Την ανάγκη λήψης μέτρων από την πλευρά της ΕΕ για την προστασία της ευρωπαϊκής αγροτικής παραγωγής από αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, επισήμανε ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Λευτέρης Αυγενάκης, σε παρεμβάσεις του στο Συμβούλιο Υπουργών Γεωργίας και Αλιείας που έγινε στο Λουξεμβούργο.
Τη λήψη πρόσθετων μέτρων στον συγκεκριμένο τομέα ο Έλληνας υπουργός τη θεωρεί απαραίτητη σε συνδυασμό με την υλοποίηση των αλλαγών που έχει προτείνει η χώρα μας στην Κοινή Αγροτική Πολιτική, για να μπορέσει ο πρωτογενής τομέας της ΕΕ να παραμείνει βιώσιμος και ανταγωνιστικός.
Όπως είπε ο ΥπΑΑΤ, η Ελλάδα συμφωνεί με τις προτάσεις της Επιτροπής για:
αύξηση της διαφάνειας και ενημέρωσης στην αλυσίδα εφοδιασμού, όπως το παρατηρητήριο τιμών,
βελτίωση των διατάξεων της Κοινής Οργάνωσης Αγοράς (ΚΟΑ) περί ανταγωνιστικότητας, και
διασφάλιση τομεακών προτύπων βιωσιμότητας από αγρότες και συνεταιρισμούς.
Να δράσουμε άμεσα
Ο Έλληνας υπουργός επιμένοντας στην ανάγκη λήψης πρόσθετων μέτρων, επικαλέσθηκε την πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που καταδεικνύει, ότι «σε ποσοστό άνω του 40% οι υφιστάμενοι κανόνες για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, δεν εφαρμόζονται, δεν αφήνει περιθώρια εφησυχασμού. Πρέπει να δράσουμε άμεσα και να εξασφαλίσουμε ευνοϊκότερες συνθήκες στην αγορά, με κίνητρα για τον πρωτογενή τομέα».
«Ωστόσο», σημείωσε, «το πιο σημαντικό στοιχείο για την εξισορρόπηση της διαπραγματευτικής δύναμης των γεωργών, είναι η ενίσχυση της συνεργασίας τους με την πλήρη αξιοποίηση των Οργανώσεων Παραγωγών και των συνεταιρισμών. Και πρέπει να δουλέψουμε γι’ αυτό, τόσο σε ενωσιακό, όσο και σε εθνικό επίπεδο».
Επί πλέον δε σε ό,τι αφορά στο Στρατηγικό διάλογο για το μέλλον της γεωργίας στην ΕΕ, τόνισε ότι «βασικός στόχος είναι οι όποιες αποφάσεις μας να διευκολύνουν και όχι να υπονομεύουν την άσκηση της γεωργικής δραστηριότητας στην Ένωση. Σκόπιμο είναι τα αποτελέσματα του διαλόγου να βασίζονται σε ολιστική προσέγγιση, θέτοντας ως επίκεντρο τους αγρότες και λαμβάνοντας υπόψη όλους τους σωρευτικούς παράγοντες που επηρεάζουν την ανταγωνιστικότητα, βιωσιμότητα και ανθεκτικότητα του γεωργικού τομέα στην Ένωση».
Με «όπλο» την ΚΑΠ
Σε αυτό το πλαίσιο, αναφέρω επιγραμματικά τα βασικά στοιχεία, τα οποία θα στηρίξουν το μέλλον της γεωργίας:
Προσήλωση στον βασικό στόχο της ΚΑΠ: ενίσχυση της παραγωγής τροφίμων για επισιτιστική ασφάλεια, καθώς και εξασφάλιση εγγυημένου και επαρκούς εισοδήματος για τους γεωργούς. Αυτό προϋποθέτει ενισχυμένο προϋπολογισμό για την ΚΑΠ.
Ενίσχυση των μηχανισμών αντιμετώπισης κρίσεων και έκτακτων γεγονότων με χρήση πόρων εντός και εκτός ΚΑΠ. Ειδικότερα:
Αύξηση του Γεωργικού Αποθεματικού,
Σύσταση Ειδικού Ταμείου για την κάλυψη της απώλειας γεωργικού εισοδήματος από τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης, όπως είχε προτείνει ο Επίτροπος.
διάθεση του 2% του προϋπολογισμού της ΚΑΠ για την αντιμετώπιση κλιματικών κρίσεων, εφόσον η χώρα το επιθυμεί.
Προώθηση της μετάβασης σε βιώσιμα συστήματα τροφίμων με δίκαιο τρόπο και χωρίς αποκλεισμό κανενός τομέα, τύπου γεωργίας ή μεγέθους αγροτικής επιχείρησης. Αυτό, μεταξύ άλλων, απαιτεί σεβασμό των οικονομικών, κοινωνικών και γεωγραφικών ιδιαιτεροτήτων των ευρωπαϊκών περιφερειών.
Ισορροπία των προτεραιοτήτων της Ένωσης για το περιβάλλον και την αγροτική παραγωγή. Δεν μπορεί να λειτουργεί το ένα εις βάρος του άλλου. Άλλωστε, η εγκατάλειψη της γεωργικής δραστηριότητας μακροπρόθεσμα επιφέρει υποβάθμιση του περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας.
Εναρμόνιση της εμπορικής πολιτικής της Ένωσης με τους στόχους μας για μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα και ανταγωνιστικότητα του γεωργικού τομέα. Τονίζω την ανάγκη για αμοιβαιότητα των εισαγόμενων προϊόντων με τα υψηλά πρότυπα της Ένωσης. Επίσης, πρέπει να παρακολουθούμε στενά τον αντίκτυπο των εμπορικών συναλλαγών στον γεωργικό τομέα (οπωροκηπευτικά, ελαιόλαδο).
Πλήρης αξιοποίηση των αποτελεσμάτων της έρευνας και καινοτομίας στον πρωτογενή τομέα με ευρεία διάχυση της γνώσης και με κατάλληλη κατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού της υπαίθρου για πρόσβαση στις νέες τεχνολογίες.
Συνδυασμός και αλληλεξάρτηση των πρωτοβουλιών για το μέλλον της γεωργίας με εκείνες του μακρόπνοου οράματος για τις αγροτικές περιοχές. Η επίλυση δημογραφικών προβλημάτων, ανανέωσης γενεών (νέοι αγρότες) και παροχής βασικών και ψηφιακών υπηρεσιών στην ύπαιθρο μέσω του συνδυασμού δράσεων της ΚΑΠ και της πολιτικής Συνοχής θα έχει καθοριστικό ρόλο στον μακροπρόθεσμο ορίζοντα της γεωργίας στην Ένωση.
Πεποίθηση του Έλληνα υπουργού είναι ότι «η γεωργία πρέπει να παραμείνει βασικός στρατηγικός τομέας της Ένωσης, καθώς συνδέεται με το παρόν και το μέλλον των Ευρωπαίων πολιτών».
Οι αλλαγές που προωθούνται
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε ο ΥπΑΑΤ στις αλλαγές που επιβάλλεται να γίνουν στην τρέχουσα ΚΑΠ, επισημαίνοντας ότι πρέπει: «Πρώτον, οι κλιματικές κρίσεις να αντιμετωπίζονται συλλογικά και, δεύτερον, να υπάρχει ισορροπία μεταξύ περιβαλλοντικών απαιτήσεων και αγροτικής παραγωγής».
Και τόνισε:
Επαναλαμβάνουμε τη στήριξή μας στην πρόταση να διατίθεται το 2% του προϋπολογισμού της ΚΑΠ για την αντιμετώπιση κλιματικών κρίσεων, εφόσον η χώρα το επιθυμεί.
Προτείνουμε να επιτρέπεται στα κράτη-μέλη να μεταφέρουν πόρους μεταξύ των δύο Πυλώνων ή από έτος σε έτος, ανάλογα με τις αναδυόμενες ανάγκες.
Για παράδειγμα, προτείνουμε τη δυνατότητα μεταφοράς πόρων μεταξύ οικολογικών προγραμμάτων (Πυλώνας Ι) και γεωργο-περιβαλλοντικών μέτρων (Πυλώνας ΙΙ), όποτε χρειάζεται. Μόνο έτσι θα εξασφαλιστεί η μέγιστη δυνατότητα αξιοποίησης των πόρων, χωρίς να επηρεάζονται οι στόχοι του Στρατηγικού Σχεδίου.
Επίσης, η μέχρι σήμερα εμπειρία έχει καταδείξει ότι ειδικά τα οικολογικά σχήματα πρέπει να απλοποιηθούν, ώστε να διευκολυνθεί η εφαρμογή τους.
Επιδιώκουμε την επαναφορά του κανόνα Ν+3. Αυτό μπορεί να αποβεί κρίσιμο στοιχείο για την ολοκλήρωση επενδύσεων για την ψηφιακή και πράσινη μετάβαση.
Τέλος, στηρίζουμε να υπάρχει δυνατότητα για τροποποίηση των χρηματοδοτικών πινάκων και των αντίστοιχων δεικτών του Στρατηγικού Σχεδίου με βάση την πορεία υλοποίησης των παρεμβάσεων. Πρέπει να δίνονται περιθώρια στρατηγικών ελιγμών στο Κράτος Μέλος για κάλυψη πραγματικών αναγκών και για αποφυγή απώλειας πολύτιμων πόρων.
Κλείνοντας ο ΥπΑΑΤ τόνισε ότι «το επόμενο βήμα είναι η ταχεία έγκριση των απαραίτητων τροποποιήσεων των Στρατηγικών Σχεδίων για άμεση εφαρμογή των νέων ευελιξιών από τις εθνικές διοικήσεις. Σε κάθε περίπτωση, η τακτική μας συνεργασία σε επίπεδο Συμβουλίου πρέπει να συνεχιστεί, καθώς αυτή είναι η κατεύθυνση που δόθηκε και από τους Αρχηγούς των κρατών μελών στο Ε. Συμβούλιο».