Γράφει ο Γιάννης Νάκος
Έως την Πέμπτη λοιπόν θα πρέπει να έχουν διευκρινιστεί και δοθεί στην δημοσιότητα εκείνα τα μέτρα που θα πρέπει να υλοποιηθούν για να καταβληθεί και το υπόλοιπο της δόσης το οποίο απομένει που υπολογίζεται γύρω στα 3 δις.
Αρχικά, παρόλο που όλοι αναγνωρίζουν πως οι επόμενοι μήνες αποτελούν κομβικής σημασίας για τον Σύριζα, και για την φιλότιμη προσπάθεια “Πασοκοποίησης” που κάνει, εντούτοις ουδείς αμφισβητεί πως θα πρέπει κάποια στιγμή να συγκρουστεί με εκείνα τα συμφέροντα που έχει εξαγγείλει ότι θα κάνει. Αλλά αυτά είναι για αργότερα.
Αυτήν την εβδομάδα πέραν της βοήθειας που αρέσκεται να επιζητά το “παλιό” αλλά και “νέο” ΠΑΣΟΚ από την Αμερική θα μας απασχολήσουν και τα σενάρια εκταμίευσης της δόσης.
Σύμφωνα με πληροφορίες η δόση εκτιμάται πως θα αποκοπεί σε δύο αποδόσεις που όπως είναι λογικό θα εκταμιευθούν με δύο αντίστοιχες λίστες προαπαιτούμενων, τα οποία θα κλειδώσουν από την κυβέρνηση και τους εταίρους μας έως την επόμενη εβδομάδα.
Στην πρώτη λίστα η οποία θα “ξεκλειδώσει” την πρώτη υπό-δόση των 2, περίπου δις έως τα μέσα Οκτωβρίου εικάζεται ότι θα έχουμε τα πιο “light” μέτρα όπως η εφαρμογή των ήδη ψηφισμένων μέτρων , δηλαδή η αύξηση του ΦΠΑ στην πρώτη ομάδα των νησιών του Αιγαίου , η αύξηση του φόρου στο αγροτικό πετρέλαιο και τα ραβασάκια του ΕΝΦΙΑ. Ενώ επίσης θα έρθουν προς ψήφιση και η κατάργηση των μονομερών δράσεων που προέβη η Κυβέρνηση το προηγούμενο εξάμηνο όπως η ρύθμιση των 100 δόσεων ,το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων (συμβολαιογράφοι,μηχανικοί, δικαστικοί επιμελητές και αναλογιστές) αλλά και ή έκδοση των υπουργικών αποφάσεων για την κατάργηση των πρόωρων συντάξεων.
Από την άλλη μεριά,τα πιο δύσκολα μέτρα μετατίθενται για την δεύτερη υπό-δόση του 1 δις ευρώ και θα πρέπει να έχουν ψηφιστεί έως τα μέσα Νοέμβριου. Σε αυτά λογίζονται τα δημοσιονομικά μέτρα όπως οι αλλαγές στην φορολογία εισοδήματος,το Ασφαλιστικό, ή ρύθμιση των κόκκινων δανείων, και η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών.
Εν κατακλείδι,οι επόμενοι μήνες θα φανερώσουν πόσο θα δοκιμαστεί η αντοχή των πολιτών σε αυτήν, όσο και η αντοχή της ίδιας απέναντι στον “Μνημονιακό” της εαυτό.