Φέτος η Ισπανίδα σταρ από το Casa de Papel κλείνει τα 31 και είναι σαν έτοιμη από καιρό για το χολιγουντιανό κάλεσμα.
Τον Ιούνιο του 2018 η Ούρσουλα Κορμπερό έφτασε στην Παραγουάη. Επειτα από μήνες πυκνών τηλεοπτικών γυρισμάτων, είχε αποφασίσει ότι ο εαυτός της άξιζε ένα μεγάλο, ασυνήθιστο, χορταστικό δώρο. Το να περάσει το υπόλοιπο της χρονιάς στη χώρα της Λατινικής Αμερικής έφτανε και περίσσευε για να καλύψει την υπερτροφική προσδοκία της.
Εκτός των άλλων, θα ήταν μια ευκαιρία για ανάπαυλα από συνεντεύξεις και φωτογραφήσεις και θα είχε το κεφάλι της ήσυχο από τυχαίες selfies θαυμαστών, αφού ελάχιστοι ντόπιοι λογικά θα γνώριζαν τα έργα και τις ημέρες της στην τηλεόραση και τον κινηματογράφο της Ισπανίας.
Τις πρώτες ημέρες της παραμονής της στην Ασουνσιόν παραβρέθηκε σε ένα πάρτυ. Ωστόσο τα πράγματα δεν ήταν όπως ακριβώς τα είχε φανταστεί. Πολλοί άγνωστοι σ’ εκείνη συνδαιτυμόνες αναζήτησαν την παρέα της, της έπιασαν κουβέντα, της μιλούσαν με σχεδόν παρεξηγήσιμη οικειότητα, σαν να γνωρίζονταν από χρόνια. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που η Ισπανίδα σταρ άρχισε να αντιλαμβάνεται την απήχηση και την επίδραση του «Casa de Papel», που μόλις πριν από μερικές εβδομάδες είχε κυκλοφορήσει στην πλατφόρμα του Netflix.
Η αλήθεια είναι ότι για εκείνη, όπως και για όλους τους συμπρωταγωνιστές της, το σίριαλ του Aλεξ Πίνα ήταν μια παλιά, ολοκληρωμένη και εν πολλοίς ξεχασμένη ιστορία. Φυσικά λογάριαζαν όλοι χωρίς τον ξενοδόχο, που στην προκειμένη περίπτωση ενσάρκωνε το παγκόσμιο κοινό.
Ναι, οι σύγχρονοι Ρομπέν των Δασών που εισβάλλουν στο Νομισματοκοπείο είχαν αγαπηθεί από το ισπανικό κοινό, όμως κανείς τους δεν φανταζόταν ότι η σειρά -σε νέο μάλιστα μοντάζ που για να εξάψει το σασπένς την τεμάχισε σε δύο κύκλους- θα εξελισσόταν στο πιο δημοφιλές μη αγγλόφωνο σίριαλ του Netflix. Και φυσικά, ούτε στα πιο τρελά όνειρά τους δεν πίστευαν ότι ο αμερικανικός ondemand κολοσσός θα τους ζητούσε να επανενωθούν για έναν τρίτο και κατόπιν για έναν ακόμα, τέταρτο κύκλο, η πρεμιέρα του οποίου είναι προγραμματισμένη για τις 3 Απριλίου.
Πάντως, πλέον η Τόκιο, όπως έγινε γνωστή στην οικουμένη, μοιάζει εξοικειωμένη με την αναγνωρισιμότητά της. Αυτό τουλάχιστον μαρτυρά η άνεση με την οποία περπάτησε στην Gran Via της Μαδρίτης σε ώρα αιχμής συμμετέχοντας ασμένως στο πείραμα της ισπανικής έκδοσης του περιοδικού «GQ» για το οποίο φωτογραφήθηκε με τον συμπρωταγωνιστή της Μιγκέλ Eράν.
Από την άλλη, όπως λέει στη συνέντευξή της, δεν μπορεί να συμφιλιωθεί «με το γεγονός ότι οποιοσδήποτε μπορεί πια να σε τραβήξει μια φωτογραφία, να την επεξεργαστεί κατά το δοκούν, βάζοντας, ας πούμε, αυτάκια σκύλου στο δικό σου κεφάλι, και να τη μοιραστεί με χιλιάδες ή ακόμα και εκατομμύρια άλλους χρήστες».
Αν και μόλις 31 ετών, η ηθοποιός που πήρε το βάπτισμα του πυρός στην τηλεόραση το 2002, νοσταλγεί την εποχή που ένα αυτόγραφο ήταν αρκετό για ικανοποιήσει την περιέργεια και να κατευνάσει την αδιακρισία των fans. Oχι, δεν παραπονιέται για τη διασημότητά της, αλλά έχει γιγαντωθεί τόσο ώστε η Κορμπερό πιστεύει πια ότι περισσότερο την αναγνωρίζουν εκτός ισπανικών συνόρων παρά οι ίδιοι οι συμπατριώτες της.
Σε κάθε περίπτωση, κάθε άλλο παρά εύκολο και απλό μοιάζει να είσαι ηθοποιός και δη πρωταγωνίστρια, πρέσβης βαρύτιμων brands, όπως του οίκου Bvlgari, διαδεχόμενη τις Λίλι Ολντριτζ, Μπέλα Χαντίντ και Ρέιτσελ Βάις, δημόσιο πρόσωπο με καταμετρημένο ακροατήριο 12,3 εκατομμυρίων ινσταγκραμικών followers, αυταπόδεικτο sex symbol και να μην κεραυνοβολείσαι από την ίδια την επιτυχία σου.
Η Κορμπερό το καταφέρνει γιατί έχει δύο βαθιά γειωμένα στη γη αλεξικέραυνα: τον πατέρα και τη μητέρα της. Αν και οι δυο τους δεν είχαν καμία σχέση με το θέαμα -εκείνος είναι μαραγκός, εκείνη πωλήτρια-, όταν σε ηλικία 5 ετών η μικρότερη κόρη τους τούς ενημέρωσε ότι θέλει να γίνει ηθοποιός, δεν την κοίταξαν περίεργα, δεν την αγνόησαν, ούτε γέλασαν με τις παιδιάστικες ονειροφαντασίες της. Εκατσαν όλοι μαζί γύρω από ένα τραπέζι και κατέστρωσαν ένα στρατηγικό σχέδιο με όσα έπρεπε να γίνουν ώστε η Ούρσουλα να διαβεί τις πύλες του θεάματος.
Η Κορμπερό όσο ζει θα ευγνωμονεί τους γονείς της όχι μόνο γιατί αφουγκράστηκαν την καλλιτεχνική ανησυχία της που ξύπνησε πριν ακόμα καλά-καλά η ίδια καταλάβει τον εαυτό της, ούτε μόνο γιατί της δίδαξαν να έχει ξεκάθαρες απόψεις, να παίρνει θέση απέναντι στα πράγματα και να εκφράζεται όπως ακριβώς σκέφτεται.
Αλλά και για τα ξέγνοιαστα παιδικά καλοκαίρια που της χάρισαν, όταν η ίδια, όπως ανακαλεί, έπαιζε όλη μέρα με την αδελφή της στο σπίτι των παππούδων τους λίγα χιλιόμετρα έξω από τη Βαρκελώνη και είχε αναλάβει την καθημερινή φροντίδα ενός παραστρατημένου από το κοντινό δάσος σκαντζόχοιρου.
Πάντως, η αγάπη, η επιβεβαίωση και οι στέρεες βάσεις που έλαβε από την οικογένειά της τής ήταν παραπάνω από χρήσιμες όταν λίγα χρόνια αργότερα, μαθήτρια του Δημοτικού, δοκίμασε την τύχη της ως μοντέλο σε διαφημίσεις.
Η απόρριψη ερχόταν με το καντάρι, αφού δεν θύμιζε σε τίποτα το στερεότυπο που ήθελε τα κορίτσια της ηλικίας της να έχουν βγει από γραμμή παραγωγής εργοστασίου που συναρμολογεί πριγκίπισσες της Disney. Επειτα από δύο χρόνια άκαρπων προσπαθειών, όμως, ένας casting director λάτρεψε το παράξενο, μυστηριώδες, καθηλωτικό κοριτσίστικο βλέμμα της και της πρόσφερε την πρώτη δουλειά της σε μια καμπάνια παιδικών ρούχων. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία.
Στα 21 της χρόνια η ηθοποιός εκκολαπτόταν ήδη σε σταρ. Υποδυόμενη τη Ρουθ, μια ηρωίδα που έπασχε από βουλιμία στην ισπανική τηλεοπτική σειρά «Físicao Química», κατάφερε όχι μόνο να προκαλέσει για τον χαρακτήρα, αλλά και να εξάψει την περιέργεια των σκηνοθετών που ήθελαν να δουλέψουν μαζί της. Εκανε επιτυχίες, έκανε και αποτυχίες.
Δεν έχει κανέναν δισταγμό να αγκαλιάσει και τις δύο. Οταν όμως διάβασε για πρώτη φορά το σενάριο του «Casa de Papel» και είδε να ζωντανεύει μέσα της ο ρόλος της Τόκιο ήξερε ότι κάτι σημαντικό επρόκειτο να συμβεί. Δεν είχε σημασία αν θα ήταν καλό ή κακό. Θα ήταν σίγουρα σπουδαίο. Σήμερα, λογικά πρέπει να νιώθει δικαιωμένη.
Βέβαια, στα επαγγελματικά της δεν έχει ακόμα καταφέρει να πετύχει το απόλυτο για κάθε μη αγγλόφωνο σταρ, να αναβαπιστεί δηλαδή με κάποια αμερικανική ταινία – θα το προσπαθήσει με τον ρόλο της στο «Snake Eyes», spin-off του «G.I. Joe».
Ο χρόνος είναι με το μέρος της. Aλλωστε, μολονότι την ίδια καθόλου δεν την ενδιαφέρει και, όπως λέει, καθόλου δεν επιδιώκει να αρέσει σε όλους -διαχωρίζοντας ευφυώς τη θέση της από την τηγανητή πατάτα-, η Κορμπερό με το σχεδόν απόκοσμο σεξαπίλ και τον συμβατικά αντισυμβατικό Instagram λογαριασμό αρέσει. Πολύ.
Oσο για την ιδιωτική ζωή της, είναι κι αυτή απολύτως συγχρονισμένη με την επαγγελματική διαδρομή της, αρμενίζοντας σε ήρεμα και ασφαλή νερά. Eπειτα από μια βραχεία σχέση με τον τενίστα Φελισιάνο Λόπεζ και έναν μακροχρόνιο δεσμό με τον ηθοποιό Αντρές Βελενκόσο, η 31χρονη έχει βρει τα τελευταία τέσσερα χρόνια τον έρωτα στο πρόσωπο του Αργεντινού συναδέλφου της Τσίνο Νταρίν. «Καταλαβαίνουμε ο ένας τον άλλον με ένα βλέμμα.
Είμαστε φίλοι, απολαμβάνουμε να κάνουμε πράγματα παρέα. Ο,τι κι αν κάνουμε μαζί, είναι υπέροχο», εξομολογούνταν σε συνέντευξή της σε αραβόφωνη έκδοση γυναικείου περιοδικού πριν από λίγους μήνες. Ο αγαπημένος της είναι πιθανότατα και ο λόγος που η Κορμπερό αναπτύσσει ακτιβιστική δράση στην Αργεντινή, όπου συμμετείχε στο κίνημα αποποινικοποίησης των αμβλώσεων.
Πάντως, αν και δεδηλωμένη φεμινίστρια που ονειρεύεται έναν κόσμο πιο ισορροπημένο ανάμεσα στα δύο φύλα, επιμένει να μην αποποιείται ούτε ρανίδα του σεξαπίλ της -πώς θα γινόταν άλλωστε αφού είναι εγγεγραμμένο στις έλικες του DNA της-, λατρεύει τις ψηλοτάκουνες γόβες και δεν θα αντάλλασσε με τίποτα στον κόσμο μια μπανιέρα με καυτό νερό, όπου συνηθίζει να εξαγνίζει κάθε βράδυ τα first world problems της, που προφανώς μεγεθύνονται όσο αυξάνεται η απήχησή της. Αν μάλιστα έχει φροντίσει να της την ετοιμάσει ο καλός της, ακόμα καλύτερα. Είπαμε, η ισότητα πάνω απ’ όλα
Πηγή: www.protothema.gr