Γράφει ο Γιώργος Ευγενίδης
Όσο πιο κοντά φτάνουμε στις εκλογές, τόσο πιο ανάγλυφα δημιουργείται το δίπολο. Για να μην παρεξηγούμαι, δεν ισχυρίζομαι ότι θα γίνουν εκλογές σε έναν μήνα, αλλά και σε έναν χρόνο να γίνουν, η προεργασία ξεκινά ήδη από τώρα. Κάπως έτσι, λοιπόν, επανήλθε στην προμετωπίδα του πολιτικού λόγου της κυβέρνησης το «μαύρο μέτωπο», μια ίντριγκα με… πρωταγωνιστές «διεφθαρμένους επιχειρηματές και εκπροσώπους του παλιού πολιτικού συστήματος που θέλουν να πλήξουν την κυβέρνηση η οποία κάνει τη δουλειά της και βγάζει τη χώρα όρθια από την κρίση».
«Μαύρο μέτωπο» λοιπόν. Ένας όρος που, υπό άλλες συνθήκες μπορεί και να παρέπεμπε στην ακροδεξιά, αλλά χρησιμοποιείται για να οριστούν οι αντίπαλοι της κυβέρνησης. Αντιπαράθεση με όρους «μαύρου και λευκού αγγέλου», συνεπώς.
Γιατί, αν από τη μία είναι το «μαύρο μέτωπο», αναπόδραστα από την άλλη θα πρέπει να είναι το «λευκό μέτωπο». Αν από τη μια μεριά είναι οι εκπρόσωποι της διαφθοράς, της διαπλοκής και της ρεμούλας, από την άλλη θα πρέπει να είναι οι εκπρόσωποι της εντιμότητας, της καθαρότητας και της ειλικρίνειας.
Αυτοί οι όροι δεν έχουν κανένα πολιτικό αντίκρισμα. Είναι απλά σύμβολα. Φυσικά, στην πολιτική χρειάζονται σύμβολα. Πρέπει στον κόσμο να δείξεις ποιος είσαι εσύ και ποιοι είναι οι αντίπαλοί σου. Συνεπώς, τι καλύτερο από τους να τους βάλεις όλους στο ίδιο σακούλι, να τους προσδώσεις και ένα «πιασάρικο» όνομα και στη συνέχεια να βάλεις σε λειτουργία το ρουλεμάν; Κάπως έτσι πρέπει να το σκέφτεται η κυβέρνηση και εδώ και μερικές ημέρες έχει μπει σε μια νέα φάση μάχης χαρακωμάτων με αυτούς που θεωρεί εκπροσώπους του «μαύρου μετώπου».
Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας το έκανε μια φορά με επιτυχία. Χρησιμοποίησε το δίλημμα «ή εμείς ή αυτοί», παρουσιάζοντας τους πολιτικούς του αντιπάλους ως μια πολιτική ελίτ, ξεκομμένη από το λαό που τη ενδιαφέρουν μόνο οι εσωτερικές της ισορροπίες, ενώ τον ίδιο και το κόμμα του ως γνήσιους εκφραστές της ανόθευτης βούλησης του λαού, ως τη φωνή του στα κέντρα λήψης αποφάσεων.
Η κοινωνία ήταν στα κάγκελα μετά από σχεδόν πέντε χρόνια μνημονιακής πολιτικής, οι πληγές ήταν ακόμα πολύ νωπές και το δίλημμα δούλεψε. Παρήγαγε, όμως, έναν νέου τύπου διχασμό, σε μια χώρα που δεν έχει μάθει να πορεύεται με ενότητα ούτε σε θεμελιώδη ζητήματα. Δημιούργησε νέες διαχωριστικές γραμμές, αγεφύρωτες.
Είμαστε τριάμισι χρόνια μετά και η ώρα της κάλπης πλησιάζει ξανά. Τι σε έναν μήνα, τι σε πέντε, τι σε έναν χρόνο. Τα βασικά δεδομένα υπάρχουν και λείπουν λίγες εκκρεμότητες για να ολοκληρωθεί το παζλ. Η χώρα μπαίνει σε μια νέα φάση, πολύ μακριά από τις τεκτονικές μετακινήσεις που παρατηρήθηκαν σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο τα τρία πρώτα χρόνια της κρίσης.
Το κατ’ εξοχήν προϊόν αυτών των μετακινήσεων, ο κ. Τσίπρας, διαμόρφωσε τακτικά επιτυχημένα διλήμματα και κέρδισε. Το 2018 και το 2019, όμως, δεν είναι 2015. Δεν αρκεί να λες ότι κάποιοι θέλουν να σε ρίξουν, για να μείνεις στην εξουσία. Γιατί συνέβη ακριβώς αυτό: δεν είσαι άγνωστος, δεν είσαι το καινούργιο, το αδοκίμαστο, έμεινες τριάμισι χρόνια στην εξουσία.
Τα περί «μαύρου μετώπου» θα συσπειρώσουν κάποιον, αριστερόστροφο κυρίως και με αντισυστημικά χαρακτηριστικά, κόσμο που έχει απομακρυνθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν αρκούν για να γίνει το μεγάλο άλμα ενόψει των εκλογών.
Τα χρόνια πέρασαν, τα διλήμματα άλλαξαν, γιατί και ο ΣΥΡΙΖΑ άλλαξε, αλλά και ο κόσμος δεν πιστεύει πια σε μια νέα, ολική ανατροπή του status quo. Η πόλωση, όμως, θα μείνει.