Η παχυσαρκία είναι ένας γνωστός παράγοντας κινδύνου για την εμφάνιση του διαβήτη τύπου 2. Τώρα, μια νέα μεγάλη μελέτη προσθέτει στοιχεία που αποδεικνύουν ότι συμβάλλει και στον διαβήτη τύπου 1.
Η μελέτη, που πραγματοποιήθηκε σε σχεδόν 1,5 εκατομμύριο Ισραηλινούς εφήβους, διαπίστωσε ότι όσοι ήταν παχύσαρκοι είχαν διπλάσιες πιθανότητες να αναπτύξουν διαβήτη τύπου 1 μέχρι την ενηλικίωση, σε σχέση με εκείνους που είχαν φυσιολογικό εύρος βάρους.
Οι ειδικοί τόνισαν ότι τα ευρήματα προσθέτουν στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η παχυσαρκία θα πρέπει να θεωρείται παράγοντας κινδύνου για διαβήτη τύπου 1.
«Είναι σημαντικό να έχουμε έναν υγιή δείκτη μάζας σώματος για πολλούς λόγους, και αυτός είναι ένας ακόμη», δήλωσε ο Φρανκ Μάρτιν, ανώτερος διευθυντής έρευνας στο JDRF, ένα μη κερδοσκοπικό ίδρυμα που χρηματοδοτεί την έρευνα για τον διαβήτη τύπου 1.
Ο Μάρτιν, ο οποίος δεν συμμετείχε στη μελέτη, δήλωσε ότι οι προηγούμενες έρευνες σχετικά με την παχυσαρκία και τον διαβήτη τύπου 1, έχουν επικεντρωθεί σε μεγάλο βαθμό στα παιδιά. Τώρα αυτά τα ευρήματα συνδέουν την παχυσαρκία στην εφηβική ηλικία με τον διαβήτη τύπου 1 στην ενήλικη ζωή.
Ο διαβήτης τύπου 2 είναι ο πιο συνηθισμένος και εμφανίζεται όταν ο οργανισμός δεν μπορεί πλέον να χρησιμοποιήσει σωστά την ινσουλίνη, η οποία έχει την κρίσιμη αποστολή να μεταφέρει τα σάκχαρα από τις τροφές, στα κύτταρα του σώματος για να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα. Η μεγαλύτερη ηλικία και η παχυσαρκία είναι δύο από τους σημαντικότερους παράγοντες κινδύνου για τη νόσο.
Ο διαβήτης τύπου 1, αντίθετα, είναι αυτοάνοσο νόσημα. Προέρχεται από μια ανώμαλη επίθεση του ανοσοποιητικού συστήματος στα κύτταρα που παράγουν ινσουλίνη στο πάγκρεας και πολλές περιπτώσεις διαγιγνώσκονται σε παιδιά και εφήβους.
Και οι δύο μορφές διαβήτη προκαλούν συσσώρευση της γλυκόζης στην κυκλοφορία του αίματος, καθώς τα κύτταρα αδυνατούν να την προσλάβουν. Όμως οι δύο αυτές μορφές διαβήτη αντιμετωπίζονται με διαφορετικό τρόπο. Τα άτομα με διαβήτη τύπου 2 μπορεί να είναι σε θέση να τον διαχειριστούν με υγιεινή διατροφή, άσκηση και απώλεια βάρους – αν και συχνά χρειάζονται και φάρμακα τα οποία χορηγούνται από το στόμα.
Τα άτομα με διαβήτη τύπου 1, από την άλλη πλευρά, πρέπει να λαμβάνουν συνθετική ινσουλίνη για να επιβιώσουν – με καθημερινές ενέσεις ή με αντλία που συνδέεται με το σώμα.
Δεν είναι απολύτως σαφές γιατί η παχυσαρκία αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης του τύπου 1, δήλωσε ο Δρ Γκίλαντ Τουίγκ, επικεφαλής ερευνητής της νέας μελέτης από το Πανεπιστήμιο του Τελ Αβίβ στο Ισραήλ. Αλλά η γενική πεποίθηση είναι ότι, σε ορισμένα άτομα με γενετική ευαισθησία στον διαβήτη τύπου 1, η παχυσαρκία μπορεί να πυροδοτήσει την ανάπτυξη της νόσου.
Υπάρχουν διαφορετικές θεωρίες σχετικά με τον ακριβή μηχανισμό, σύμφωνα με τον Τουίγκ. Για παράδειγμα, η παχυσαρκία τροφοδοτεί τη χρόνια φλεγμονή στον οργανισμό, η οποία μπορεί να συμβάλλει στην ανώμαλη αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος που χαρακτηρίζει τον διαβήτη τύπου 1.
Η παχυσαρκία έχει επίσης άλλες επιπτώσεις -συμπεριλαμβανομένης της έλλειψης βιταμίνης D και των μεταβολών στη βακτηριακή σύνθεση του εντέρου- που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την ανοσολογική λειτουργία, σημείωσε η ομάδα του Τουίγκ.
Το οικογενειακό ιστορικό της νόσου επίσης αποτελεί παράγοντα κινδύνου, αν και προσβάλλει και άτομα χωρίς τέτοιο ιστορικό. Για τα άτομα με συγγενή πρώτου βαθμού με διαβήτη τύπου 1, η πιθανότητα εμφάνισης της νόσου είναι περίπου μία στις 20, δήλωσε ο Μάρτιν. Αυτή η πιθανότητα συγκρίνεται με μία στις 300 στον γενικό πληθυσμό.
Τα ευρήματα της μελέτης δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό «Diabetologia».
ΠΗΓΗ: Medicalxpress