Γράφει η Σουλτάνα Παπαδοπούλου*
Με τον όρο Μαθησιακές Δυσκολίες (ΜΔ) περιγράφεται ένα σύνολο ετερογενών διαταραχών, οι οποίες είναι εγγενείς στο άτομο και αφορούν στις δυσκολίες τις οποίες συναντά ένα παιδί ή ένας έφηβος στη μαθησιακή διαδικασία. Οι δυσκολίες αφορούν ελλείμματα σε μία ή περισσότερες από τις βασικές νευροψυχολογικές λειτουργίες που είναι απαραίτητες για την ακρόαση, την κατανόηση, την πρόσκτηση και την χρήση του γραπτού ή και του προφορικού λόγου, της λογικής σκέψης, των μαθηματικών υπολογισμών, των δεξιοτήτων οργάνωσης και απόδοσης της ομιλίας της γραφής.
Σύμφωνα με την διεθνή στατιστική ταξινόμηση νόσων και συναφών προβλημάτων υγείας ICD-10, οι μαθησιακές δυσκολίες ορίζονται ως ειδικές αναπτυξιακές διαταραχές των σχολικών ικανοτήτων, στις οποίες οι φυσιολογικοί τύποι πρόσκτησης των μαθησιακών ικανοτήτων διαταράσσονται στα πρώιμα στάδια της ψυχοσυναισθηματικής ανάπτυξης.
Οι Μαθησιακές Δυσκολίες μπορεί να εκδηλώνονται ταυτόχρονα σε μαθητές με χαμηλό νοητικό δείκτη, οργανικά , αισθητηριακά ή και ψυχολογικά προβλήματα, ή και με ειδικές διαταραχές της ανάπτυξης. Επιπλέον, ενδέχεται να συνυπάρχουν δυσμενείς οικογενειακές, κοινωνικές ή πολιτισμικές συνθήκες, όπως είναι η πολιτισμική αποστέρηση, η διγλωσσία, οι κακές συνθήκες διαβίωσης. Κάποιες φορές μπορεί να συνδέονται αιτιολογικά με το ίδιο το σχολείο, τη μαθησιακή διαδικασία ή με τον ίδιο τον εκπαιδευτικό, ο οποίος δεν ανταποκρίνεται στις δυνατότητες και στις προσδοκίες του μαθητή· όμως, οι δυσκολίες αυτές δε θεωρούνται αποτέλεσμα των προαναφερθέντων αυτών συνθηκών ή επιρροών.
Σύμφωνα με τον Kirk (το 1962 ο όρος «Μαθησιακές Δυσκολίες» χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Kirk,) τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες παρουσιάζουν μια εξελικτική ανομοιογένεια στις ψυχολογικές τους λειτουργίες, η οποία περιορίζει τη μάθηση σε τέτοιο βαθμό, ώστε να χρειάζονται κατάλληλο εκπαιδευτικό πρόγραμμα, για να καλύψουν τις εκπαιδευτικές και διδακτικές τους ανάγκες. Οι Μαθησιακές Δυσκολίες δεν θα πρέπει να ταυτίζονται με τις ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες αν και ενδέχεται να συνυπάρχουν με αυτές.
Σημαντικό διαγνωστικό κριτήριο των μαθησιακών δυσκολιών αποτελεί, η ασυμβατότητα του νοητικού δείκτη με τη σχολική επίδοση, η οποία μπορεί να κυμαίνεται από ήπιο μαθησιακό έλλειμμα ευρείας κλίμακας έως και βαρύ και μακροπρόθεσμης διάρκειας.
Σε τι διαφέρουν οι Μαθησιακές Δυσκολίες από την Δυσλεξία;
Όπως προαναφέρθηκε ο όρος Μαθησιακές Δυσκολίες περιγράφει ένα ευρύ φάσμα εξελικτικών διαταραχών, όπως η δυσαριθμησία, η δυσπραξία, ο δυσγραμματισμός, συμπεριλαμβανομένης και της δυσλεξίας. Ωστόσο, οι δυσλεξίες είναι ένας πολύ πιο εξειδικευμένος κλινικός όρος ο οποίος χρησιμοποιείται για να αναφερθεί σε μία συγκεκριμένη υπό-ομάδα των μαθησιακών δυσκολιών με πολύ συγκεκριμένα κλινικά χαρακτηριστικά (π.χ. υψηλός δείκτης νοημοσύνης και επιλεκτική δυσκολία στην αποκωδικοποίηση των λέξεων), τα οποία δεν συναντά κανείς σε όλες ανεξαιρέτως τις διαταραχές μάθησης οι οποίες δεν έχουν σχέση με την ηλικία και άλλες γνωστικές και ακαδημαϊκές ικανότητες του ατόμου, και δεν είναι το αποτέλεσμα κάποιας γενικευμένης εξελικτικής διαταραχής ή αισθητηριακής μειονεξίας. Χαρακτηρίζονται από μη επαρκή εξέλιξη των λεκτικών, γλωσσικών, κινητικών και σχολικών δεξιοτήτων. Εκδηλώνεται με αδυναμία του μαθητή στην εκμάθηση του μηχανισμού της ανάγνωσης και της ορθογραφημένης γραφής, ενώ η ομιλία παραμένει ανεπηρέαστη.
Συγκεκριμένα, τα χαρακτηριστικά των δυσλεξιών εκδηλώνονται ως εξής:
Στην ανάγνωση:
- Αργή, διστακτική, ανακριβής ανάγνωση με επηρεασμένη την μελωδικότητα του λόγου
- Παραλείψεις, προσθήκες, αντικαταστάσεις γραμμάτων, συλλαβών ή και λέξεων.
- Σύγχυση λέξεων οι οποίες έχουν οπτική ή ακουστική ομοιότητα (φάρος/βάρος, χώμα, γόμα)
- Ανάγνωση καθοδηγούμενη από το δάχτυλο, διαφορετικά χάνει τη θέση της λέξης στο βιβλίο, κυρίως όταν διακόπτεται η ανάγνωση
- Συχνά αυτοσχεδιάζει μαντεύοντας τις λέξεις.
Στην κατανόηση κειμένου:
- Δυσκολίες στην αναπαραγωγή του περιεχομένου που διάβασε, δυσκολίες στην απομνημόνευση και την αλληλοδιαδοχή των γεγονότων
- Μεγαλύτερες δυσκολίες όταν το κείμενο που διαβάζει είναι άγνωστο
Στη γραφή:
- Γράφει ακατάστατα, ανισομεγέθη γράμματα, παραθέτοντας κεφαλαία μαζί με μικρά
- Γράφει ανολοκλήρωτες ή παραποιημένες, ή και κολλημένες μεταξύ τους λέξεις
- Δυσκολεύεται στην αντιγραφή λέξεων και φράσεων
- Δεν ακολουθεί τις γραμμές του τετραδίου, οι λέξεις έχουν ανομοιογενείς αποστάσεις και η γραπτή εικόνα του έχει μουντζούρες
- Δυσκολεύεται στην φωνητική και ιστορική ορθογραφία.
- Κάνει αντιμεταθέσεις γραμμάτων, συλλαβών (πόρτα/πρώτα),
- Κάνει αντιστροφές (δα/αδ), παραλείψεις (δώρο/δρο), παραποιήσεις (παλτό/πλατό), ή και επαναλήψεις (θάλασσα/θαθαλασσα) γραμμάτων, συλλαβών και λέξεων
- Παραλείπει τα σημεία στίξης.
- Γράφει καθρεπτικά (3/ε, ρ/9, δ/2).
Στην γραπτή έκφραση:
- Δυσκολία στην γραπτή απόδοση των σκέψεων του.
- Ο μαθητής παρουσιάζει δυσχέρειες στην κατανόηση των μεταφορικών εννοιών, των παραφράσεων ή και των διφορούμενων εννοιών.
- Η επίδοση του στον προφορικό λόγο δεν συμβαδίζει με τον γραπτό στον οποίο μειονεκτεί.
Στους μαθηματικούς συλλογισμούς και μαθηματικές ικανότητες (Δυσαριθμησία):
- Παρουσιάζει σημαντικά καλύτερη επίδοση στα πρακτικά από τα θεωρητικά μαθήματα.
- Δυσκολεύεται να αναγνωρίσει μαθηματικά σύμβολα, όρους ή μαθηματικές έννοιες.
- Δυσκολεύεται ακόμη και στην εκτέλεση απλών μαθηματικών υπολογισμών, στην ορθή στοίχιση των αριθμών, στην εύρεση της σωστής μαθηματικής πράξης, στην εκτέλεση νοερών πράξεων (σε μαθητές Γυμνασίου-Λυκείου), στην εκμάθηση της προπαίδειας.
- Δυσκολεύεται να κατανοήσει τα δεδομένα, να καταστρώσει, να οργανώσει την επίλυση ενός προβλήματος.
Συνυπάρχουσες δυσκολίες:
- Προβλήματα κατεύθυνσης και προσανατολισμού στο χώρο.
- Δυσκολία στη διάκριση του δεξιού από το αριστερό.
- Δυσκολία στην εκμάθηση της ώρας.
- Αδυναμία στην μνήμη ακολουθιών. Αντιστρέφει, μπερδεύει τις μέρες της εβδομάδας τους μήνες και γενικά τις λογικές ακολουθίες.
- Δεν διαθέτει δομημένη πλευρίωση του σώματος. Η επιδεξιότητα δεν είναι ευδιάκριτη προς την αριστερή ή τη δεξιά πλευρά του σώματος του, αλλά τις χρησιμοποιεί και τις δύο στον ίδιο βαθμό.
- Παρουσιάζει κακό συντονισμό στις κινήσεις του, αδεξιότητα και έλλειψη ρυθμού.
- Εμφανίζει συνήθως δυσκολία στη συγκέντρωση της προσοχής, κάποτε με τη συνύπαρξη της υπερκινητικότητας και της παρορμητικότητας.
Ψυχοσυναισθηματικό προφίλ των παιδιών με ΜΔ
Θετικά χαρακτηριστικά:
- Διαθέτουν συνήθως φυσιολογικό ή υψηλό νοητικό δείκτη.
- Χαρακτηρίζονται από δημιουργικότητα, κριτική ικανότητα, χιούμορ, ζωηρή φαντασία και παρατηρητικότητα.
- Υπάρχει σημαντικού βαθμού απόκλιση μεταξύ των γνώσεων και της ακαδημαϊκής επίδοσης.
- Έχουν έφεση στα αθλήματα στους υπολογιστές και τις τέχνες.
Αρνητικά χαρακτηριστικά:
- Μικρή ανοχή στη ματαίωση, εύκολη κόπωση, φυγοπονία και παραίτηση.
- Χαμηλή αυτοεκτίμηση, αυτοπεποίθηση, απογοήτευση.
- Εσωστρέφεια, αντικοινωνικότητα, ανυπακοή, θυμός και κάποτε επιθετικότητα και άλλες διαταραχές συμπεριφοράς.
*Η Σουλτάνα Παπαδοπούλου είναι Ειδική Παιδαγωγός και Λογοθεραπεύτρια, Ph.D, M.Sc