Ετήσια μελέτη για την αξιολόγηση του προηγούμενου σχεδίου δράσης της ΕΕ για την παιδική παχυσαρκία, για την περίοδο 2014-2020, προκειμένου να υλοποιήσει μέτρα και να πετύχει την ανάσχεσή της τα επόμενα χρόνια, προανήγγειλε η επίτροπος Υγείας και Ασφάλειας Τροφίμων, Στέλλα Κυριακίδου, απαντώντας σε σχετική ερώτηση που κατέθεσε η ευρωβουλευτής της ΝΔ και του ΕΛΚ, Μαρία Σπυράκη.
Στην ερώτηση, η κ. Σπυράκη είχε τονίσει, μεταξύ άλλων, ότι «τα ελληνόπουλα εμφανίζουν υψηλότερο βάρος από το επιστημονικά ενδεδειγμένο, σε ποσοστό που σε ορισμένες ηλικίες φθάνει το 40%».
Η μελέτη της Κομισιόν θα γίνει «με σκοπό την τεκμηρίωση των μελλοντικών αποφάσεων, όπως περιγράφεται στο ευρωπαϊκό σχέδιο για την καταπολέμηση του καρκίνου» και «στόχος είναι να περιλαμβάνει την αξιολόγηση προηγούμενων δραστηριοτήτων και τη χαρτογράφηση των δράσεων που βρίσκονται σε εξέλιξη ή προγραμματίζονται στα κράτη μέλη», με την επίτροπο να κάνει λόγο για αύξηση της παιδικής παχυσαρκίας την περίοδο της πανδημίας.
Η κ. Σπυράκη, επιχειρηματολογώντας για την ανάγκη λήψης μέτρων για την ανάσχεση της παιδικής παχυσαρκίας, αναφέρθηκε σε στοιχεία από τη μελέτη «Ρέα», σύμφωνα με την οποία «στην Ελλάδα άνω του 40% των εντεκάχρονων και σχεδόν 4 στους 10 δεκαπεντάχρονους έχουν μεγαλύτερο βάρος από το επιστημονικά ενδεδειγμένο». Μάλιστα, η παρακολούθηση των παιδιών της μελέτης έχει δείξει «διαχρονικώς αυξανόμενα ποσοστά υπέρβαρου/παχυσαρκίας με 22% στα 4 έτη, 37% στα 7 έτη, 43% στα 11 έτη».
«Η παχυσαρκία έχει πολλαπλές επιπτώσεις στον οργανισμό και συνδέεται με προδιάθεση των παιδιών να εμφανίσουν πλήθος προβλημάτων υγείας στην ενήλικη ζωή τους, όπως διαβήτη και καρδιοπάθειες» σημείωνε σχετικά στην ερώτησή της η κ. Σπυράκη.
«Το σχέδιο δράσης της ΕΕ για την παιδική παχυσαρκία (2014-2020) ήταν μια πρωτοβουλία που αναπτύχθηκε από τα κράτη μέλη, με την υποστήριξη της Επιτροπής, για την ανάσχεση της αύξησης του υπερβολικού βάρους και της παχυσαρκίας στα παιδιά και τους νέους έως το 2020», διευκρινίζει, από την πλευρά της, η επίτροπος, η οποία επιβεβαίωσε για μια ακόμη φορά το αυξημένο ενδιαφέρον της ΕΕ για την αντιμετώπιση της παιδικής παχυσαρκίας. «Η Επιτροπή αποδίδει μεγάλη σημασία στη βελτίωση της διατροφής και της σωματικής άσκησης, ιδίως των παιδιών, δεδομένου ότι η παχυσαρκία αποτελεί σημαντικό παράγοντα κινδύνου για μη μεταδοτικές νόσους, συμπεριλαμβανομένου του καρκίνου», υπογραμμίζει στην απάντησή της και τονίζει ότι «τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν κατά την περίοδο 2018-2020 από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), κατέδειξαν ότι το 29% των παιδιών ηλικίας 7-9 ετών στις συμμετέχουσες χώρες διαπιστώθηκε ότι είχαν υπερβολικό βάρος και το 12% παχυσαρκία και ότι η τάση είναι πτωτική όσον αφορά τον επιπολασμό του υπερβολικού βάρους στην Ελλάδα, την Ιταλία, την Πορτογαλία, τη Σλοβενία και την Ισπανία, σε σχέση με την πρώτη έκδοση της έκθεσης, την περίοδο 2007-2008».
«Παρά τη μείωση, ο επιπολασμός (συχνότητα εμφάνισης) του υπερβολικού βάρους και της παχυσαρκίας στις χώρες αυτές εξακολουθεί να είναι μεταξύ των υψηλότερων στην Ευρωπαϊκή Περιφέρεια», αναφέρει, προσθέτοντας ότι «σημειώθηκε αύξηση της παιδικής παχυσαρκίας κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19» και ότι «στην πρόληψη της παχυσαρκίας στοχεύει και η πρωτοβουλία “Healthier Together” (Υγιέστεροι μαζί) για τις μη μεταδοτικές νόσους στην ΕΕ που παρέχει ένα πλαίσιο στήριξης για τις δράσεις των κρατών μελών σχετικά με τους καθοριστικούς παράγοντες της υγείας».
«Το πρόγραμμα εργασίας για το 2022 του (προγράμματος) “Η ΕΕ για την υγεία” (EU4Health) περιλαμβάνει κοινή δράση σχετικά με τους καθοριστικούς παράγοντες της υγείας με προϋπολογισμό 75 εκατ. ευρώ και επιχορηγήσεις για τα ενδιαφερόμενα μέρη για την υλοποίηση σχετικών έργων», καταλήγει στην απάντησή της η κ. Κυριακίδου.