Γράφει ο Γιάννης Νάκος
Μέσα στην δίνη του λαϊκισμού και της δημαγωγίας που βιώνει τόσο η Ευρώπη όσο και ο υπόλοιπος κόσμος, η εκλογή του Μακρόν αποτελεί μια θετική αχτίδα αισιοδοξίας για το άμεσο μέλλον, με τους υποστηρικτές του να εναποθέτουν σε αυτόν την δύσκολη προσπάθεια για αναδιαμόρφωση της Γαλλίας αλλά και της Ευρώπης.
Το εγχείρημα αυτό επ’ουδενί δεν θα είναι εύκολο και κατά πάσα πιθανότητα θα λοιδωρηθεί από αρκετά μέλη της Ευρωζώνης.που τουλάχιστον μέχρι τώρα δεν έχουν δει την εκλογή Μακρόν με θετικό μάτι.
Ο πρώτος εσωτερικός αντίπαλος για τον νέο Πρόεδρο της Γαλλίας ακούει στο όνομα Μαρί Λεπέν, η οποία μπορεί να νικήθηκε κατά κράτος στις προεδρικές εκλογές, όμως δεν παύει να είναι ένας σημαντικός ‘’παίχτης’’ για την μελλοντική στρατηγική του Ε. Μακρόν. Ο λόγος δεν θα μπορούσε να είναι άλλος από το γεγονός πως μπορεί η Μαρίλ Λεπέν να έχασε παταγωδώς, εντούτοις όμως κατάφερε να διπλασιάσει τα εκλογικά της ποσοστά, αλλά και να αυξήσει το αντιευρωπαϊκό κλίμα, που εδώ και καιρό έχει αρχίσει να καλλιεργείται στους κόλπους της Γαλλικής Δημοκρατίας.
Παράλληλα και σε άμεση συνάφεια με τα εκλογικά ποσοστά του Εθνικού Μετώπου, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη και το μεγάλο ποσοστό της εκλογικής αποχής κατά την διάρκεια των Γαλλικών Προεδρικών εκλογών, ποσοστό το οποίο μάλιστα έφτασε να αγγίξει σχεδόν το 27%.
Επομένως, είναι εύκολο να εξαχθεί το συμπέρασμα πως εάν ο Μακρόν και το κόμμα του δεν καταφέρει να μετουσιώσει σε πράξη την αρκετά μεγάλη και ευρεία ψήφο εμπιστοσύνης που έλαβε από τον γαλλικό λαό, τότε κατά πάσα πιθανότητα το 2022 (έτος γαλλικών προεδρικών εκλογών), η επικράτηση των εθνικιστών θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη και πρακτικά μη αναστρέψιμη.
Μέσα σε όλα αυτά, ο νέος Πρόεδρος της Γαλλίας θα πρέπει να προβεί σε μια σειρά από αλλαγές που θα ενισχύσουν αφενός το δημόσιο προφίλ του και θα αντιστρέψουν το όποιο αρνητικό κλίμα επικρατεί για εκείνον στο εσωτερικό αλλά και εξωτερικό και, αφετέρου, θα του επιτρέψουν να βάλει μπρος το ‘’νέο σχέδιο’’ για την Γαλλία. Ένα σχέδιο το οποίο προς το παρόν αποτελεί σκόρπιες ιδέες, δίχως πολιτική αλλά και διπλωματική ‘’νομιμοποίηση’’.
Δεν θα πρέπει λοιπόν να μας προξενήσει εντύπωση που στο επόμενο διάστημα θα προσπαθήσει να εισάγει στην γαλλική πολιτική αρένα μια πληθώρα αλλαγών, τις οποίες παραδοσιακά όλοι υιοθετούσαν, όμως δυστυχώς κανένας μέχρι σήμερα δεν έχει υλοποιήσει.
Το επιτελείο που βρίσκεται κοντά στον Μακρόν, το οποίο αποτελείται από αρκετούς εθελοντές αλλά και σημαντικά πολιτικά στελέχη της γαλλικής πολιτικής σκηνής, κρούει το καμπανάκι του κινδύνου για μια σειρά από απαιτούμενες και αναγκαίες μεταρρυθμίσεις.
Ανάμεσα στα πρώτα σχέδια του Μακρόν αναμένεται να είναι αλλαγές στην ‘’πολιτική ηθική’’, όπως αναφέρει και η Liberation, με τα νέα μέτρα να προσανατολίζονται σε απαγορεύσεις και βιοποριστικά δικαιώματα των βουλευτών και των πολιτικών.
Ενδεικτικά, γίνεται εύκολα αντιληπτό πως μέσα στα άμεσα σχέδια του νέου Προέδρου της Γαλλίας και του επιτελείου του, βρίσκονται αλλαγές και μεταρρυθμίσεις στους εξής τομείς:
- Εκπαίδευση
- Υγεία
- Εξυπηρέτηση φορολογούμενων, με απαλοιφή της τιμωρίας και άμεση διασύνδεση της κρατικής φορολογικής πολιτικής με τον επονομαζόμενο ‘’φορολογικό σωφρονισμό’’
- Ασφάλεια
- Πολιτισμός
- Eυρωπαϊκή αλληλεγγύη
Από την άλλη πλευρά, ένας από τους βασικούς παρατηρητές της νέας πολιτικής, που προσπαθεί να εισάγει ο Μακρόν, είναι η Γερμανία η οποία μετά τις καθιερωμένες ανταλλαγές ευχών και συγχαρητηρίων προσπαθεί να ‘’ψυχολογήσει’’ και έως έναν βαθμό να διερευνήσει τις προθέσεις του Μακρόν και το κατά πόσο μέσα σε αυτές περικλείεται η διασφάλιση των δικών της συμφερόντων.
Κάτι τέτοιο δεν θα πρέπει να μας αφήνει έκπληκτους, καθώς ήδη κατά την διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας στην Γαλλία υπήρχαν αρκετά γερμανικά δημοσιεύματα τα οποία έβλεπαν το φως της δημοσιότητας και που στο σύνολο τους κατευθύνονταν στην πολιτική στήριξη του Μακρόν, με αρκετούς αστερίσκους, βέβαια, για το εγγύς μέλλον.
Είναι πάγια τακτική της Άνγκελα Μέρκελ να προσπαθεί να ‘’τεστάρει’’ κάθε αντίπαλο ή σύμμαχο της, προσπαθώντας να κατανοήσει τα όρια και τις εκάστοτε δυνατότητές, και κάτι τέτοιο συνέβη και στην συγκεκριμένη περίπτωση. Το Βερολίνο ναι μεν είναι σε απόλυτη ευθυγράμμιση με την πανευρωπαϊκή προσπάθεια πάταξης του λαϊκισμού, εντούτοις όμως επ’ ουδενί δεν είναι έτοιμο να απεμπολήσει τις όποιες ηγεμονικές εξουσίες έχει συγκεντρώσει όλα αυτά τα χρόνια της μνημονιακής κρίσης.
Από την αντίπερα όχθη, η συγκεκριμένη τακτική αλλά και βολιδοσκόπηση προθέσεων είναι γνωστή στο Παρίσι, το οποίο και μέχρι το πέρας των βουλευτικών εκλογών δεν αναμένεται να ασχοληθεί ενεργά με τον παράγοντα Γερμανία, σε μια προσπάθεια να διασφαλίσει πρώτα τα του οίκου του και μετέπειτα να ασχοληθεί με τα εξωτερικά ζητήματα.
Συμπερασματικά, μέσα στους επόμενους μήνες θα φανεί στην πράξη εάν η Ευρώπη και κατ’ επέκταση οι κυρίαρχες χώρες που διαμορφώνουν τις κατευθυντήριες γραμμές της πήραν το μήνυμα για αλλαγή και επαναπροώθηση των βασικών πυλώνων του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, που δεν είναι άλλοι από την αλληλεγγύη, την ασφάλεια και, φυσικά, την αμοιβαία εμπιστοσύνη μεταξύ των μελών που μέχρι και αυτήν την στιγμή απουσιάζει από τις καρδιές και τις αποφάσεις των Βρυξελλών.