Γράφει ο Ζαχαρίας Λουδάρος
Η πατρότητα της φράσης ανήκει στον Μάο και υπήρξε στα τέλη της δεκαετίας του 60 από τις πλέον δημοφιλείς ατάκες που περιλαμβάνονταν στο “κόκκινο βιβλιαράκι” του, το οποίο αποτέλεσε στα χρόνια της “θεοποίησης” του Κινέζου ηγέτη το “ευαγγέλιο” για τους πιστούς του ανά τον κόσμο.
Το γεγονός πως διανύουμε ένα καλοκαίρι μεγάλης αναταραχής το αντιλαμβάνεται ο καθένας. Η έναρξη ενός εμπορικού πολέμου με άγνωστη κατάληξη μεταξύ ΗΠΑ- Κίνας, το Brexit και η κυβερνητική κρίση στη Μ. Βρετανία, οι κατηγορίες του Τραμπ πως “η Γερμανία είναι όμηρος των Ρώσων” λίγο πριν συναντηθεί ο ίδιος με τον Πούτιν, δείχνουν πως το “παγκόσμιο σύστημα” μπαίνει σε μια νέα εποχή και είναι αναμενόμενο αυτό να επιφέρει μεγάλες αναταράξεις. Ίσως να είναι το άγχος όλης αυτής της αναστάτωσης που κάνει και τον Πρόεδρο της Κομισιόν Ζαν Κλοντ Γιούνκερ να τα “τσούζει” λίγο παραπάνω από το “συνηθισμένο” αυτό τον καιρό και μετά να παραπατάει από τις …ισχιαλγίες του. Εδώ που τα λέμε μόνο “πιωμένος” μπορεί να αντέξει κανείς την Ε.Ε.
Κι η Ελλάδα; Ε, όπως είναι ιστορικά αναμενόμενο σε αυτές τις περιστάσεις, είμαστε “πρώτο τραπέζι πίστα”. Η γεωγραφία ήταν, είναι και θα είναι διαχρονικά η μεγάλη ευλογία αλλά και η μεγάλη κατάρα αυτού του τόπου. Το ψυχροπολεμικό διπλωματικό θρίλερ μεταξύ Αθήνας – Μόσχας βεβαιώνει του λόγου το αληθές.
Αυτό το πρωτοφανές για τα διπλωματικά χρονικά συμβάν που θα έχει και “ουρά”, τουλάχιστον για τη στήλη αυτή δεν συνιστά έκπληξη καθώς είχαμε κάνει σχετικές επισημάνσεις πριν από ένα μήνα στο τακτικό κυριακάτικο άρθρο μας.
Σε μια κοινωνία που ένα μεγάλο τμήμα της έχει ταπεινωθεί κι έχει χάσει την αίσθηση της προσωπικής του αξιοπρέπειας, είναι αναμενόμενο να αναζητούνται φαντασιακά υποκατάστατα στο “μεγαλείο της φυλής” και σε σύμβολα του παρελθόντος, αφού το μέλλον διαφαίνεται σκοτεινό και γκρίζο. Οι συνθήκες καθίστανται πρόσφορες για τη “μεταφύτευση” των σπόρων του ρωσικού νεοτσαρισμού στην Ελλάδα μέσα σ’ ένα “οικοσύστημα ακροδεξιού λαϊκισμού” που διαμορφώνουν από κοινού Εκκλησία ( ή τουλάχιστον ένα μεγάλο τμήμα της), συγκεκριμένα επιχειρηματικά συμφέροντα με επιρροή στα ΜΜΕ και το ποδόσφαιρο, ομάδες αποστράτων και μια πανσπερμία ακροδεξιών οργανώσεων.
Η ελληνική αντίδραση λοιπόν δεν ήταν υπερβολική, αν κρίνει κανείς με βάση τις συνέπειες που μπορεί να έχει για το μέλλον της πατρίδας και της δημοκρατίας η πολιτική ενίσχυση μιας ακροδεξιάς εμπνεόμενης από το ρωσικό νεοτσαρισμό. Δεν θα μιλάμε πλέον για τον κοινοβουλευτικό διπολισμό που είναι η πεμπτουσία της μεταπολιτευτικής μας δημοκρατίας αλλά για ένα νέο εθνικό διχασμό, με σοβαρές απώλειες στα εθνικά συμφέροντα της χώρας.
Η ελληνική κυβέρνηση έχει κάνει μια ξεκάθαρη επιλογή. Μέσα στη μεγάλη αναστάτωση να “συμμαχίσει” πλήρως με την αμερικανική εξωτερική πολιτική στα Βαλκάνια και την Α. Μεσόγειο, προσδοκώντας πως η επιλογή αυτή είναι η πλέον εθνικά συμφέρουσα μακροπρόθεσμα. Οι καιροί δεν είναι από αυτούς που επιτρέπουν να πατάει κανείς σε δύο ή περισσότερες βάρκες. Αυτό μπορεί να πετυχαίνει όταν “η θάλασσα είναι λάδι”, όχι όταν όλος ο κόσμος βρίσκεται στη δίνη μιας τρικυμίας.
Γι αυτό και είναι ευθύνη όλων των πολιτικών δυνάμεων που αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους ως μέρος του δημοκρατικού τόξου, πρέπει να τοποθετηθούν με ξεκάθαρο τρόπο στο αν στηρίζουν ή όχι αυτή τη βασική επιλογή της κυβέρνησης ή αν έχουν να προτείνουν – με ρεαλιστικούς όρους ασφαλώς – μια εναλλακτική επιλογή. Το να “παίξουμε” γι άλλη μια φορά το παιχνίδι “πατριώτες και προδότες” είναι ό,τι χειρότερο. Κατανοώ την αντίδραση της αντιπολίτευσης με το επιχείρημα “Μα κι ο Τσίπρας αυτό έκανε!” αλλά το να παραμείνουμε στον “φαύλο κύκλο” θα επιφέρει όχι την κομματική πόλωση που είναι επιθυμητή μπροστά στις κάλπες αλλά τον διχασμό και την περεταίρω εθνική ταπείνωση.
Η ελληνική κοινωνία βιώνει σε όλα τα επίπεδα τη “μεγάλη αναστάτωση”. Και δεν βλέπει πουθενά την “υπέροχη κατάσταση”, γι αυτό και χαζογελάει με την Μπαλατσινού που σώζει κατσίκια με αυτοκτονικές τάσεις.
Ο μόνος τρόπος για να περάσουμε από την “μεγάλη αναστάτωση” σε μια κατά το δυνατόν “υπέροχη κατάσταση”, είναι να κάνουμε το αδιανόητο για την ελληνική πολιτική κουλτούρα. Να επεξεργαστούμε μια νέα “μεγάλη ιδέα” με εθνική συναίνεση και ομοψυχία. Κι αυτή είναι η μείζονα πρόκληση για τον κ. Τσίπρα. Να σταματήσει τους τακτικισμούς και να ζητήσει τη συναινετική συνδιαμόρφωση μιας νέας εθνικής στρατηγικής, με δεδομένο πως “ο αυτόματος πιλότος” της Ε.Ε έχει βγει εκτός λειτουργίας, όπως μαρτυρεί και το γερμανικό “καψόνι” στη χορήγηση των 15 δις, για μόλις 28 εκ. ευρώ από τη μη αύξηση του ΦΠΑ στα νησιά που πλημμυρίζουν από πρόσφυγες. Πόσο μπορεί να πάει ακόμη έτσι;
Μια νέα εθνική στρατηγική πρέπει να αποσαφηνίζει με “ποιους θα πάμε και ποιους θα αφήσουμε” που έλεγε κι ο Νιόνιος, όπως και το τι εθνικούς στόχους βάζουμε για να πετύχουμε μέσα από αυτή τη συμμαχία. Με καθαρές κουβέντες θα πρέπει να τοποθετηθούν όλοι και να βγούμε από το “φαύλο κύκλο” ενός άγονου κομματικού ανταγωνισμού που ρίχνει μόνο νερό στο μύλο της φιλορωσικής Ακροδεξιάς.