Ανακοινώθηκε και επισήμως η λίστα με τις «ασφαλείς» τρίτες χώρες οι πολίτες των οποίων θα μπορούν να ταξιδεύουν σε ευρωπαϊκό έδαφος από αύριο, 1η Ιουλίου, με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, τη Ρωσία, την Τουρκία και τη Βραζιλία να βρίσκονται εκτός αυτής.
Στη λευκή λίστα περιλαμβάνονται ο Καναδάς, η Αυστραλία, η Αλγερία, η Γεωργία, η Ιαπωνία και το Μαυροβούνιο η Νέα Ζηλανδία, η Τυνησία, η Ρουάντα, η Σερβία, η Νότια Κορέα, η Ταϊλάνδη και η Ουρουγουάη. Επίσης, περιλαμβάνονται τα κρατίδια του Βατικανού, η Ανδόρα, το Μονακό και το Σαν Μαρίνο. Η Κίνα περιλαμβάνεται μεν στη λίστα, υπό την αίρεση όμως, ότι και εκείνη θα ανοίξει τα σύνορά της.
Χρειάστηκαν πολύωρες διαβουλεύσεις ανάμεσα στους μονίμους αντιπροσώπους των κρατών μελών της ΕΕ καθώς υπήρχαν πολλές και διαφορετικές προσεγγίσεις, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να επιτευχθεί συμφωνία με την αναγκαία ειδική πλειονοψηφία, δηλαδή να υπερψηφιστεί η πρόταση από το 55% των κρατών μελών (15 από τα 27 κράτη μέλη) και από τα κράτη μέλη που αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το 65% του συνολικού πληθυσμού της ΕΕ.
Η συγκεκριμένη λίστα αποτελεί περισσότερο μια «σύσταση» παρά μια δέσμευση, καθώς τα κράτη μέλη της ΕΕ διατηρούν το δικαίωμα να επιβάλουν ελέγχους στα σύνορά τους για πολίτες τρίτων κρατών. Ωστόσο, οι πολύωρες διαβουλεύσεις και οι διαφωνίες που υπήρξαν για να καταρτιστεί αυτή η λίστα αφήνουν να εννοηθεί ότι οι «27» αναμένεται να τηρήσουν τη συμφωνία. Ο βασικός λόγος είναι ότι εάν ένα κράτος – μέλος της ΕΕ αποφασίσει να δεχθεί πολίτες τρίτης χώρας με αυξημένα κρούσμα του ιού, τότε ενδέχεται άλλο κράτος- μέλος του χώρου Σένγκεν να κλείσει τα δικά του σύνορα. Για παράδειγμα εάν η Ελλάδα αποφασίσει μονομερώς να ανοίξει τα σύνορά της για Τούρκους πολίτες, τότε ενδεχομένως η Γερμανία ή η Αυστρία να έθεταν περιορισμούς στα δικά τους σύνορα.
Η «λευκή λίστα» θα επανεξετάζεται κάθε δύο εβδομάδες ώστε η ΕΕ να παρακολουθεί τις εξελίξεις διεθνώς. Για να συμπεριληφθεί μια χώρα στην ασφαλή αυτή λίστα θα πρέπει να καταγράφει ίδια ή και λιγότερα κρούσματα του κορωνοϊού από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, δηλαδή 16 ανά 100.000 πολίτες.
Εκτός από τις πολιτικές και διπλωματικές πιέσεις, οι διαφωνίες ανάμεσα στα κράτη μέλη της ΕΕ αφορούσαν σε πολλά και ποικίλα ζητήματα. Κράτη μέλη όπως η Ελλάδα και η Πορτογαλία επιθυμούσαν μια μεγαλύτερη λίστα «ασφαλών τρίτων κρατών», ενώ η Ισπανία και Γερμανία, τρομοκρατημένες από την πανδημία, ζητούσαν περισσότερα προσεκτικά μέτρα. Από την πλευρά της η Γαλλία έθεσε ως όρο την αρχή της αμοιβαιότητας, υπογραμμίζοντας ότι η ΕΕ δεν πρέπει να ανοίξει τα σύνορά της με καμία χώρα που θέτει περιορισμούς στα ταξίδια Ευρωπαίων πολιτών, όπως λ.χ. η Κίνα. Άλλα κράτη μέλη της ΕΕ θεωρούσαν ότι το κριτήριο των κρουσμάτων ανά 100.000 πολίτες ήταν ιδιαίτερα αυστηρό, ενώ υπήρχαν ανησυχίες από την πλευρά της Πορτογαλίας για την Βραζιλία, μία χώρα-δεξαμενή για την τουριστική τη βιομηχανία και τη Γαλλία που επιθυμούσε περισσότερες γαλλόφωνες χώρες της Αφρικής στη σχετική λίστα.
Υπενθυμίζεται ότι δεν θα υπάρξουν περιορισμοί για το Ηνωμένο Βασίλειο καθώς η χώρα παραμένει τυπικά μέλος της ΕΕ μέχρι να λήξει η μεταβατική περίοδος στο τέλος του έτους. Παράλληλα τα σύνορα ανάμεσα στην ΕΕ και την Ισλανδία, την Νορβηγία, το Λιχτενστάιν και την Ελβετία παραμένουν, τυπικά, ανοικτά.
Η λίστα θα αναθεωρείται κάθε δεκαπέντε μέρες ανάλογα με τα επιδημιολογικά δεδομένα.