπανδρέου με τον βασιλιά Κωνσταντίνο τον Ιούλιο του 1965 οδηγεί στην κατάρρευση της Ένωσης Κέντρου και ο Κ. Μητσοτάκης συμμετάσχει – κατά την πλειονότητα των πολιτικών παρατηρητών, υποπίπτοντας σε πολιτικό ολίσθημα -στην «αποστατική» κυβέρνηση Γ. Αθανασιάδη-Νόβα αναλαμβάνοντας υπουργός Συντονισμού. Θέση που διατηρεί και στις επόμενες αποστατικές κυβερνήσεις των Η. Τσιριμώκου (20-ης Αυγούστου) και Στ. Στεφανοπούλου (27 Σεπτεμβρίου).
Επηκολούθησαν οι κυβερνήσεις Παρασκευοπούλου και Π. Κανελλοπούλου με τραγική απόληξη την δικτατορία. Ο κ. Μητσοτάκης θα συλληφθεί από τους συνταγματάρχες στο σπίτι του και θα εγκλειστεί σε στρατόπεδο στο Γουδί. Τον Αύγουστο του 1968 αποδρά στο Παρίσι, οπότε και αναπτύσσει έντονη δικτατορική δράση ενάντια στην επτάχρονη τυραννία. Με την κατάρρευση της χούντας και την επάνοδο του Κ. Καραμανλή το 1974, ο Κ. Μητσοτάκης παραγκωνιζόμενος… κατέρχεται ανεπιτυχώς στις εκλογές ως ανεξάρτητος. Τον Σεπτέμβριο όμως του 1977 επανακάμπτει δυναμικά στον πολιτικό στίβο ιδρύοντας το Κόμμα των Νεοφιλελευθέρων.
Στις επικείμενες εκλογές της 20-ης Νοεμβρίου εκλέγεται βουλευτής Χανίων και λίγο αργότερα εντάσσεται στην «Νέα Δημοκρατία», αναλαμβάνοντας στις 10 Μαΐου 1978 υπουργός Συντονισμού – σημερινό Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας- στην κυβέρνηση Κ. Καραμανλή. Επι πρωθυπουργίας Γ. Ράλλη αναλαμβάνει τον Μάιο του 1980 το Υπουργείο Εξωτερικών και μετά την επικείμενη εκλογική αναμέτρηση στην οποία το ΠΑΣΟΚ καταγάγει μεγάλη νίκη, ως βουλευτής Χανίων ορκίζεται κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της «Νέας Δημοκρατίας».
Τον Σεπτέμβριο του 1984 ο Κ. Μητσοτάκης εκλέγεται αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας διαδεχόμενος τον παραιτηθέντα Ευάγγελο Αβέρωφ, αλλά ηττάται στις εκλογές της 3-ης Ιουνίου 1985. Αναγκάζεται έτσι και υπό το καθεστώς υψηλής εσωκομματικής πίεσης να παραιτηθεί από την αρχηγία της Ν.Δ. και να θέσει και πάλι υποψηφιότητα ζητώντας την εμπιστοσύνη της κοινοβουλευτικής ομάδος. Στις διενεργηθείσες εσωκομματικές εκλογές ο Κ. Μητσοτάκης εκλέγεται ξανά αρχηγός της Ν.Δ. κατισχύοντας του Κωστή Στεφανόπουλου που αποχωρεί από την Νέα Δημοκρατία και δημιουργεί τη ΔΗΑΝΑ.
Ακολουθούν στον πολιτικό στίβο οι Κυβερνήσεις Τζ. Τζαννετάκη και η οικουμενική του Ξενοφώντος Ζολώτα που θα διενεργήσει και τις επικείμενες εκλογές του Απριλίου του 1990. Στην εκλογική αυτή αναμέτρηση ο Κ. Μητσοτάκης κερδίζει – με την οριακή πλειοψηφία ενός μόνο βουλευτή – και ορκίζεται πρωθυπουργός μετά από μια μακρά και πολυκύμαντη πολιτική σταδιοδρομία. Μέσα στο ζοφερό πολιτικό κλίμα όμως που έχει δημιουργηθεί η εύθραυστη κυβερνητική του πλειοψηφία κλυδωνίζεται και με την απόσχιση του Αντώνη Σαμαρά η κυβέρνηση Μητσοτάκη πέφτει.
Στις εκλογές της 10-ης-/10/-1993 το ΠΑΣΟΚ επανέρχεται στην εξουσία και ο Κ. Μητσοτάκης τηρώντας την δέσμευσή του προς τα κομματικά όργανα της Ν.Δ. παραιτείται από την αρχηγία της, παραδίδοντας στον Μ. Έβερτ. Έκτοτε δραστηριοποιείται πολιτικά στην Ν.Δ ιδία από την θέση του επιτίμου προέδρου, οπότε και απεχώρησε από την ενεργό πολιτική δράση, για να πάρει τη σκυτάλη ως υποψήφιος βουλευτής της Β΄ Αθηνών στις εθνικές εκλογές της 7-η Μαρτίου 2004, ο γιος του Κυριάκος Μητσοτάκης – σημερινός πρόεδρος της «Νέας Δημοκρατίας».
Εν συμπεράσματι, θα αναγνώριζε κανείς στον Κρήτη πολιτικό ένα γιγαντιαίο πολιτικό ανάστημα με επίζηλες αρετές και αδυναμίες όμως, που ανάσχεσαν πολλές φορές την νικηφόρο παρουσία του στο πολιτικό πεδίο της χώρας. Σε ότι αφορά την προσωπική του ζωή ο Κ. Μητσοτάκης από της 6ης Ιουνίου του 1953 ήταν νυμφευμένος με την Μαρίκα Γιαννούκου. Απέκτησε τέσσερα παιδιά. Κόρη εξάλλου του Κώστα Μητσοτάκη, είναι και η τ. Δήμαρχος Αθηναίων, τ. υπουργός Εξωτερικών και σημερινός Βουλευτής της «Νέας Δημοκρατίας» κα Ντόρα Μπακογιάννη.
Στις 29 Μαΐου 2017, ο Κώστας Μητσοτάκης εκδήμησε από την ζωή, έχοντας διαγράψει μια πολυκύμαντη και μεστής πολιτικής ευπραξίας πορεία. Ήτα ο τελευταίος μεγάλος επιζών του μεταπολιτευτικού πολιτικού μας τοπίου.
Το παρόν κείμενο είναι απόσπασμα από το βιβλίο μου «Οι πρωθυπουργοί της Ελλάδος», Εκδόσεις «Τάλως», Αθήνα 2011.
*Ο συγγραφέας Πάνος Ν. Αβραμόπουλος είναι Α΄ Αναπληρωματικός Δημοτικός Σύμβουλος Αθηναίων.