του Ηλία Πεντάζου*
H κρίση της πανδημίας, οδηγεί νομοτελειακά στη μεγαλύτερη αύξηση του ρόλου του κράτους στην οικονομία. Η πρόσφατη απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να τροποποιήσει τη νομοθεσία για τις κρατικές ενισχύσεις, διευκολύνει τις εθνικές κυβερνήσεις να στηρίξουν επιχειρήσεις που πλήττονται από τις επιπτώσεις της πανδημίας, αλλά ανοίγει ένα αμφιλεγόμενο ζήτημα μέχρι που μπορεί να φθάσει και με τι όρους η κρατική στήριξη στον ιδιωτικό τομέα.
Πρόσφατα ο υπουργός Ανάπτυξης κ. Γεωργιάδης ανακοίνωσε σχέδιο στήριξης των αερομεταφορών περιλαμβανομένης και της Aegean. Μέτρο σωστό, διότι θα ήταν άδικη και άνιση η μεταχείριση της εταιρείας, τη στιγμή που οι διεθνείς ανταγωνιστές της λαμβάνουν «πακέτα» κρατικών ενισχύσεων, βεβαίως υπό την ασφαλιστική δικλείδα της μετοχικής συμμετοχής του Δημοσίου στο κεφάλαιο της εταιρείας και της παρουσίας εκπροσώπων του στη εταιρική διακυβέρνηση (βλέπε Lufthansa).
Όπως και να το δει κανείς η Aegean είναι σήμερα ο μοναδικός τουριστικός βραχίονας του συνδέει το τουριστικό προϊόν με την Ελλάδα διότι το βασικό κομμάτι του τουρισμού στη χώρα μας είναι οι επισκέπτες που έρχονται με αεροπλάνα.
Στη σημερινή παγκόσμια πραγματικότητα οι αερομεταφορές συνδέονται με το ίδιο το τουριστικό προϊόν. Και εφόσον έχουμε αποδεχθεί ότι ο τουρισμός αποτελεί τη βαριά βιομηχανία της χώρας πρέπει να δεχθούμε ότι είναι μια δραστηριότητα συνυφασμένη με το ΑΕΠ και ως τέτοια πρέπει να την αντιμετωπίζει η Πολιτεία.
Από τη δική της πλευρά η εταιρεία, δια του προέδρου της κ. Βασιλάκη, έδειξε ότι δεν έμεινε ευχαριστημένη από το πακέτο των μέτρων, τα οποία σε ενωρίτερο χρόνο ο ίδιος είχε προσδιορίσει σε δάνεια με κρατική εγγύηση, οριζόντια μέτρα στήριξης του προσωπικού για να διατηρηθούν οι θέσεις εργασίας και μέτρα που θα αντισταθμίζουν τις ζημιές, όπως φορολογικές ελαφρύνσεις, άτοκα δάνεια, κλπ. Δηλαδή όλα, μορφές έμμεσης, πλην καθαρής, χρηματοδότησης. Βεβαίως είχε προσθέσει ότι όλα αυτά, χωρίς αντάλλαγμα «κρατικοποίησης».
Ο γράφων θεωρεί ότι το κράτος “τσιγκουνεύτηκε” στην υποστήριξη του προς την εταιρεία και ότι θα έπρεπε να είναι σαφώς πιο γενναιόδωρο προς αυτήν. Θα μπορούσε κάλλιστα να εγγυηθεί πιστωτική γραμμή από τις τράπεζες όχι 150 εκατ. Ευρώ (το 11% του τζίρου της) αλλά στο ύψος αντίστοιχων χορηγήσεων ευρωπαϊκών αεροπορικών εταιρειών (25-40 % του τζίρου) (βλέπε, Γαλλία, Ολλανδία, Γερμανία, Ισπανία, Ελβετία, Φινλανδία). Φυσικά με τις ανάλογες διασφαλίσεις που περιλαμβάνουν εποπτεία της εταιρικής διακυβέρνησης της εταιρείας και δέσμευση μετοχικού ποσοστού χωρίς κρατικοποίηση ή εμπλοκή στη διοίκηση.
Τονίζουμε ιδιαίτερα το θέμα των διασφαλίσεων διότι το δημόσιο έχει πρωταρχική αποστολή να προστατεύσει τα χρήματα των φορολογουμένων. Ο γράφων, έχοντας εμπειρία από «μέσα» της νοσηρής λειτουργίας του συστήματος κρατικών ενισχύσεων, γνωρίζει ότι επί δεκαετίες δίνονταν τραπεζικά δάνεια σε ένα σημαντικό αριθμό μικρομεσαίων και μεγάλων επιχειρήσεων, που η πλειοψηφία τους δεν πληρούσε στοιχειώδεις οικονομικές προδιαγραφές, πλην όμως το πολιτικό σύστημα, ανεξαιρέτως, μέσα από το σαθρό θεσμικό καθεστώς των κρατικών εγγυήσεων, κάλυπτε τα πάντα! Στη συνέχεια βεβαίως είχαμε αλυσίδα καταπτώσεως δανείων και ο κρατικός προϋπολογισμός αναλάμβανε να πληρώσει την συμπαιγνία ενός φαύλου πολιτικού συστήματος και μιας μεγάλης κατηγορίας «πατριωτών» επιχειρηματιών!
Από την άλλη πλευρά υπάρχει και η άποψη ότι μια ιδιωτική εταιρεία θα έπρεπε πριν από όποια κρατική πρωτοβουλία να σπεύσει να ενισχύσει πρώτη, την υποδομή της. Οι εύρωστοι οικονομικά μέτοχοι προχωρούν σε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου με συμμετοχή τους και σε περίπτωση που η απαιτούμενη ρευστότητα δεν εξασφαλίζεται από τους ίδιους ή από την αγορά, επειδή ίσως η τελευταία τιμολογεί το ρίσκο σε απαγορευτικά επίπεδα, τότε η κρατική βοήθεια είναι μονόδρομος, αλλά η σχέση με τον δανειστή (το κράτος) είναι διαπραγματεύσιμη. Μερίσματα, Capex, αμοιβές, μισθολογικό, λειτουργικά κόστη, επενδυτικά προγράμματα όλα επανεξετάζονται και με την συμμετοχή του κράτους.
Οι Αμερικανικές τράπεζες που πήραν βοήθεια το 2008 από το πρόγραμμα TARP για να αποφύγουν την χρεοκοπία, μετρούσαν και την κατανάλωση των μπισκότων από τους πελάτες, μέχρι να επιστρέψουν και πάλι την κρατική ενίσχυση στο δημόσιο ταμείο, οι δε μέτοχοι δεν ελάμβαναν μέρισμα, μέχρι η εταιρεία να επιστρέψει την κρατική βοήθεια.
Να τονιστεί επίσης το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή είναι πολύ δύσκολο για την κοινωνία να αποδεχθεί μια τόσο μεγάλη ενίσχυση σε μία μόνο εταιρεία όταν είναι χιλιάδες εκείνοι που έχουν κάνει αιτήσεις στα προγράμματα του ΤΕΠΙΧ και δεν μπορούν να προχωρήσουν σε συμφωνίες και εκταμιεύσεις γιατί οι τράπεζες παίζουν το δικό τους παιχνίδι με γνώμονα πρωτίστως τα δικά τους συμφέροντα και όχι της εθνικής οικονομίας και των πολιτών.
Επειδή, λοιπόν, είναι πολύ πιθανό να δούμε μπροστά μας χρεοκοπίες σε τομείς που τώρα δεν φανταζόμαστε, η κυβέρνηση οφείλει και να στηρίξει αλλά και να προστατεύσει το δημόσιο χρήμα, χωρίς επανάληψη αποτυχημένων κρατικοποιήσεων του παρελθόντος. Ο κ. Μητσοτάκης, πρόσφατα δήλωσε, «είμαι φιλελεύθερος πολιτικός, αλλά οι αγορές δεν έχουν πάντα τη λύση και το κράτος έχει ρόλο να παίξει ειδικά σε περιόδους κρίσης». Ορθή σκέψη! Το κράτος στηρίζει αλλά δεν φορτώνει τις υποχρεώσεις του ιδιώτη στον φορολογούμενο ούτε επιτρέπει στους μετόχους να διοικούν κατά το δοκούν, με δημόσιο χρήμα. Στις δύσκολες ημέρες ιδιοκτήτες και μέτοχοι λογικό είναι να επωμιστούν και ζημιές, όπως απολαμβάνουν μερίσματα στις καλές ημέρες.
Δεν γνωρίζουμε καμία οικονομική θεωρία, φιλελεύθερη ή μη, που διδάσκει ότι ιδιωτικοποιούνται μόνο τα κέρδη και κρατικοποιούνται μόνο οι ζημιές!
* Οικονομολόγος, τ. Γ.Γ. Δημοσιονομικής πολιτικής του ΥΠΟΙΚ, τ. Πρόεδρος του ΟΔΔΗΧ