Του Ιωάννη Π. Χουντή*
Είναι επιστημονικά κοινώς αποδεκτό πως κάθε λαός αποκτά μία εθνική αυτοσυνειδησία βασισμένη σε τρεις βασικούς πυλώνες. Πρώτον με την Ιστορία του και έπειτα με βάση την γλώσσα του και την θρησκεία του. Η ελληνική γλώσσα -άριστη στην ενότητα και την συνέχεια της- , η Ορθόδοξη Θρησκεία και η Ιστορία μας (Αρχαία Ελλάδα, Βυζάντιο, Νεότερος Ελληνισμός κατά τον Κ.Παπαρρηγόπουλο) συγκροτεί, φερ’ ειπείν, την ελληνική εθνική συνείδηση.
Με αφορμή τις πρόσφατες εξελίξεις γύρω από το Σκοπιανό Ζήτημα θα ήταν χρήσιμο να εξηγήσουμε γιατί με βάση την παραπάνω αρχή δεν δύναται να υπάρχει ούτε ποτέ να υπάρξει ‘’μακεδονικό’’ έθνος. Ας κοιτάξουμε, λοιπόν, προς τους γείτονές μας, Σκοπιανούς. Τι έχουν από τα τρία βασικά στοιχεία, που πλάθουν την ταυτότητα ενός έθνους; Αρχικά όσον αφορά την γλώσσα τους, διότι πολλά λέγονται εσχάτως από μη ειδικούς:
Οι περισσότεροι γλωσσολόγοι κατατάσσουν την γλώσσα τους στις διαλέκτους της σλαβικής στη νότια Βαλκανική θεωρώντας την είτε ως προέκταση (Βίκτορ Φρίντμαν και Όλγα Τόμιτς) της βουλγαρικής -με την οποία υπάρχει αμοιβαία αναγνώριση και συγκρότηση γλωσσικού συνεχούς (language continuum) είτε ως διάλεκτό της ( Όττο Κρονστάινερ, Μάικλ Κλάιν). Από την άλλη καμία σχέση δεν έχει με την αρχαία μακεδονική, που κατατάσσεται στις ελληνικές διαλέκτους, όπως φανερώνει η μορφολογία της, οι αρχαίες πηγές (Λίβιος, Στράβων, Ηρόδοτος κ.α.) και τα πολλά ανθρωπωνύμια (Αντίγονος, Αλέξανδρος, Φίλιππος, Άτταλος κ.α.) και τοπωνύμια (Πέλλα κ.α.). Το αλφάβητο των Κυρίλλου και Μεθοδίου δε αποτελεί μία προσπάθεια να παραδοθεί στους εκείθεν λαούς η γλώσσα της Αγίας Γραφής και καμία σχέση δεν έχει με το αλφάβητο της αρχαίας μακεδονικής διαλέκτου.
Ας περάσουμε τώρα στην ‘’μακεδονική’’ Εκκλησία. Η Αρχιεπισκοπή της Αχρίδος υπάγεται στο Πατριαρχείο Σερβίας και κατ’ επέκταση στο Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και ουδέποτε αναγνωρίστηκε κατά τους κανονικούς, ιερούς και άλλους κανόνες ως ‘’μακεδονική’’. Μάλιστα, εδώ ενυπάρχει η προσπάθεια της Βουλγαρικής Εκκλησίας να διαδραματίσει ρόλο ‘’Μητρός Εκκλησίας’’ για να προσεταιριστεί η Βουλγαρία το κρατίδιο των Σκοπίων και να εντείνει την επιρροή της στην περιοχή. Για αυτό αντέδρασε έντονα και το Πατριαρχείο Σερβίας και το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και η ΔΙΣ της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Όσον αφορά την Ιστορία τους, τι δύναται να πει κανείς; Το ανεξάρτητο κράτος υφίσταται μόλις μερικά χρόνια ενώ αν ανατρέξουμε πίσω στον χρόνο θα δούμε πως η πρώτη αναφορά σε δήθεν μακεδονικό έθνος αναφέρεται στην κατεπνιγμένη από τους Οθωμανούς Εξέγερση του Ίλιντεν (1903) πολύ πριν την χρήση ανάλογου όρου από τον Τίτο, ο οποίος είχε τα δικά του κίνητρα μετά την αρχή της αντιπαράθεσής του με τον Ι.Στάλιν.
Είναι, λοιπόν, φανερό πως ούτε μακεδονική εκκλησία υπάρχει, ούτε μακεδονική γλώσσα ενώ η Ιστορία αποτελεί ένα φτιασίδωμα εξωτερικών παραγόντων και θελήσεων. Δεν αμφισβητούμε, φυσικά, την ικανότητα των Λαών να αυτοπροσδιορίζονται αλλά χωρίς να σφετερίζονται στοιχεία εθνικής συνείδησης άλλων ξένων προς αυτούς λαών, όπως ο δικός μας εν σχέσει με τους Σκοπιανούς. Επιστημονικώ τω τρόπω, λοιπόν, ελλείπουν και οι τρεις αναγκαίοι και καθοριστικοί παράγοντες για την αναγνώριση μίας κάποιας εθνότητος. Οπότε θα ήταν εθνικά ωφέλιμο να μην διατυπώνονται – ιδίως εν μέσω διαπραγμάτευσης- διάφορες απόψεις μακρυά από την ιστορική αλήθεια.
Κλασικού Φιλολόγου Α.Π.Θ. και Προέδρου του Ινστιτούτου Πολιτικών Μελετών ‘’Κέντρο Αστικής Μεταρρύθμισης’’ (www.keasm.gr)