Υπάρχει ένας διάσημος ορισμός σύμφωνα με τον οποίο η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού. Το ερώτημα είναι που βάζει κανείς τα όρια του εφικτού και η απάντηση προσδιορίζει το εάν μιλάμε για μια απλή διαχείριση των πραγμάτων ή για την ικανότητα να σχεδιάζεις ένα μέλλον και να το καθιστάς εφικτό.
Η αλήθεια είναι πως το πολιτικό προσωπικό της χώρας έχει βολευτεί με την πρώτη εκδοχή. Τρεις το λάδι, δύο το ξύδι, πέντε το λαδόξυδο. Είναι η «σχολή λογιστικής» που εγκαινίασε ο Κώστας Σημίτης. Ο Καραμανλής που τον διαδέχθηκε προσπάθησε να ξεφύγει κάπως από αυτή τη λογική αλλά δεν του βγήκε. Μπερδεύτηκε, τον μπέρδεψαν, χάθηκε η μπάλα στο τέλος.
Άξιος διάδοχος της «σχολής λογιστικής» είναι ο Γιάννης Στουρνάρας και δεν το κρύβει. Οι αριθμοί πρέπει να ευημερούν και οι άνθρωποι ας περιμένουν τη σειρά τους… Για αυτό και επί της ουσίας απουσιάζει η πολιτική στρατηγική από την παρούσα κυβέρνηση. Ο Σαμαράς πάει όπου τον πάνε οι αριθμοί, δηλαδή οι δανειστές μας, δηλαδή η Γερμανία. Χωρίς όραμα, χωρίς τακτικούς στόχους, η κυβερνητική πολιτική αναλώνεται στην ικανοποίηση των όρων που θέτει η τρόικα και αυτό είναι όλο.
Εδώ κάποιος μπορεί να σκεφτεί πως αν είναι έτσι, τότε κυβερνήσεις, υπουργοί, βουλευτές, παρατρεχάμενοι, κλπ είναι ένα βάρος περιττό. Ας αναθέσουμε τη δουλειά στη Grant Thornton να τελειώνουμε. Και καλύτερα μπορεί να την κάνει κι εμείς δεν θα παραμυθιαζόμαστε πως τάχα ψηφίζουμε, εκλέγουμε, εκπροσωπούμαστε, κοκ. Αν η δουλειά είναι λογιστική και μόνο, να την αναθέσουμε στους καλύτερους του είδους. Γιατί να ταλαιπωρούμαστε με τον Βρούτση και τον Σκορδά;
Όποιος περιμένει να έρθουν «καλά νέα» από τον ουρανό, θα περιμένει πολύ. Η επιλογή Σαμαρά – Στουρνάρα είναι ξεκάθαρη. Καθόμαστε ήσυχοι, κάνουμε ό,τι μας λένε και ροκανίζουμε το χρόνο μέχρι τις γερμανικές εκλογές. Στο ενδιάμεσο θα μας δώσουν και κάνα «δωράκι» για να πανηγυρίσουμε ( π.χ δυο – τρεις μονάδες κάτω ο ΦΠΑ στην εστίαση) και μετά τις εκλογές των Γερμανών θα πάμε σε «κούρεμα». Με απλά λόγια, η διακυβέρνηση θυμίζει το παιδικό παιχνίδι με τα τρία πιθηκάκια που αναπαριστούν το «δεν βλέπω, δεν ακούω, δεν μιλάω».
Αυτή είναι και η μεγάλη πρόκληση για την αξιωματική αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ. Να πείσει πως η δουλειά δεν είναι μόνο λογιστική. Πως υπάρχει χώρος για πολιτική στρατηγική που δεν θα διαχειρίζεται μόνον αλλά και θα διαμορφώνει τα δεδομένα. Άκουσα χθες τη Ρένα Δούρου που πρότεινε μια στρατηγική σε τρία σημεία: να θέσει άμεσα η ελληνική κυβέρνηση θέμα διαπραγματεύσεων προς τη γερμανική πλευρά, να ενισχύσει με ομόφωνη συστράτευσή της η Βουλή το αίτημα αυτό, ευαισθητοποιώντας τη διεθνή κοινή γνώμη, να υλοποιηθεί το αίτημα που έχει θέσει εδώ και καιρό ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ περί σύστασης Μικτής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής.
Ο ΣΥΡΙΖΑ βάζει μια στρατηγική πρόταση πάνω στο τραπέζι και φαίνεται πως ξαναπιάνει το νήμα της πολιτικής, μετά από πολύ καιρό άγονης και αδιέξοδης παραπολιτικής αντιπαράθεσης. Κι αυτό είναι αναμφίβολα θετικό. Μένει να αποδειχθεί πως πέρα από μια καλή διατύπωση της πρότασης, υπάρχει και η ικανότητα για την υποστήριξή της στο διάστημα που θα ακολουθήσει.
ΥΓ: Ακόμη κι αν ευοδωθούν οι προσπάθειες που κάνει ο Αβραμόπουλος για επίσκεψη του αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Τζον Κέρυ στην Αθήνα, με ποια ατζέντα θα συζητήσει η κυβέρνηση;