Γράφει ο Πάνος Ν. Αβραμόπουλος
Από τους κορυφαίους κριτικούς της ελληνικής λογοτεχνίας, αλλά και με μια πολύ αξιόλογη ποιητική φλέβα της οποίας δεν ολοκλήρωσε την πορεία, όπως οι άλλοι συναθλητές του Σικελιανός και Βάρναλης, με τους οποίους υπήρξε πνευματικός συγκληρονόμος του Κ. Παλαμά, υπήρξε ο Μάρκος Αυγέρης. Φιλολογικό ψευδώνυμο του γιατρού Γ. Ν. Παπαδόπουλου (1884-1973), ο Αυγέρης ξεκίνησε την για επτά και πλέον δεκαετίες μακρά πορεία του στα ελληνικά γράμματα από την τουρκοκρατούμενη Ήπειρο και συνέδραμε με τον αιχμηρό σου στοχασμό, όσο λίγοι την πνευματική μας αναγέννηση. Πνεύμα ευρύ κατόρθωσε να μπολιάσει στη νεοελληνική πραγματικότητα ιδέες και γεγονότα, τα οποία αποτέλεσαν τη σύζευξη της με το πανευρωπαϊκό ρεύμα ιδεών του 20-ου αιώνα. Και όπως σημειώνει ο διαπρεπής ιστορικός και συγγραφέας Τάσος Βουρνάς – άλλοτε εκδότης της εφημερίδας της αριστεράς «ΑΥΓΗ» – «Στις ιδέες διάνυσε μέσα στα ενενήντα δυο χρόνια του βίου του, ολόκληρη την πορεία της ανθρωπότητας από την νεολιθική ως τη διαστημική εποχή, από την ηπειρωτική γεωργοκτηνοτροφική πατριά και το λαδολύχναρο του χωριού του, ως την εποχή της ατομικής βόμβας και των πυραύλων». Στην ώριμη φάση του ωστόσο ο Μάρκος Αυγέρης υιοθέτησε τον διαλεκτικό υλισμό και τις μαρξιστικές αντιλήψεις για την τέχνη, χωρίς πάραυτα η ιδεολογική του αυτή τοποθέτηση, να του δημιουργήσει παραμορφωτικούς φακούς, στην πάντα ψύχραιμη και νηφάλια κριτική του. Γιατί ο μεγάλος μας κριτικός ποτέ δεν παρασύρθηκε σε δογματικές αγκυλώσεις και επέδειξε από την έπαλξη της κριτικής του τέχνης, ασύγγνωστη ψυχραιμία. Ενδεικτικός είναι εδώ ο σχολιασμός του άλλου μεγάλου νεότερου κριτικού μας Ανδρέα Καραντώνη για τον Αυγέρη. «Έκρινε με κατανόηση που θύμιζε Μαξ Βέμπερ και Λούκατς και διέπονταν από «μια παθιασμένη νηφαλιότητα», στα πλαίσια ενός «ιστορικού υλισμού» ξεσφιγμένου τόσο ώστε να μην προκαλεί βίαιες αντιδράσεις». Κατά τον Αυγέρη «οι πνευματικές αντιλήψεις δεν παίζουν πρωταρχικό ρόλο στην ιστορική εξέλιξη …. Αποτελούν σπουδαία κοινωνική δύναμη. Είναι κι αυτές μια κοινωνική πραγματικότητα, που επηρεάζει την ιστορία στο ρυθμό και τους κυματισμούς της εξέλιξής της. Οι ιδέες διαμορφώνονται από τις ιστορικές κοινωνικές καταστάσεις και με την σειρά τους τις διαμορφώνουν. Η κίνηση της ιστορίας δεν είναι μοιραία και δεν ακολουθεί τα κοινωνικοοικονομικά φαινόμενα, παρά επηρεάζεται από την ανθρώπινη ενέργεια, όχι μόνο από τους αντικειμενικούς, παρά και από τους υποκειμενικούς παράγοντες».
Μέσα από μια τέτοια θέαση των πραγμάτων ο Αυγέρης θεωρούσε την ποίηση του Έλιοτ ενδιαφέρουσα μόνο ως υποκείμενο της ιστορικής κρίσης και όχι ως ποιητική τέχνη καθεαυτή. Εκτιμούσε ότι η ποίησή του «δίνει εικόνες ξεπεσμού από ένα κόσμο ιστορικά εξαντλημένο που παραδέρνει μέσα σ΄ αδιέξοδα». Ο Μάρκος Αυγέρης διέκρινε στο χώρο της τέχνης τρείς ιδεολογικές τάσεις : (α) την επαναστατική, (β) τη συντηρητική και (γ) την αντιδραστική. Στρατευμένος έτσι στην αριστερά, εκτιμούσε πάρα πολύ τον μεγάλο δημιουργό του έπους «Πόλεμος και Ειρήνη» Λέοντα Τολστόι, ο οποίος απολάμβανε και της ιδιαίτερης εκτίμησης του Λένιν, ωστόσο η μεγάλη αγάπη του Αυγέρη από τα γιγαντιαία παγκόσμια συγγραφικά αναστήματα, υπήρξε ο Ντοστογέφσκυ. Και ήταν απόρροια αυτή η αγάπη του προς το μεγάλο ρώσο διηγηματογράφο, του σεβασμού του προς την αστική κουλτούρα. Ο Ηπειρώτης ακόμα κριτικός έτρεφε μεγάλη εκτίμηση και θεωρούσε σπουδαίο ποιητή το Νίτσε. Όμως θεωρούσε την Νιτσεϊκή θεωρία αντιδραστική και προάγγελο του φασισμού. Ο Αυγέρης υπήρξε ένα άγρυπνο πνεύμα στο πεδίο της λογοτεχνικής μας κριτικής. Παρακολουθούσε με έξαψη όλες τις εξελίξεις και τα σύγχρονα αισθητική ρεύματα στο φάσμα της ποίησης και της πεζογραφίας. Πάντοτε με βαθύ στοχασμό και κριτική ματιά, χωρίς να επηρεάζεται από την μαρξιστική ιδεολογική του τοποθέτηση.
Παρότι ο εισηγητής της μαρξιστικής σκέψης στην Ελλάδα, για τα πολιτιστικά θέματα υπήρξε ο μεγάλος μας ιστορικός και συγγραφέα Γιάννης Κορδάτος, κατά τον κριτικό μας Αλ. Αργυρίου, ο Αυγέρης είναι ουσιαστικότερος και ευρύτερος του Κορδάτου. Αφού «η μετριοπάθειά του δεν δηλώνει μετριότητα, αλλά σωφροσύνη, το ψύχραιμο πάθος του εξαγιάζει τα λάθη του και ο ίδιος έχει συνείδηση των αδυναμιών του περισσότερο από όσο θα του καταμαρτυρούσε ένα τρίτος». Όπως εμφατικά σημειώσαμε παραπάνω ο Μάρκος Αυγέρης ποτέ δεν έθεσε την ιδεολογική του στράτευση πέρα και πάνω από τα αξεπέραστα φίλτρα της οξυδερκούς και βαθυστόχαστης κριτικής του ματιάς. Τα λογοτεχνικά έργα ο κριτικός, τα περιέβαλλε με αγάπη. Ο Ανδρέας Καραντώνης παρατηρεί για τον πολύ ουσιώδη αυτό διαφορισμό του Αυγέρη ως προς την κριτική του διάσταση «όταν είχε να κάνει με ένα γνήσιο έργο τέχνης, κοίταζε πρώτα να το χαρεί σαν προσωπικό δημιούργημα, και έπειτα να το κατατάξει εκεί που προστάζουν οι ιδέες του ή τα ιδανικά του. Ο Αυγέρης δεν είχε απόλυτα υποκύψει στην πολιτική και κομματική ιδεολογία γι΄ αυτό και χωρίς να προδώσει τα ιδανικά του έκρινε τα έργα τέχνης με τόση οξυδέρκεια και σοβαρότητα, που όχι μόνο δεν παραποιούσε το μήνυμά τους, αλλά ωφελούσε τους δημιουργούς τους με τις υποδείξεις και τις διαπιστώσεις του». Έτσι κατά την κρίση του Α. Καραντώνη «ο συνοδοιπόρος του Γληνού στάθηκε ένα από τα πιο ζωντανά και οργανικά κεφάλαια της νεοελληνικής κριτικής, που συνειδητοποίησε την αστικοποίηση των αγροτικών βιωματικών απαρχών του εμβαθύνοντας στην προβληματική της αστικής λογοτεχνίας της Δύσης». Συμπερασματικά ο Μάρκος Αυγέρης μέσα από τις γραμμές της μαρξιστικής άποψης, προώθησε με συνέπεια και μέθοδο την κριτική της ελληνικής λογοτεχνίας. Δεν διολίσθησε ποτέ όμως από την έπαλξη της κριτικής, στα σφαλερά μονοπάτια του ιδεολογικού δογματισμού. Δικαίως, ίσως περισσότερο από κάθε άλλο εκπρόσωπο της μαρξιστικής αντίληψης στο πεδίο της κριτικής όπως οι Δ. Γληνός και Γ. Σκληρός, θα μπορούσε να του αποδοθεί ο χαρακτηρισμός δάσκαλος.