“Μανιταροφοβία και μανιταροϋστερία” διαπιστώνουν τις τελευταίες μέρες, μετά τα κρούσματα δηλητηριάσεων, οι μανιταρόφιλοι ανά τη χώρα, οι οποίοι συνιστούν ψυχραιμία στους καταναλωτές. Όπως σημειώνουν, η λύση βρίσκεται στη γνώση, που τεκμηριώνεται στα επιστημονικά εργαστήρια και εμπεδώνεται βιωματικά στη φύση.
Όπως αναφέρουν ΤΑ ΝΕΑ, οι πρόεδροι των συλλόγων Μανιταρόφιλοι Ελλάδας (Γιώργος Κωνσταντινίδης), Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης (Νίκος Ιακωβίδης), Θεσσαλίας (Στέργιος Μίχος), Ηπείρου (Θανάσης Ντίνος), Θεσσαλονίκης (Ιορδάνης Παρασίδης), Λέσβου (Αρης Σγατζός), Μεσογαίας Αττικής (Δημήτρης Σωφρόνης) και Δυτικής Μακεδονίας (Τριαντάφυλλος Τσαμπάζης), αλλά και ο Ηλίας Πολέμης, διδάκτορας μυκητολόγος-επιστημονικός συνεργάτης του Εργαστηρίου Γενικής και Γεωργικής Μικροβιολογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, «τις τελευταίες μέρες έχουμε γίνει θεατές και ακροατές δημοσιογράφων και παραγόντων που εμφανίζονται ως ειδικοί, παραπληροφορώντας και επαναφέροντας στο προσκήνιο μεσαιωνικού τύπου δοξασίες που μας προειδοποιούν ότι ‘και τα φαγώσιμα μανιτάρια γίνονται θανατηφόρα αν φυτρώσουν δίπλα σε κονσερβοκούτια ή σε κουρέλια’ ή ότι ‘τα φαγώσιμα μανιτάρια μπορούν να μεταλλαχτούν σε θανατηφόρα’ ή ότι ‘τα φαγώσιμα μανιτάρια μπορούν να καταστούν θανατηφόρα αν γειτνιάζουν με θανατηφόρα’!
Δελτίο τύπου της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Υγείας (15 Οκτωβρίου 2014) μας ‘πληροφορεί’ ότι επικίνδυνα μανιτάρια είναι ‘κυρίως τα phalloides και muscaria’, το ηπατοπροστατευτικό σκεύασμα Legalon συνιστά αντίδοτο και διατυπώνει την προτροπή για ‘απόλυτη αποφυγή κατανάλωσης άγριων μανιταριών τα οποία συλλέγονται από τους ίδιους τους πολίτες’, τη στιγμή που είναι γνωστό ότι για το 95% των σοβαρών δηλητηριάσεων στη χώρα μας ευθύνονται τα είδη Amanita phalloides, Amanita verna και Amanita decipiens, είδη τα οποία μπορούν να αναγνωρισθούν με απόλυτη ακρίβεια, όχι μόνο από ειδικούς επιστήμονες αλλά και από οποιονδήποτε καταρτισμένο μανιταρόφιλο, καθώς αποτελεί το πρώτο βασικό μάθημα μανιταρογνωσίας που λαμβάνουν οι εκπαιδευόμενοι στα σχετικά σεμινάρια».
Σε ανακοίνωσή τους, οι μανιταρόφιλοι αναρωτιούνται: «Αλήθεια, αυτοί που διατυπώνουν τέτοιες προτροπές, γιατί δεν μας προτρέπουν να μετακινούμαστε με τα πόδια ή με κάρα για την αποφυγή τροχαίων ατυχημάτων; Αν με αφορμή ένα θανατηφόρο περιστατικό δηλητηρίασης από μανιτάρια, που στη χώρα μας κάθε χρόνο είναι συνήθως μηδενικά και σπανιότερα ένα ή περισσότερα, προτρέπουν να μη καταναλώνουμε άγρια αυτοφυή μανιτάρια, τότε τι θα έπρεπε να κάνουμε με το θέμα της μετακίνησης με αυτοκίνητα όταν καθημερινά συμβαίνουν τροχαία ατυχήματα και κάθε χρόνο θρηνούμε περισσότερα από 350 θύματα σε θανατηφόρα τροχαία δυστυχήματα;».
Οπως εξηγούν οι εν λόγω σύλλογοι, μπορεί η μανιταροφιλία-μανιταρογνωσία στην Ελλάδα έως πριν από δύο δεκαετίες να εμφάνιζε σαφή υστέρηση, συγκρινόμενη με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, και στην πλειοψηφία των νεοελλήνων το μανιτάρι να αποτελούσε κάτι το «επικίνδυνο», «σκιώδες», «μιαρό» ή στην καλύτερη περίπτωση «άγνωστο», σήμερα ωστόσο το σκηνικό αυτό «έχει αλλάξει θεαματικά». «Τόσο οι επιστημονικές ομάδες του τμήματος Βιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου της Αθήνας, του Ινστιτούτου Δασικών Ερευνών της Θεσσαλονίκης και του Γεωπονικού Πανεπιστημίου της Αθήνας, όσο και οι ερευνητικές ομάδες των οχτώ μανιταροφιλικών συλλόγων (Δυτικής Μακεδονίας, Θεσσαλίας, Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, Ηπείρου, Λέσβου, Μεσογαίας Αττικής, Θεσσαλονίκης και Ελλάδας), έχουν συσσωρεύσει και διαδώσει στο πανελλήνιο μια ανεκτίμητη παρακαταθήκη γνώσης για τα αυτοφυή μανιτάρια και έχουν εμπνεύσει χιλιάδες Ελληνες και Ελληνίδες να ασχοληθούν με γνώση, σεβασμό και αγάπη με αυτό το εξέχον στοιχείο της βιοποικιλότητας της χώρας μας.