Μια πρωτοποριακή μέθοδο ανέπτυξαν στην Ελβετία ερευνητές, η οποία τους επιτρέπει να κατευθύνουν τη ρύθμιση των γονιδίων μέσω των εγκεφαλικών κυμάτων.
Πρόκειται για μια εντυπωσιακή τεχνική ελέγχου των γονιδίων μέσω του νου, η οποία ακόμη βρίσκεται σε αρχικό στάδιο, αλλά θα μπορούσε να έχει σημαντικές επιπτώσεις στο μέλλον.
Οι ερευνητές του Τμήματος Βιοσυστημάτων του Ομοσπονδιακού Ινστιτούτου Τεχνολογίας (ΕΤΗ) της Ζυρίχης, ανέπτυξαν μια μέθοδο που χρησιμοποιεί τα εγκεφαλικά κύματα της σκέψης για να ελέγξει την μετατροπή των γονιδίων σε πρωτεΐνες, δηλαδή τη λεγόμενη «έκφραση» των γονιδίων.
«Για πρώτη φορά μπορέσαμε να απομονώσουμε τα εγκεφαλικά κύματα, να τα μεταφέρουμε ασύρματα σε ένα δίκτυο γονιδίων και, στη συνέχεια, να ρυθμίσουμε την έκφραση ενός γονιδίου ανάλογα με το είδος της σκέψης. Η ικανότητα να ελέγχουμε την έκφραση των γονιδίων μέσω της δύναμης της σκέψης, είναι ένα όνειρο που κυνηγούμε εδώ και πάνω από μια δεκαετία» δήλωσε ο επικεφαλής Μάρτιν Φουσενέγκερ, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο.
Η αξιοποίηση των εγκεφαλικών κυμάτων γίνεται με τη βοήθεια μιας ειδικής ηλεκτρονικής «κάσκας», που φοριέται στο κεφάλι και λειτουργεί ως συσκευή καταγραφής ηλεκτροεγκεφαλογραφήματος.
Τα εγκεφαλικά κύματα που «συλλαμβάνει» η συσκευή – κάσκα, αναλύονται και μετά μεταδίδονται με ασύρματο τρόπο μέσω Bluetooth σε μια ηλεκτρονική διάταξη, που γεννά ένα ηλεκτρομαγνητικό πεδίο και η οποία εμφυτεύεται στο εσωτερικό του οργανισμού. Το εμφύτευμα περιέχει επίσης έναν ενσωματωμένο μικροσκοπικό λαμπτήρα LED, που εκπέμπει φως στο εγγύς υπέρυθρο τμήμα του ηλεκτρομαγνητικού φάσματος.
Ανάλογα με το τι σκέπτεται κανείς, τα εγκεφαλικά κύματά του καταλήγουν να ανάβουν ή να σβήνουν το φως του εμφυτεύματος, κάτι που, με τη σειρά του, ενεργοποιεί ή απενεργοποιεί τα γονίδια στα κύτταρα, με τελικό αποτέλεσμα αυτά να παράγουν περισσότερη ή λιγότερη από κάποια συγκεκριμένη πρωτεΐνη.
Η πολύπλοκη αυτή οπτογενετική τεχνολογία δοκιμάστηκε με επιτυχία τόσο σε καλλιέργειες ανθρωπίνων κυττάρων στο εργαστήριο, όσο και σε πειραματόζωα (ποντίκια). Η πρωτεΐνη – στόχος που έπρεπε να ρυθμιστεί με τη σκέψη, ήταν η SEAP.
Τα πειράματα έδειξαν ότι όσο πιο συγκεντρωμένοι ήσαν οι εθελοντές (π.χ. αν έκαναν διαλογισμό), τόσο μεγαλύτερη ήταν η ποσότητα της εν λόγω πρωτεΐνης, που καταγραφόταν στο αίμα των πειραματόζωων.
Η χρήση του εγγύς (σχεδόν) υπερύθρου φωτός προτιμήθηκε, επειδή θεωρείται γενικά ότι δεν είναι επιβλαβές για τα ανθρώπινα κύτταρα, ενώ παράλληλα μπορεί να διεισδύσει βαθιά στους ιστούς και επιτρέπει την οπτική παρακολούθηση της λειτουργίας του εμφυτεύματος.
Στο μέλλον ίσως ένα τέτοιο εμφύτευμα ελεγχόμενο από τη σκέψη να μπορεί να θεραπεύσει νευρολογικές παθήσεις, όπως χρόνιους πονοκεφάλους, πόνους στη μέση, επιληψίες κ.α.