Η αστραπιαία άνοδος του Πεκίνου στις αρχές του 21ου αιώνα έχει ανατρέψει την ισορροπία δυνάμεων στη Νότια Ασία, όπου το Νέο Δελχί αναγκάζεται να αναθεωρήσει τον τρόπο άσκησης της εξωτερικής του πολιτικής.
Του Bruno Philip
Το θλιβερό τέλος της βασιλείας της πρωθυπουργού του Μπανγκλαντές Σεΐχ Χασίνα, η οποία αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα της στις αρχές Αυγούστου για να γλιτώσει από έναν αφηνιασμένο όχλο που απειλούσε να την λιντσάρει στο παλάτι της, είναι άσχημα νέα για την Ινδία. Η νέα προσωρινή κυβέρνηση του Μπαγκλαντές, υπό την ηγεσία του βραβευμένου με Νόμπελ Ειρήνης το 2006 Μοχάμεντ Γιούνους, είναι ως γνωστόν πολύ εκνευρισμένη με τον μεγάλο γείτονά της, κατηγορούμενη ότι στήριξε αυτή τη «σιδηρά μπεγκούμ» για πάρα πολλά χρόνια, καθώς το καθεστώς της εξελίχθηκε με τα χρόνια σε μια σκοτεινή «δημοκρατία».
Γενικότερα, το επεισόδιο αυτό καταδεικνύει τις αλλαγές που συντελούνται στο γεωπολιτικό πεδίο της Νότιας Ασίας, εξέλιξη που αναγκάζει το Νέο Δελχί να προσαρμοστεί σε νέους περιορισμούς και να αναθεωρήσει τον τρόπο άσκησης της εξωτερικής του πολιτικής. Περισσότερο από ποτέ, η Ινδία μοιάζει να περιβάλλεται όχι μόνο από εχθρούς (Κίνα και Πακιστάν), αλλά και από άλλους γείτονες που είναι απείρως λιγότερο πολεμοχαρείς και παρόλα αυτά αγωνιούν να ξεφύγουν από την κηδεμονία της, ή τουλάχιστον είναι διατεθειμένοι να διαπραγματευτούν τους όρους της «καλοπροαίρετης βοήθειας» της…
Η εξέλιξη αυτή είναι ακόμη πιο ανησυχητική για τη Δημοκρατία της Ινδίας, δεδομένου ότι αυτή η αλλαγή μοντέλου προέκυψε τα τελευταία χρόνια στο πλαίσιο του περιφερειακού ανταγωνισμού μεταξύ του Νέου Δελχί και του Πεκίνου. Η πτώση της κ. Χασίνα θα μπορούσε κάλλιστα να έχει μια σχεδόν μηχανική συνέπεια: θα μπορούσε να δώσει στην Κίνα ένα πλεονέκτημα εάν η νέα κυβέρνηση του Μπαγκλαντές επέλεγε να επαναπροσδιορίσει την εξωτερική πολιτική της χώρας προς μια κατεύθυνση λιγότερο ευνοϊκή για το Νέο Δελχί.
Μάχη στην κορυφή
«Η στενή σχέση Ινδίας – Μπαγκλαντές κατά τη διάρκεια της θητείας της Χασίνα αντιμετωπίζει τώρα έναν σημαντικό κίνδυνο. Η Ινδία ανησυχεί ιδιαίτερα για το ενδεχόμενο μια κυβέρνηση του Μπαγκλαντές να στραφεί προς την Κίνα» επιβεβαίωσε ο πολιτικός επιστήμονας Sumit Ganguly τον Αύγουστο στο περιοδικό Foreign Policy.
Το Μπαγκλαντές δεν είναι το μόνο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν σήμερα οι στρατηγοί της κυβέρνησης του Ινδού πρωθυπουργού Ναρέντρα Μόντι. Η πτώση του πολύτιμου συμμάχου της Σεΐχ Χασίνα μόλις προστέθηκε στις οπισθοδρομήσεις που υπέστη η «Μεγάλη Μητέρα» της Νότιας Ασίας τους τελευταίους μήνες. Μέσα σε λιγότερο από ένα χρόνο, ηγέτες μάλλον εχθρικοί προς την Ινδία ήρθαν στην εξουσία σε δύο χώρες των οποίων η γεωγραφική θέση την αφορά περισσότερο: πρώτα στις Μαλδίβες, το μικρό αρχιπέλαγος στον νότιο Ινδικό Ωκεανό που το Νέο Δελχί θεωρεί «προφύλαξη» του- στη συνέχεια στο Νεπάλ, τη δημοκρατία των Ιμαλαΐων, της οποίας η βόρεια περιοχή συνορεύει με το κινεζικό Θιβέτ.
Ο νέος πρωθυπουργός του Νεπάλ, Χάτζα Πρασάντ “KP” Σάρμα Όλι, ο οποίος ανέλαβε επικεφαλής της κυβέρνησης στις 15 Ιουλίου, θα μπορούσε σύντομα να δρομολογήσει έργα που συνδέονται με τους κινεζικούς “Νέους Δρόμους του Μεταξιού”, ένα κόκκινο πανί για την Ινδία. Όσο για τον νέο πρόεδρο των Μαλδίβων, Μοχάμεντ Μουίζου -που εξελέγη τον Σεπτέμβριο του 2023- ζήτησε από τον ινδικό στρατό που βρίσκεται σε αρκετές από τις είκοσι έξι ατόλες που απαρτίζουν τη χώρα του να τα μαζέψει, πράγμα που έπραξε τον Μάιο. Σαν να ήθελε να στηρίξει το νέο του «δόγμα», τον Μάρτιο ο αρχηγός του κράτους των Μαλδίβων υπέγραψε συμφωνία στρατιωτικής βοήθειας με το Πεκίνο…
Όλα αυτά τα γεγονότα αποτελούν μέρος της μεγάλης μάχης για επιρροή που βρίσκεται σε εξέλιξη στην περιοχή, όπου οι δύο ασιατικοί γίγαντες ανταγωνίζονται τόσο σε στρατηγικό όσο και σε εμπορικό επίπεδο. Ο ολοένα και πιο διαρκής «εισχωρητισμός» της Κίνας στα διαϊμαλαϊκά περιθώρια, όπου η παρουσία της ήταν προηγουμένως διακριτική, ανατρέπει τις παραδοσιακές ισορροπίες που η Ινδία, με την υπεροχή της, κατάφερνε πάντα να διατηρεί προς όφελός της.
Το πλεονέκτημα
Η Ινδία έδινε πάντοτε στους άμεσους γείτονές της, ακόμη και όταν αυτοί ήταν καλοπροαίρετοι απέναντί της, την αίσθηση ότι ταλαντεύεται μεταξύ μιας συγκαταβατικής στάσης και ηγεμονικών φιλοδοξιών. Αυτό το σύμπλεγμα υπεροχής της «αιώνιας Ινδίας» μπορεί να εξηγηθεί από την ιστορία: η Βρετανική Ινδική Αυτοκρατορία, που διαλύθηκε το 1947, γέννησε τις νέες χώρες που αποτελούν σήμερα ένα μεγάλο μέρος της Νότιας Ασίας, οι περισσότερες από τις οποίες είναι «παρακλάδια» της Ινδίας. Το Πακιστάν, το Μπαγκλαντές και η Σρι Λάνκα (πρώην Κεϋλάνη) ήταν όλα μέρος του Βρετανικού Ρατζ, σύμβολο μιας αποικιοκρατικής δύναμης που είχε ενοποιήσει μια προηγουμένως κατακερματισμένη Ινδία.
Επομένως, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η Ινδία μετά την ανεξαρτησία είχε το αντανακλαστικό να φορέσει το ένδυμα της μεγάλης δύναμης, εκείνης στην οποία μπορεί να βασιστεί κανείς, αλλά και εκείνης της οποίας την οργή πρέπει να φοβάται. Όμως η αστραπιαία άνοδος της Κίνας στις αρχές του 21ου αιώνα άλλαξε την ισορροπία δυνάμεων. Οι χώρες της Νότιας Ασίας δεν μπορούν να αγνοήσουν την Ινδία, αλλά μπορούν πλέον να την αντιμετωπίσουν. «Ενώ μια χούφτα έθνη βρίσκονται ξεκάθαρα στο κινεζικό στρατόπεδο (το Πακιστάν) ή στο ινδικό στρατόπεδο (το Μπουτάν), τα περισσότερα από τα υπόλοιπα συνεχίζουν να αμφιταλαντεύονται μεταξύ μιας φιλο-ινδικής ή φιλο-κινεζικής στάσης», συνοψίζει ο ερευνητής Τσιέτιτζ Μπατζπάι στον εξειδικευμένο ιστότοπο The Diplomat. Οι χώρες αυτές είναι πλέον σε θέση «να αποσπάσουν παραχωρήσεις από το Νέο Δελχί και το Πεκίνο προκειμένου να ικανοποιήσουν τις αναπτυξιακές τους ανάγκες, διατηρώντας παράλληλα τη στρατηγική τους αυτονομία».
Η ειρωνεία της κατάστασης είναι κραυγαλέα: ένα από τα σύμβολα της ισχυρής υπερεθνικιστικής ινδουιστικής οργάνωσης RSS -από την οποία έχει προκύψει το κόμμα του Μόντι- είναι αυτό ενός χάρτη που αναπαριστά το «Akhand Bharat», ένα ιμπεριαλιστικό όραμα μιας «Μεγάλης Ινδίας» χωρίς σύνορα, όπου το Πακιστάν, το Μπαγκλαντές και το Νεπάλ απορροφώνται στην ίδια οντότητα. Και όμως, ποτέ άλλοτε η Ινδία, ως ανεξάρτητο έθνος, δεν ήταν τόσο αναγκασμένη να διαπραγματευτεί με τα «μικρά αδέρφια» της για το πώς θα εκφράσει την εξουσία της.