Γράφει η Νεκταρία Σπυριδάκη
Ήταν πέρυσι, τον Φεβρουάριο, που παρέλαβα την αγάπη μέσα σε μια χάρτινη κούτα!
Ξάφνου τα μάτια μου άστραψαν από ενθουσιασμό, καθώς αντίκρισα το φοβισμένο βλέμμα, ενός πανέμορφου κουταβιού που μου έκαναν δώρο δυο γειτονάκια μου, ο Μύρος και ο Γιάννης. Πόσο ημερών είναι ρώτησα; Σαράντα μου απάντησαν και αμέσως άρχισα να υπολογίζω την ημέρα γέννησης του! Γεννήθηκε με όνομα, αναφώνησα, αυτό το πλασματάκι. Γιάννη τον λένε, αφού είδε το φως της μέρας, για πρώτη φορά, στις 7 Ιανουαρίου, αλλά για να μην κλέψουμε την ‘’πρωτιά’’ από τον πατέρα μου πρέπει να του βρούμε άλλο όνομα.
Τον πήρα αγκαλιά, έγειρε το κεφάλι του στον ώμο μου, με μύρισε και αποκοιμήθηκε. Δεν σκεφτόμουν πια τι όνομα να του δώσω. Σκεφτόμουν μόνο πως με επέλεξε και είχα πλέον ευθύνη! Ήμουν σχεδόν σαστισμένη, δεν είναι άλλωστε και μικρό πράγμα να σε επιλέγει μια ψυχή! Κάθισα και τον χάιδευα απαλά για να μην το ξυπνήσω. Σε λίγο άνοιξε τα ματάκια του, έγλειψε τα χέρια μου και με κοίταζε πάλι με αυτό το παραπονιάρικο βλέμμα. Πεινάς τον ρώτησα και εκείνος μου κουνούσε την ουρά! Σηκώθηκα βρήκα ένα πλαστικό μπολ και του έβαλα να πιει λίγο γάλα. Όντως ήπιε λίγο και αμέσως μετά η χνουδωτή μπαλίτσα, με ακολουθούσε παντού, αλλά με θλιμμένο, πάντα, βλέμμα κι αυτό δεν το άντεχα.
Οι δυο μας πήγαμε την πρώτη μας βόλτα στην κτηνίατρο, όπου μου εξήγησε πως είναι έτσι γιατί για πρώτη φορά βρίσκεται μακριά από την μαμά του και με συμβούλεψε το βράδυ να τον βάλω σε ένα μικρό κλειστό χώρο για να κοιμηθεί, ώστε να νιώσει ασφάλεια και αυτό ακριβώς έπραξα…
Την επόμενη μέρα, οι ανιψιές μου έφεραν πάλι το θέμα τους ονόματος στο προσκήνιο. ’’Ρεξ’’ έλεγε η μια, ‘’Διας’’ έλεγε η άλλη και εγώ είπα πως δοκίμασα το ‘’huge’’, αλλά δεν άκουγε, το ‘’Μαξ’’ όμως έδειχνε να το αποδέχεται. Εξάλλου, φαινόταν από το μέγεθος της πατούσας του πως θα γινόταν μεγάλος, αλλά το όνομα ‘’πατούχας’’ που επιχείρησα να του δώσω, αποκαλώντας τον έτσι μια δυο φορές, μάλλον ένιωθε πως δεν το κολακεύει και με περιφρονούσε υποδειγματικά!
Στην οικογένεια μου αγαπούσαμε πάντα τα σκυλιά. Την ημέρα που γεννήθηκα, γεννήθηκε και η σκυλίστα του παππού μου η ‘’Μελεμενιά’’ Η Μελένια νέα δηλαδή. Την λέγαμε έτσι γιατί ήταν πολύ γλυκό και τρυφερό σκυλί. Έφυγε όταν ήταν δώδεκα ετών και τη θέση της στην καρδιά μου πήρε ο ‘’κύριος Ευτύχιος. ’’Τον έλεγα έτσι, αφενός γιατί ήταν πολύ κύριος, στις συμπεριφορές του και αφετέρου γιατί η ξεγνοιασιά του και η δίψα του για ζωή και παιχνίδι με έκαναν ευτυχισμένη! Κι όμως αυτή τη δίψα του την έσβησα εγώ με την αμέλεια μου…
Μετά ήλθε ο Μαξ και μου πήρε τα μυαλά με την πρώτη ματιά! Δεν ήταν ‘’έρωτας’’, γιατί οι έρωτες δεν μένουν, είναι αγάπη μοναδική! Είναι αυτός που με περπάτησε τις πρώτες πρωινές ώρες και είχα την τύχη να απολάυσω μαζί του τα χρώματα της ανατολής! Την τύχη να νιώσω να με τυλίγει η ζεστασιά της πρώτη αχτίνας του ήλιου! Την τύχη να μυρίσω τα αρώματα που αναδύονται από τα φυτά, από το βρεγμένο χώμα στη φύση! Την ομορφιά μιας ανθισμένης αμυγδαλιάς. Την χαρά στο πρόσωπο ενός γεωργού που βλέπει το περιβόλι ή το μποστάνι που φύτεψε να ‘’ανθεί και να λουλουδίζει. Την χαρά να διαπιστώνω πόσο πιο νόστιμο είναι ένα σύκο αν το κόψεις και το φας αμέσως! Ευφράνθηκε όχι μόνο ο ουρανίσκος μου, αλλά και η σκέψη μου. Γαληνεύει ο λογισμός μου, όταν ξέρω πως ο Μαξ με περιμένει και τα βράδια να με με περπατήσει, και να μου αποκαλύψει τι έχει αξία στη ζωή. Μου άρεσε από παιδί να χαζεύω τα αστέρια στον ουρανό κι εκείνος το έχει καταλάβει και μου δίνει άπλετο χρόνο! Όμως και εγώ γνωρίζω πως του αρέσει να βλέπει από ψηλά τα φώτα της πόλης και τον παίρνω μαζί μου στο μπαλκόνι. Άσε που είναι και κουτσομπόλης… Μην ακούσει κουβέντα στο δρόμο, αμέσως στήνει αυτί.
Τον ενοχλεί πολύ όταν μιλάω στο τηλέφωνο και δεν το δίνω σημασία.. Και τότε προσπαθεί και το έχει καταφέρει πολλές φορές να μου πάρει το κινητό από τα χέρια (πρέπει να είναι αθάνατο αυτό το κινητό τελικά) και να το κάνει χίλια κομμάτια! Όσες φορές δεν τα καταφέρει..αρχίζει να με τραβάει από την φόρμα ή να τραβάει τα κορδόνια των παπουτσιών μου! Μου έχει καταστρέψει αρκετά ζευγάρια παπούτσια, φόρμες και κάλτσες, αλλά δεν τον μαλώνω. Τον μαλώνω μονάχα όταν σκαλίζει τα χώματα και σκονίζεται και τότε εκείνος μου γρυλίζει και του λέω ‘’Εμένα Μαξ που σε μεγαλώνω και σε αγαπώ το κάνεις αυτό’’ κι όσο κι αν σας ακούγεται παράξενο, ο Μαξ σκύβει το κεφάλι και σταματάει….
Και εγώ έσκυψα μια φορά το κεφάλι… Ήταν το περασμένο Μάιο που είχαμε επισκέπτες στο σπίτι οι οποίοι είχαν λέει αλλεργία στα σκυλιά, αλλά έπρεπε να τηρήσουμε και να τιμήσουμε τον θεσμό της φιλοξενίας…οπότε αναγκάστηκα να πάω τον Μαξ σε μια κυρία που είναι υπεύθυνη για φύλαξη σκύλων … Όση ώρα οδηγούσα μέχρι να φτάσουμε στο σπίτι της κυρίας, έκλαιγα και εξηγούσα στον Μαξ πως δεν είχα άλλη λύση. Όταν φτάσαμε έκανα να τον χαϊδέψω και εκείνος έγειρε πάλι το κεφάλι του στον ώμο μου, σκούπισε με τη γλώσσα του τα δάκρυα μου και μπήκε στην αυλή…
Πήρα το δρόμο της επιστροφής πιο ήρεμη γιατί ήμουν σίγουρη πως ο Μαξ καταλάβαινε τι του έλεγα! Πέρασαν οι μέρες και πήγα να τον πάρω! Έκανε σαν τρελός όταν με είδε, έτρεχε και πηδούσε πάνω μου από χαρά! Φτάσαμε στο σπίτι, όμως την επόμενη μέρα που έπρεπε να τον πάω στη γιατρό δεν ήθελε να μπει στο αυτοκίνητο, τον έβαλα με το ζόρι και ξαναμπήκε πάλι μετά από ένα μήνα για να ξαναπάμε για εμβόλιο… Στο μεταξύ διάστημα ούτε να δει ήθελε ούτε να ακούσει για βόλτα με το αυτοκίνητο.
Ένιωθε προδωμένος ο Μαξ(αρος) μου και εγώ τόσες τύψεις όσες ο Ιούδας ο Ισκαριώτης… Τότε, λοιπόν, έσκυψα το κεφάλι και του ζήτησα συγνώμη και του υποσχέθηκα πως από εδώ και πέρα δεν θα τον αφήσω να ξανανιώσει μοναξιά…
Αυτός είναι ο Μαξ(αρος) μου, ένα πλάσμα πληθωρικό σε όλα του, προπαντός στην αγάπη που δίνει σε όλους όσοι τον αγαπάμε! Ένας συνταξιδιώτης μοναδικός στην περιπλάνηση μου! Η αλλιώς (όπως το λέω σε εκείνον και τρελαίνεται) είναι ο αγαπημένος μου, ο λατρεμένος μου, ο σκονισμένος μου, ο καλός, ο αληθινός και πιστός μου φίλος! Με το Μαξ κάνω καθημερινά το καλύτερο ταξίδι γνώσης και αυτογνωσίας και θεωρώ πως είμαι τυχερή που υπάρχει στη ζωή μου, γιατί αυτό το ταξίδι έχει προορισμό μόνο την ελπίδα και την αγάπη!