Του Γιώργου Ευγενίδη
Η περίπτωση του υπουργού κ. Μάρδα που αναδείξαμε τη Δευτέρα εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο κυβερνητικής παραδοξολογίας. Πλέον, είναι σαφές: δεν πρόκειται για μεμονωμένες προσωπικές απόψεις, οι οποίες εκφέρονται από άμαθους στην επικοινωνία ανθρώπους, πάνω στη ροή του λόγου τους. Είναι πολλές οι συμπτώσεις για να είναι συμπτώσεις. Ο κ. Μάρδας λοιπόν και σύσσωμη η κυβέρνηση, με ελάχιστες εξαιρέσεις, τεντώνουν το σχοινί της κοινωνικής ανοχής για να δουν πού και πότε θα σπάσει. Όταν διαπιστώσουν πως βρίσκονται στο όριο και φλερτάρουν με την άβυσσο, τότε μπορεί να σταματήσουν. Όπου άβυσσος, βάλτε εκλογική αποτυχία, γιατί, κατά τα φαινόμενα, δεν τους απασχολεί τίποτε περισσότερο από την παραμονή στην εξουσία όσο περισσότερο γίνεται.
Ο κ. Μάρδας, επιμένοντας στις δηλώσεις του με εμμονική προσήλωση, απέδειξε πως δεν έκανε λάθος. Ο άνθρωπος δεν παρασύρθηκε από τον ειρμό της σκέψης του, τι να κάνουμε τώρα; Ήθελε να το πει, το είπε και το πιστεύει. Άρα, δίνει και σ’ εμάς το δικαίωμα που τον κρίνουμε αυστηρά, αλλά τον διαβεβαιώ καλοπροαίρετα, πως η χονδροειδής του πρόταση συνιστά εμπαιγμό των προσφύγων. Και δεν θέλω να του κάνω την κριτική εξ Αριστερών, ότι διαχωρίζει τους πρόσφυγες σε έχοντες και μη έχοντες και παρέχει προστασία στους έχοντες μόνο. Εγώ έχω να πω πως, αν είχα 250.000 ευρώ, δεν θα θαλασσοπνιγόμουν στο Αιγαίο, ούτε θα σάπιζα έναν μήνα υπό βροχή και παγωνιά στην Ειδομένη, ούτε θα πήγαινα στη Βέροια για να με υποδεχθούν με γουρουνοκεφαλές οι Ελληναράδες της περιοχής. Θα έβρισκα έναν άλλο τρόπο, πιο ασφαλή για εμένα και την οικογένειά μου και δεν θα άφηνα τον κάθε κ. Μάρδα να κάνει παιχνίδι στην πλάτη μου.
Συνηθίσαμε όμως και αντιμετωπίζουμε τις παραδοξότητες τύπου Μάρδα ως κάτι νορμάλ, ως κάτι που δεν εκφεύγει της καθημερινότητάς μας. Μάθαμε να ζούμε αγκαλιά με το παράδοξο και, ενώ προσπαθούμε να διαμορφώσουμε μια κάποια κανονικότητα για τις ζωές μας, έρχονται δια των δηλώσεων και των πράξεών τους οι κυβερνώντες να τη διασαλεύσουν και αυτή.
Το πρόβλημα δεν βρίσκεται μόνο στη δήλωση Μάρδα. Βρίσκεται στη συνολική προσέγγιση της κυβέρνησης, η οποία μοιάζει βγαλμένη από θεατρικό του Ιονέσκο. Η αποθέωση του παραλογικού στοιχείου βρίσκει πάτημα στην Ελλάδα. Και άλλες φορολογικές επιβαρύνσεις σε όλα τα μέτωπα, για αυτούς που θεωρητικά τα έχουν. Μην γελιέστε, είναι αυτοί που αναλογικά έχουν πληρώσει τα περισσότερα, είναι οι μισθωτοί και οι ελεύθεροι επαγγελματίες του ιδιωτικού τομέα, κατά τεκμήριο, χωρίς να μηδενίζω τις θυσίες που έχουν κάνει οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι συνταξιούχοι. Απλώς, για την κυβερνητική θεώρηση, ο ιδιωτικός τομέας έχει ακόμα λίπος. Δεν κάνουν μια βόλτα στην αγορά, όπου τα λουκέτα πολλαπλασιάζονται. Ευελπιστούν σε ένα θετικό σοκ για τα κρατικά ταμεία, μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, την ώρα που το κράτος έχει κάνει κανονική στάση πληρωμών. Αν βρίσκεται οποιαδήποτε λογική σε αυτή τη στρατηγική, παρακαλώ, εξηγήστε τη και σε εμένα, διότι έχω αρχίσει να φτάνω στα όρια της λογικής μου.
Έχω δε αρχίσει και πιστεύω πως επιβιώνουμε από κάποιο θαύμα, το οποίο είναι μάλλον μακράς διάρκειας. Βέβαια, το καλό ή το κακό, ανάλογα με την οπτική, με τα θαύματα είναι το εξής: δεν κρατούν για πάντα. Συνεπώς, αν δεν αντιληφθεί η κυβέρνηση πότε θα τελειώσει η ευεργετική επίδραση του θαύματος, φοβάμαι πως θα το διαπιστώσουμε όλοι μαζί, παρέα, δια της σκληρής οδού. Και τότε, δεν θα υπάρχει διαφυγή από την πραγματικότητα.