Γράφει ο Γιάννης Κουτρουμπής
Η δεύτερη δόση ξεκλείδωσε πρόσφατα από τον ESM με αντάλλαγμα χειρότερες ρυθμίσεις σε ότι αφορά τα κόκκινα δάνεια και τις 100 δόσεις, όπου το καθεστώς πλέον αλλάζει για άλλη μία φορά και προβλέπεται άμεση σύνδεση των ληξιπρόθεσμων οφειλών με τις νέες οφειλές πράγμα που πρόκειται να δυσκολέψει ακόμα περισσότερο τους πολίτες.
Αναλυτικότερα, Ειδικότερα, τα κριτήρια υπαγωγής των υπερχρεωμένων νοικοκυριών στον «νόμο Κατσέλη» προκειμένου να διεκδικήσουν με δικαστική απόφαση ευνοϊκή διευθέτηση ίσως και «κούρεμα» των οφειλών τους προς τις τράπεζες αλλά και το Δημόσιο γίνονται από την 1η Ιανουαρίου του 2016 πιο αυστηρά.
Η εξαίρεση, δε, της κύριας κατοικίας από την εκποίηση του συνόλου της ακίνητης περιουσίας θα επιτυγχάνεται μόνον εφόσον οι οφειλέτες πληρούν σωρεία όρων και προϋποθέσεων, ενώ σημαντικές πτυχές του νέου νόμου παραπέμπονται στην έκδοση υπουργικών αποφάσεων και πράξης της Τραπέζης της Ελλάδος.
Σε σχέση με τις ρυθμίσεις χρεών προς την Εφορία, και συγκεκριμένα εκείνη των 100 δόσεων, οι πολίτες που έχουν ενταχθεί σε αυτή θα πρέπει να γνωρίζουν πως από την 1η Ιουλίου του 2016 το περιθώριο των 30 ημερών προκειμένου να αποπληρώσουν μία ληξιπρόθεσμη δόση πέφτει στις 15 ημέρες και από την 1η Ιανουαρίου του 2018 το χρονικό διάστημα «ασυνέπειας» μηδενίζεται. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα την αυτόματη έξοδο του φορολογουμένου από το σύστημα ακόμη και με μία ώρα καθυστέρηση.
Αναφορικά με τον «νόμο Κατσέλη», αυτό που πρέπει να τονιστεί είναι ότι μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου του 2015 όσοι έχουν υποβάλει αιτήσεις και όσοι θα το πράξουν θα υπαχθούν με τις τρέχουσες διατάξεις. Και μάλιστα σε σχέση με την προστασία της κύριας κατοικίας τους από πλειστηριασμό το κριτήριο θα είναι το ύψος της αντικειμενικής αξίας που για μία τετραμελή οικογένεια ανέρχεται στα 450.000 ευρώ.
Όσοι, όμως, επιλέξουν από την 1η Ιανουαρίου του 2016 να αιτηθούν στα Ειρηνοδικεία διευθέτηση των χρεών τους, τότε θα πρέπει να ξέρουν ότι βάσει του νόμου δημιουργούνται δύο κατηγορίες οφειλετών.
Οι δόσεις
Οι δανειολήπτες και των δύο κατηγοριών θα πληρώνουν δόσεις με βάση την τιμή που θα προκύπτει αν το ακίνητό τους έβγαινε σήμερα σε πλειστηριασμό, αλλά και τη μέγιστη δυνατότητα πληρωμής τους. Τις σχετικές λεπτομέρειες θα τις καθορίσει η Τράπεζα της Ελλάδος με πράξη που θα εκδώσει.
1. Στην πρώτη κατηγορία είναι οι οικονομικά ευάλωτοι δανειολήπτες, οι οποίοι εφόσον πληρούν τέσσερα κριτήρια, τότε θα μπορούν να ζητήσουν την επιδότηση του Δημοσίου για ένα μέρος του μηνιαίου ποσού που θα τους επιδικάσει το δικαστήριο. Τη συνδρομή του κράτους θα μπορούν να τη ζητήσουν το πολύ για τρία χρόνια. Βέβαια, θολό σημείο παραμένει στο τι ποσό θα καλύπτει το Δημόσιο.
Αυτό παραπέμπεται στο μέλλον με την έκδοση υπουργικής απόφασης. Επίσης, πιο περίπλοκη γίνεται η κατάσταση για το 2016, για το οποίο ο νόμος αναφέρει ότι ποσό που δεν θα καλύψουν το Δημόσιο και ο οφειλέτης κεφαλαιοποιείται, αλλά θεωρείται ότι το σχέδιο διευθέτησης οφειλών εξυπηρετείται. Τα κριτήρια που πρέπει να πληροί αυτή η κατηγορία των δανειοληπτών είναι έως 200.000 ευρώ, ύψος αντικειμενικής αξίας της κύριας κατοικίας για μία τετραμελή οικογένεια και ύψος εισοδήματος ίσο η λιγότερο με τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης.
Οι οφειλέτες πρέπει να βρίσκονται σε πραγματική αδυναμία πληρωμής και να είναι συνεργάσιμοι δανειολήπτες με τις τράπεζες.
2. Στη δεύτερη κατηγορία οφειλετών υπάγονται δανειολήπτες με μεγαλύτερο εισόδημα και υψηλότερη αντικειμενική αξία. Το εισόδημά τους θα πρέπει να είναι προσαυξημένο κατά 70% από τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης, δηλαδή μέχρι 2.924 ευρώ μηνιαίως για μία τετραμελή οικογένεια και το ύψος της αντικειμενικής αξίας της κύριας κατοικίας έως 260.000 ευρώ. Επίσης, θα πρέπει να είναι συνεργάσιμοι δανειολήπτες με τις τράπεζες.
Οι κινήσεις για να ρυθμίσετε το δάνειο και να σώσετε το σπίτι σας
Τελευταία ευκαιρία αποτελεί η δραστική ρύθμιση των οφειλών προς το Δημόσιο αλλά και τις τράπεζες μέσω της διαδικασίας του «νόμου Κατσέλη», καθώς οι διατάξεις του, σύμφωνα με όσα προκύπτουν από τις κυβερνητικές ανακοινώσεις αλλά και την τελευταία τροποποίησή του, παύουν να ισχύουν από το 2019.
Ο νόμος για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά που θεσπίστηκε το 2010 από την τότε υπουργό Οικονομίας και σημερινή πρόεδρο της Εθνικής Τράπεζας, Λούκα Κατσέλη, μετά την τελευταία τροποποίησή του την περασμένη εβδομάδα, αποτελεί το τελευταίο καταφύγιο για τη διάσωση της κύριας στέγης των δανειοληπτών που αποδείκνυαν τη μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους. Επίσης έδινε τη δυνατότητα σε αυτούς να κέρδιζαν δικαστικές αποφάσεις (μέσω των Ειρηνοδικείων), οι οποίες προχωρούσαν ακόμη και στη διαγραφή οφειλών.
Οι υπόλοιποι δανειολήπτες, να σημειωθεί, για να μπορέσουν να προστατεύσουν το σπίτι τους, θα πρέπει να υπαχθούν σε τραπεζικές ρυθμίσεις των οφειλών τους κι εφόσον είναι συνεπείς θα εξασφαλίζουν το κεραμίδι τους.
Σε ό,τι αφορά τον τροποποιημένο «νόμο Κατσέλη», η κυριότερη αλλαγή που επήλθε αφορά εκείνο το σκέλος της δικαστικής διαδρομής, σύμφωνα με το οποίο το δικαστήριο μπορεί να ζητήσει για την ικανοποίηση των πιστωτών την εκποίηση περιουσιακών στοιχείων των οφειλετών. Για την ακρίβεια θεσπίστηκαν νέα όρια και προϋποθέσεις -που θα ισχύσουν από την 1η Ιανουαρίου του 2016 έως και τις 31 Δεκεμβρίου του 2018- ώστε οι δανειολήπτες να ζητούν την εξαίρεση της κύριας κατοικίας τους από τους πλειστηριασμούς.
Αίτηση
Οι δανειολήπτες που θα υποβάλουν αίτηση μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου του 2015 θα μπορούν να ζητούν την εξαίρεση της κύριας κατοικίας με μοναδικό κριτήριο την αντικειμενική της αξία. Αυτή φτάνει κλιμακωτά ανάλογα με τον αριθμό των μελών του νοικοκυριού μέχρι και τις 450.000 ευρώ για μία τετραμελή οικογένεια.
Υπενθυμίζεται ότι ο «νόμος Κατσέλη», που ουσιαστικά αποτελεί το πτωχευτικό δίκαιο των νοικοκυριών, προβλέπει συγκεκριμένες διαδικασίες για την υπαγωγή στις διατάξεις του, όπως η προδικαστική διαδικασία με την απόπειρα συμβιβασμού δανειολήπτη – πιστωτών, η επικύρωσή της από το Ειρηνοδικείο αν επιτευχθεί η συμφωνία, η έκδοση προσωρινής διαταγής μέχρι την εκδίκαση αν δεν συμφωνούν οι δύο πλευρές. Στο διάστημα αυτό, που πια δεν μπορεί να ξεπερνά τους έξι μήνες, ο οφειλέτης καταβάλλει με βάση τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης της ΕΛ.ΣΤΑΤ. ποσό που αντιστοιχεί στο 10% των μηνιαίων δόσεων που κατέβαλε στην τράπεζα πριν από την υποβολή της αίτησης στο Ειρηνοδικείο και όχι πάντως λιγότερα από 40 ευρώ.
Το δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει ακόμη και την απαλλαγή οφειλών για έναν δανειολήπτη που δεν έχει την απαιτούμενη ρευστοποιήσιμη περιουσία, αρκεί εκείνος για τρία χρόνια να πληρώνει συγκεκριμένες δόσεις με βάση πάλι τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης αλλά και την αποπληρωμή των οφειλών του, εφόσον μέρος τους καλυπτόταν από την εκποίηση ακίνητων του με χαμηλές δόσεις έως και 35 χρόνια.
Το νέο νομοσχέδιο έχει ειδική πρόνοια για τους οικονομικά ευάλωτους οφειλέτες. Πιο συγκεκριμένα για την κατηγορία αυτή τους παρέχει τη δυνατότητα να ζητήσουν από το ελληνικό Δημόσιο τη μερική κάλυψη του ποσού της μηνιαίας καταβολής, το οποίο ορίζει το δικαστήριο, στην περίπτωση που τα εισοδήματά τους δεν αρκούν. Πιο συγκεκριμένα, η διάταξη περιγράφει ποιοι είναι αυτοί οι οφειλέτες (όροι και προϋποθέσεις): «Ο οφειλέτης ενυπόθηκου στεγαστικού δανείου στο πρόσωπο του οποίου πληρούνται σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:
1 Το μηνιαίο διαθέσιμο οικογενειακό του εισόδημα υπολείπεται ή είναι ίσο των εύλογων δαπανών διαβίωσης. Σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα αυτό είναι για έναν άγαμο μέχρι 682 ευρώ, για ένα ζευγάρι μέχρι 1.160, για ένα ζευγάρι με ένα παιδί έως 1.440, για ένα ζευγάρι με δύο παιδιά έως 1.720 και για ένα ζευγάρι με τρία παιδιά έως 2.000 ευρώ.
2 Η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας του να μην υπερβαίνει τις 120.000 ευρώ για έναν άγαμο οφειλέτη, προσαυξημένη κατά 40.000 για τον έγγαμο (δηλαδή 160.000) και κατά 20.000 ανά παιδί μέχρι τρία παιδιά. Δηλαδή ένα ζευγάρι με δύο παιδιά θα πρέπει να έχει σπίτι με αντικειμενική αξία έως 200.000 και αν έχει τρία παιδιά μέχρι 220.000 ευρώ.
3 Ο οφειλέτης βρίσκεται σε πραγματική αδυναμία πληρωμής των μηνιαίων καταβολών, όπως αυτές ορίζονται από το σχέδιο ρύθμισης».
4 Είναι συνεργάσιμος δανειολήπτης, βάσει του Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών, όπου αυτός εφαρμόζεται.
Όπως προαναφέρθηκε, οι συγκεκριμένοι οφειλέτες, μετά την έκδοση της οριστικής απόφασης του δικαστηρίου, μπορούν να υποβάλουν αίτηση στο Ελληνικό Δημόσιο για τη «μερική κάλυψη του ποσού της μηνιαίας καταβολής του σχεδίου διευθέτησης οφειλών. Ο οφειλέτης υποχρεούται να καταβάλει το μέγιστο της δυνατότητας αποπληρωμής του και σε κάθε περίπτωση υποχρεούται στην καταβολή ελάχιστης συνεισφοράς.
Η συνεισφορά του Δημοσίου δεν μπορεί να υπερβαίνει σε διάρκεια τα τρία έτη και καταβάλλεται στους πιστωτές, υπό την προϋπόθεση ότι ο οφειλέτης παραμένει συνεπής στην καταβολή της ελάχιστης συνεισφοράς». Ωστόσο, το νομοσχέδιο για τα κριτήρια προσδιορισμού του ύψους της συνεισφοράς αλλά και για την ελάχιστη συνεισφορά του οφειλέτη παραπέμπει στην έκδοση υπουργικής απόφασης μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου του 2015.
Ένα από τα θολά σημεία του νέου νόμου είναι αναφορικά με την περίπτωση που το Δημόσιο δεν θα καλύπτει όλη τη διαφορά. Σύμφωνα με νομοτεχνική παρέμβαση της τελευταίας στιγμής, αναφέρεται ότι το εναπομείναν ποσό θα κεφαλαιοποιείται στο υπόλοιπο αλλά θα θεωρείται ότι εξυπηρετείται. Δηλαδή, θα το επιβαρύνεται ο οφειλέτης, ωστόσο, η τράπεζα δεν θα μπορεί να αξιώσει την εκποίηση της κύριας κατοικίας. Επιπλέον, ενώ στον νόμο προσδιορίζεται ότι αυτό θα ισχύει μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου του 2016, εντούτοις δεν προβλέπει τι θα ισχύει για τα επόμενα δύο χρόνια.
• Έως 682 € πρέπει να είναι το μηνιαίο εισόδημα για ένα άτομο και έως 1.720 ευρώ για μία τετραμελή οικογένεια
• Έως 120.000 € πρέπει να είναι η αντικειμενική αξία του ακινήτου για έναν άγαμο και έως 200.000 ευρώ για μία τετραμελή οικογένεια
Οι νέες ρυθμίσεις που ψηφίστηκαν προβλέπουν ότι από την 1η Ιανουαρίου του 2016 και μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του 2018 οι οφειλέτες που έχουν πάρει το πράσινο φως από το Ειρηνοδικείο για την υπαγωγή τους στις διατάξεις του νόμου και τους έχει ζητηθεί η εκποίηση της περιουσίας τους μπορούν να υποβάλουν πρόταση εκκαθάρισης και σχέδιο διευθέτησης οφειλών, ζητώντας να εξαιρεθεί από την εκποίηση βεβαρημένο ή μη με εμπράγματη ασφάλεια ακίνητο, εφόσον στο πρόσωπο του οφειλέτη πληρούνται σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:
1 Το συγκεκριμένο ακίνητο χρησιμεύει ως κύρια κατοικία του.
2 Το μηνιαίο διαθέσιμο οικογενειακό του εισόδημα δεν υπερβαίνει τις «εύλογες δαπάνες διαβίωσης», προσαυξημένες κατά 70%. Δηλαδή με τα σημερινά δεδομένα για ένα άτομο είναι μέχρι 1.159,4 ευρώ, για ένα ζευγάρι 1.972 ευρώ, για ένα ζευγάρι με ένα παιδί 2.448 ευρώ, για ένα ζευγάρι με δύο παιδιά μέχρι 2.924 ευρώ και για ένα ζευγάρι με τρία παιδιά 3.400 ευρώ.
3 Η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας κατά τον χρόνο συζήτησης της αίτησης δεν υπερβαίνει τις 180.000 ευρώ για τον άγαμο οφειλέτη, προσαυξημένη κατά 40.000 ευρώ για τον έγγαμο, δηλαδή 220.000 ευρώ, και κατά 20.000 ευρώ για κάθε παιδί και μέχρι τρία παιδιά. Δηλαδή για ένα ζευγάρι με δύο παιδιά η αντικειμενική αξία είναι μέχρι 260.000 ευρώ και με τρία παιδιά μέχρι 280.000 ευρώ.
4 Όσον αφορά δανειακές οφειλές, ο οφειλέτης είναι συνεργάσιμος δανειολήπτης όπου αυτός εφαρμόζεται.
Το νομοσχέδιο για τους οφειλέτες που πληρούν τις προαναφερόμενες προϋποθέσεις ορίζει και τον τρόπο έκδοσης της απόφασης για τη ρύθμιση των οφειλών.
Αυτός βασίζεται στην τρέχουσα εμπορική αξία του ακινήτου. Για την ακρίβεια η διάταξη αναφέρει: «Το σχέδιο διευθέτησης οφειλών θα προβλέπει ότι ο οφειλέτης θα καταβάλλει το μέγιστο της δυνατότητας αποπληρωμής του και ότι καταβάλλει ποσό τέτοιο ώστε οι πιστωτές του δεν θα βρεθούν, χωρίς τη συναίνεση τους, σε χειρότερη οικονομική θέση από αυτήν στην οποία θα βρίσκονταν σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης». Η εκτίμηση του ποσού που αντιστοιχεί στην τιμή του ακινήτου», λέει το νομοσχέδιο, «αντιστοιχεί σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης και γίνεται από ειδικό εμπειρογνώμονα, ο οποίος επιλέγεται από το αρμόδιο δικαστήριο».
Με βάση αυτήν τη διάταξη η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι «ο διακανονισμός μεταξύ τράπεζας και δανειολήπτη θα γίνεται με βάση την τρέχουσα εμπορική αξία του ακινήτου και όχι εκείνη που ίσχυε κατά την περίοδο κτήσης του. Αυτό είναι μιας μορφής ”κούρεμα” του δανείου». Επιπλέον, το νομοσχέδιο βάζει και άλλη μία προϋπόθεση για να εξαιρεθεί η κύρια κατοικία των οφειλετών από την εκποίηση: «Με πράξη της Τράπεζας της Ελλάδος, ορίζονται κατευθύνσεις οι οποίες λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό της μέγιστης ικανότητας αποπληρωμής του οφειλέτη».
Ο προσδιορισμός των εύλογων δαπανών διαβίωσης έχει στόχο να βοηθήσει τα πιστωτικά ιδρύματα και τους δανειολήπτες να καταλήγουν σε κοινά αποδεκτές και βιώσιμες λύσεις ως προς την εξυπηρέτηση των δανείων. Σε αυτές περιλαμβάνονται τα έξοδα διατροφής, στέγασης, μόρφωσης, ένδυσης, ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, θέρμανσης, μεταφοράς, επικοινωνίας κ.λπ.
Το μηνιαίο σύνολο των δαπανών αυτών θα λειτουργεί ως σημείο αναφοράς, ώστε να αξιολογείται η δυνατότητα κάθε οφειλέτη να εξυπηρετεί τις δανειακές του υποχρεώσεις, με βάση το εισόδημά του και αφού καλύψει τις ανάγκες διαβίωσής του. Ο υπολογισμός των δαπανών έγινε από εμπειρογνώμονες του υπουργείου Ανάπτυξης και του υπουργείου Οικονομικών. Στηρίχθηκε στα στοιχεία της Έρευνας Οικογενειακών Προϋπολογισμών που διενεργείται κάθε χρόνο από την Στατιστική Αρχή, με βάση πληροφορίες από αντιπροσωπευτικό δείγμα νοικοκυριών, ανεξάρτητα το αν έχουν δάνειο ή όχι. Τα αγαθά και οι υπηρεσίες ταξινομούνται σε τέσσερις ομάδες, ανάλογα με το πόσο απαραίτητα είναι για τη διαβίωση.
1η ομάδα: Αφορά τις πιο βασικές δαπάνες για τη διαβίωση του νοικοκυριού, στις οποίες περιλαμβάνονται η διατροφή, η ένδυση και η υπόδηση, τα λειτουργικά έξοδα κατοικίας, η μετακίνηση, η επισκευή και συντήρηση επίπλων και οικιακού εξοπλισμού, τα είδη οικιακής κατανάλωσης και ατομικής φροντίδας, η ενημέρωση και η μόρφωση, οι υπηρεσίες τηλεφωνίας και ταχυδρομείων, τα είδη και οι υπηρεσίες υγείας, οι υπηρεσίες εκπαίδευσης, κοινωνικής προστασίας και οικονομικές υπηρεσίες.
2η ομάδα: Περιλαμβάνει επιπλέον δαπάνες εστίασης.
3η ομάδα: Περιλαμβάνει επιπλέον διαρκή αγαθά και συσκευές.
4η ομάδα: Περιλαμβάνει επιπλέον δαπάνες για κατανάλωση αλκοολούχων ποτών και καπνού, αεροπορικές μετακινήσεις, τουριστικές υπηρεσίες και υπηρεσίες αναψυχής, πολιτισμού και αθλητισμού.
• Έως 1.159,4 € πρέπει να είναι το μηνιαίο εισόδημα για ένα άτομο
• Έως 2.924,0 € πρέπει να είναι το μηνιαίο εισόδημα μίας τετραμελούς οικογένειας
• Έως 180.000 € πρέπει να είναι η αντικειμενική αξία του ακινήτου για έναν άγαμο
• Έως 260.000 € πρέπει να είναι η αντικειμενική αξία του ακινήτου για μία τετραμελή οικογένεια
Εν κατακλείδι, το νέο καθεστώς αυξάνει τις υποχρεώσεις των πολιτών και τους υποχρεώνει να πληρώνουν περισσότερα χρήματα από την προηγούμενη ρύθμιση. Παρόλα αυτά η Κυβέρνηση αυτή έπρεπε να βρει άλλα μέτρα για να μπορέσει να ξεκλειδώσει την δόση των 2 δις Ευρώ και να μην βασιστεί πάλι στην εύκολη λύση της μείωσης του εισοδήματος των νοικοκυριών, επιβαρύνοντας τα με παραπάνω δυσκολίες.