Γράφει ο Γιώργος Ευγενίδης
Για το περιεχόμενο της συμφωνίας της κυβέρνησης με τους δανειστές μπορεί να πει κανείς πολλά πράγματα. Δεν είναι μια καλή συμφωνία, αλλά είναι μια συμφωνία που αποτρέπει τον εκτροχιασμό της χώρας και δίνει την ευκαιρία για τη διαμόρφωση ενός νέου αφηγήματος. Είναι μια συμφωνία με τεράστια βάρη για τα γνωστά υποζύγια, τα οποία σε αντάλλαγμα θα λάβουν …παυσίπονα για τον πόνο τους, αλλά ελαφράς μορφής. Προβλέψιμα πράγματα, δεν εκπλήσσουν κανέναν.
Ως προς το πολιτικό παίγνιο, όμως, η συμφωνία είναι καταλύτης. Διότι, επηρεάζει σημαντικά τις κινήσεις όλων των παικτών στην σκακιέρα. Για παράδειγμα, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι στα δημοσκοπικά τάρταρα, αλλά τώρα η κυβέρνηση έχει καθαρό πεδίο μπροστά της, χωρίς εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας ή άλλες εκλογικές αναμετρήσεις. Η ΝΔ είναι μπροστά και φλερτάρει με την αυτοδυναμία, αλλά το αίτημα για εκλογές έχει ταβανιάσει. Η Δημοκρατική Συμπαράταξη μπορεί να διατείνεται πως έχει ανακάμψει, αλλά κινδυνεύει κάθε ώρα και στιγμή από την εσωτερική φαγωμάρα που μπορεί να την πετάξει ακόμα και εκτός Βουλής (δεν κάνω πλάκα).
Μετά την ψήφιση των μέτρων, την εβδομάδα που μας έρχεται, η πολιτική κατάσταση θα είναι διαφορετική. Ήδη, κυβέρνηση και ΝΔ σχεδιάζουν εκ νέου τη στρατηγική τους, ώστε να την προσαρμόσουν στα νέα δεδομένα, ενώ η ΔΗΣΥ θα προσπαθήσει να κλείσει τις πληγές της, αν και είναι αβέβαιο πώς αυτό θα γίνει χωρίς κάποια μεγάλη σύγκρουση.
Ο πρωθυπουργός θα κάνει στροφή σε μη μνημονιακά πεδία, καθημερινότητας, και θα προβάλλει το κυβερνητικό έργο, ενώ θα εξαγγείλει και νέες δράσεις. Στο ίδιο μήκος κύματος και η ΝΔ, η οποία με τη σειρά της κάνει στροφή στην κοινωνία, όπου αφενός θα αποδομεί πλήρ ςτη συμφωνία της κυβέρνησης και θα εξηγεί στους πολίτες το κόστος της, αφετέρου θα κομίζει τις δικές της προτάσεις και θα εξηγεί στον κόσμο γιατί…δεν θα είναι μια από τα ίδια, εφόσον γίνει κυβέρνηση.
Όλα αυτά είναι στρατηγικές, οι οποίες μπορεί να έχουν μικρότερο ή μεγαλύτερο αποτέλεσμα. Με βάση κυλιόμενες μετρήσεις που είναι εν γνώσει της στήλης, η διαφορά ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ είναι πάνω από δέκα μονάδες και η ΝΔ βρίσκεται στις παρυφές της αυτοδυναμίας. Θα είναι ιστορική πρωτιά, αν ο ΣΥΡΙΖΑ καταφέρει και ανατρέψει την κατάσταση, αλλά, με τον πολιτικό ορίζοντα στη σημερινή κατάσταση, κανείς δεν μπορεί να κάνει βιαστικές εκτιμήσεις. Αντίθετα, τα δύο επιτελεία οφείλουν να δουλέψουν τη στρατηγική τους με προσήλωση: η ΝΔ να ψάξει την αυτοδυναμία, μέσω της δημιουργίας κοινωνικού ρεύματος και ο ΣΥΡΙΖΑ να ποντάρει στο ότι η καθημερινότητα των πολιτών μπορεί να γίνει καλύτερη σε απτά πεδία το επόμενο διάστημα.
Αυτό, όμως, που πέραν πάσης αμφιβολίας προκύπτει είναι ότι για τις εκλογές υπάρχει ακόμα αρκετός χρόνος. Μπορεί να γίνουν το 2018, αλλά ο Αλέξης Τσίπρας θα επιδιώξει να φτάσει όσο πιο μακριά μπορεί, στο 2019. Σε αυτό, έχει την εύνοια του ξένου παράγοντα, ο οποίος δεν βιάζεται, στο παρασκήνιο, να προδιαγράψει εξελίξεις. Αυτό σημαίνει πως ο κ. Τσίπρας, στρατηγικά, έχει ακόμα μια ευκαιρία να ανατρέψει την κατάσταση. Θα χρειαστεί ένα θαύμα, αλλά θα το προσπαθήσει. Από την άλλη η ΝΔ, ζήτησε δύο φορές εκλογές, αλλά δύο αξιολογήσεις έκλεισαν και ο πολιτικός χρόνος δεν σταμάτησε σε ένα θετικό γι’ αυτήν momentum. Έχει ήδη συσπειρώσει το μεγαλύτερο μέρος της αντι-ΣΥΡΙΖΑ ψήφου, αλλά χρειάζεται περισσότερους πολίτες και ιδίως από τους αναποφάσιστους.
Πλέον, έχουν αλλάξει οι συνθήκες του πολιτικού παιγνίου. Είναι μαραθώνιος, όχι τετρακοσάρι. Συνεπώς, ο ΣΥΡΙΖΑ που έχει πέσει χρειάζεται να «ξανασπρώξει», ενώ η ΝΔ να ακολουθήσει σταθερό τέμπο και να φορτσάρει προς το τέλος, γιατί αλλιώς θα μείνει από ενέργεια. Μέχρι τον τερματισμό, όμως, έχουμε ακόμα δρόμο…