Μία από τις λίγες σταθερές στη ζωή μας είναι η πρώτη ημέρα του χρόνου. Λες «Πρωτοχρονιά» και η σκέψη σου πλημμυρίζει από γεύσεις βασιλόπιτας, άχνης και μελομακάρονου, ζέστη πυρωμένων κάρβουνων στο τζάκι και κουτιά δώρων κάτω από το δένδρο. Αλλά… από πότε γιορτάζουμε την Πρωτοχρονιά; Και ήταν ανέκαθεν καταμεσής του χειμώνα για… όλους;
Μπορώ να σας δώσω την απάντηση εν συντομία, στεγνά και με σαφήνεια, σαν να ‘μαι η Βικιπαίδεια. Καθώς όμως οι γιορτινές ημέρες είναι οι ημέρες των παραμυθιών, λέω να σας πω την ιστορία σαν διασκεδαστικό παραμύθι. Ακούστε:
46 π.Χ.
Η ζεστή ηλιαχτίδα που χόρεψε στο δεξί του μάτι τον έκανε να ανοίξει το αριστερό. Αντίκρυ του, σε απόσταση μισού μαξιλαριού, βρίσκονταν τα υπέροχα μάτια Εκείνης που τον παρατηρούσαν αλληθωρίζοντας ελαφρά. «Ξύπνησες» του είπε γλυκά. «Τι ονειρευόσουν;».
«Είδα κάτι πολύ περίεργο: ότι μπήκαμε στο ίδιο σπίτι από διαφορετικές πόρτες και κινηθήκαμε ο ένας προς τον άλλον… αλλά ανοίγαμε συνεχώς λάθος πόρτες και δεν συναντιόμασταν ποτέ!».
Η Κλεοπάτρα ανακάθησε ανήσυχη αφήνοντας τώρα τo υπέροχο σώμα της στη θέα και του δεξιού ματιού του Ιούλιου. Κούνησε το κεφάλι της και με έναν στεναγμό άφησε διαμαντένιο δάκρυ να κυλήσει στο αλαβάστρινο μάγουλό της.
«Τι είναι; Τι σημαίνει αυτό;» ρώτησε ανήσυχος ο Καίσαρας.
«Είναι οι εχθροί μας που θέλουν να μας χωρίσουν» είπε περίλυπη η Κλεοπάτρα. «Είναι αυτοί που δεν θέλουν με κανέναν τρόπο να μονοιάσουν οι Ρωμαίοι με τους Ελληνες. Σπέρνουν διχόνοια και μίση, με την ελπίδα να εξεγερθούν οι ανατολικές επαρχίες, αναγκάζοντάς σε να ξεχάσεις την κατάκτηση της Καληδονίας. Πιστεύουν ότι έτσι θα μαδήσουν τις δάφνες σου, θα σου στερήσουν τα πολύτιμα μεταλλεύματα του Βορρά και θα αποτρέψουν την αναγόρευσή σου από δικτάτορα σε αυτοκράτορα».
Ηταν η σειρά του Καίσαρα να ανακαθήσει τώρα σκεφτικός. Επειτα από ένα λεπτό σιγής σηκώθηκε και άρχισε να ντύνεται. Δένοντας και τον τελευταίο ιμάντα του θώρακά του έκλεισε τα μάτια και ρούφηξε μια τζούρα από την αύρα της καλοκαιριάτικης μέρας που υψωνόταν πάνω από το λιμάνι της Αλεξάνδρειας. «Δεν θα τους περάσει!» είπε στο τέλος άγρια.
«Τι εννοείς;» είπε εκείνη δίπλα του.
«Την Πρωτοχρονιά θα μπούμε θριαμβευτές στη Ρώμη οι δυο μας και θα στεφθείς πλάι μου αυτοκράτειρα» της απάντησε.
Τον κοίταξε ανοίγοντας τα γατίσια μάτια της ορθάνοιχτα. «Μα… είσαι ήδη παντρεμένος» ψέλλισε.
«Το διαζύγιο από την Καλπουρνία δεν είναι το πρόβλημα» είπε εκείνος αποφασιστικά. «Το πρόβλημα είναι ότι για να είναι νόμιμος ο γάμος μας πρέπει να είσαι Ρωμαία. Ε, λοιπόν, αυτή η Πρωτοχρονιά θα βρει όλους τους πολίτες των πρώην ελληνικών βασιλείων ρωμαίους πολίτες».
Ολοι ρωμαίοι πολίτες
Δύο ώρες μετά μια έκτακτη σύσκεψη συγκλήθηκε από τον Καίσαρα, με τους στρατηγούς, τους λόγιους και τους γραφιάδες να έρχονται αλαφιασμένοι στη σύναξη. Οταν όλοι ήταν στη θέση τους, ο Καίσαρας μπήκε και τους καλημέρισε σοβαρός.
«Οπως όλοι γνωρίζετε» ξεκίνησε «στα νότια και στα ανατολικά της Ρώμης έχουμε πλέον ειρήνη. Είμαστε λοιπόν ελεύθεροι να ξανανοίξουμε τους αρχαίους δρόμους του Βορρά, προς τα μεταλλεία της Ιέρνης και της Καληδονίας, που θα διασφαλίσουν την παντοτινή στρατιωτική και οικονομική ηγεμονία της Ρώμης. Ωστόσο, για να αποδυθούμε απερίσπαστοι στους νέους στόχους, θα πρέπει να διασφαλίσουμε οριστικά τα νώτα μας με την ενοποίηση των λαών που διοικούμε, με την ομογενοποίηση του ρωμαϊκού και του ελληνικού πολιτισμού. Κάτι τέτοιο δεν μπορεί όμως να προχωρήσει ενόσω οι υποτελείς μας των ελληνικών βασιλείων αισθάνονται πολίτες δεύτερης κατηγορίας. Γι’ αυτό σκοπεύω να τους αναγορεύσω ρωμαίους πολίτες».
Σταμάτησε και κοίταξε τα υποκριτικά ανέκφραστα πρόσωπα όλων τους. «Ο καλύτερος τρόπος για να γίνει αποδεκτή μια τόσο αιφνίδια αλλαγή» συνέχισε «κρίνω ότι είναι να συνδυαστεί η έλευση του Νέου Ετους με την έλευση μιας Νέας Εποχής για τη Μεσόγειο. Εχω λοιπόν συντάξει μια επιστολή προς όλους τους επάρχους των πρώην βασιλείων των διαδόχων του Αλεξάνδρου, αντίγραφο της οποίας έχετε όλοι μπροστά σας. Σε αυτήν τους καλώ να αποστείλουν ως την Πρωτοχρονιά, στη Ρώμη, από μία κοόρτη και ένα σώμα βοηθητικών που θα συναπαρτίσουν όλες μαζί τη Μακεδονική Λεγεώνα. Ο ρόλος της θα είναι να υπερασπίζεται πρώτη αυτή τις ρωμαϊκές κτήσεις τόσο στην ελληνική χερσόνησο όσο και στα ελληνικά βασίλεια της Ασίας και της Αφρικής. Επειτα από μια πομπή θριάμβου, τα μέλη της Μακεδονικής Λεγεώνας θα χρισθούν την Πρωτοχρονιά ρωμαίοι πολίτες και μαζί με αυτούς όλοι οι πολίτες των χωρών προέλευσής τους. Λοιπόν, διαβάστε την και πείτε μου αν διαφωνεί κανείς».
Ακολούθησε σιωπή. Κανείς δεν έδειχνε την παραμικρή διάθεση αμφισβήτησης της θέλησης του Καίσαρα εκτός… από ένα μικρό βηξιματάκι που ακούστηκε από τον μέγα αστρονόμο του Μουσείου της Αλεξάνδρειας, τον Σωσιγένη. «Ναι;» έκανε ο Ιούλιος.
«Εεε… εκλαμπρότατε Καίσαρ» έκανε ο γέρος «μόνο περιδεής και ευγνώμων μπορώ να δηλώσω για την ευμένεια και εμπιστοσύνη με την οποία περιβάλλετε τους έλληνες υπηκόους σας με τούτη την απόφαση».
«Αλλά;» έκανε ανυπόμονα ο Καίσαρας.
«Επί της ουσίας, επομένως, ουδέν θα είχα να προσθέσω. Αλλά… να, επί του τύπου, θα παρακαλούσα να μου επιτρέψετε κάποιες λεκτικές παρεμβάσεις που, χωρίς να αλλοιώνουν διόλου την ουσία, θα καθιστούσαν ίσως πιο καταληπτές τις προθέσεις σας».
«Α, όχι, Σωσιγένη. Αυτή τη φορά δεν θα δεχθώ καμία διπλωματική διακόσμηση. Η επιστολή αυτή θα σταλεί ως έχει. Και θα απαιτήσω την απάντηση όλων τους εντός μηνός. Καλημέρα σας».
Πρωτοχρονιάτικος κυκεώνας
Ο μήνας πέρασε, με τον Ιούλιο να καταστρώνει σχέδια για την εκστρατεία στις σημερινές Ιρλανδία και Σκωτία και την Κλεοπάτρα να διαλέγει τα προικιά που θα κουβαλούσε μαζί της στη Ρώμη – σκόπευε να τα απλώσει πάνω σε ελέφαντες για να μπουν στο μάτι και της πιο στραβής ρωμαίας αρχόντισσας. Τελικά μαζεύτηκαν όλοι οι μαντατοφόροι από τις ανατολικές επαρχίες και το συμβούλιο επανασυγκλήθηκε.
Πρώτος παρουσιάστηκε ο απεσταλμένος του κυβερνήτη της Γαλιλαίας Αντίπατρου. Ο Ιούλιος ζήτησε από τον Σωσιγένη να διαβάσει την απάντηση μεγαλοφώνως, αντιπαρερχόμενος τις κλασικές εισαγωγικές κολακείες.
«Με ευγνωμοσύνη λοιπόν ασμένως αποδέχομαι την πρόσκλησή σας, Καίσαρ, και σπεύδω για την ετοιμασία των στρατιωτικών αγημάτων που μου ζητήσατε. Παρακαλώ, όμως, διευκρινίσατέ μου το εξής: τα στρατεύματα αυτά θα απαρτίζονται από Ιουδαίους, που παραδοσιακά υποδέχονται το νέο έτος κατά τη Ρος Χασανά, στην αρχή του φθινοπώρου. Δεδομένου όμως ότι η επιστολή σας αναφέρεται στον ελληνικό πολιτισμό, ενδεχομένως εννοείτε την αρχή του χρόνου σύμφωνα με το ημερολόγιο που επιβλήθηκε στην Ιουδαία από τη δυναστεία των Σελευκιδών. Σε μια τέτοια περίπτωση θα εννοείτε την άφιξή τους στη Ρώμη σε έξι μήνες από τώρα. Παρακαλώ ταπεινά για τη διασάφηση του θέματος».
Ο Ιούλιος κοίταξε ξαφνιασμένος τον Σωσιγένη και εκείνος… το πάτωμα. «Βρωμόγερε, αυτό λοιπόν εννοούσες τότε!» μουρμούρισε μέσα από τα δόντια του ο Καίσαρας. «Διάβασέ μας την επόμενη επιστολή» του φώναξε.
«Από την Αθήνα ο έπαρχος Φιλήμων λέει… δεδομένου ότι η έναρξη του νέου έτους είναι καθ’ ημάς τον μήνα Ποσειδεώνα, αλλά κατά τους Ρωμαίους τον επόμενο μήνα, τον καθ’ ημάς Γαμηλίωνα, πότε ακριβώς επιθυμείτε να βρίσκονται στη Ρώμη οι στρατιώτες μας;».
«Και η επόμενη;» βρυχήθηκε φουρκισμένος ο Ιούλιος.
«Από την Πέλλα ο έπαρχος Δημήτριος: …να βρίσκονται τα στρατεύματα στη Ρώμη τέλος του Αυδυναίου ή αρχές του Περίτιου;».
«Μα τον Κάστορα και τον Πολυδεύκη μαζί!» ανέκραξε τώρα απελπισμένος ο Καίσαρ. «Η επιστολή από τους Δελφούς τι λέει;».
«Το Μαντείο των Δελφών» συνέχισε ατάραχος ο Σωσιγένης «διαβεβαιοί τη μεγαλειότητά σας ότι θα στείλει τους Φωκαείς του όποτε επακριβώς του ζητήσετε, είτε στα τέλη του μηνός Δαιδοφορίου, που αλλάζει το έτος στα καθ’ αυτών, ή στις αρχές του μηνός Αμαλίου, που αλλάζει στη Ρώμη».
Η γροθιά του Καίσαρα έπεσε με έναν γδούπο στο μακρύ μαρμάρινο τραπέζι των συσκέψεων κάνοντας τις μολυβένιες γαλέρες που είχαν συσσωρευτεί στις ακτές τις Καληδονίας να απογειωθούν από τον χάρτη. «Δεν κυβερνιέται μια αυτοκρατορία με έναν αχταρμά ημερολογίων» φώναξε. «Αναστέλλουμε όλες τις ετοιμασίες για πολιτική εξίσωση μέχρι να φτιάξουμε ένα ημερολόγιο κοινά αποδεκτό από όλους τους υπηκόους μας. Σωσιγένη, στρώσου στη δουλειά!» είπε και έφυγε από τη σύσκεψη.
Βγαίνοντας έπεσε πάνω στην Κλεοπάτρα που τα είχε ακούσει όλα.
«Λυπάμαι» πήγε να της πει, αλλά εκείνη τίναξε πεισματάρικα το πιγούνι της. «Μέχρι να βρεις το πότε πέφτει η Πρωτοχρονιά» του είπε «μην κάνεις τον κόπο να με ζητήσεις. Μπορείς να κοιμάσαι… με τον Βρούτο» του πέταξε και έφυγε λικνίζοντας υπέρμετρα τους γοφούς της.
Περιττό να προσθέσουμε ότι ο Σωσιγένης όρισε επακριβώς το πότε είναι η Πρωτοχρονιά, ο Ιούλιος την επέβαλε σε όλη την αυτοκρατορία και η χριστιανοσύνη μετέπειτα «εφηύρε» τον Αϊ-Βασίλη για να συμπλεύσει με τα δώρα που ανταλλάσσονταν κατά την παράδοση κάθε αρχή νέου έτους. Λέτε να οφείλουμε την ιδέα των δώρων στα… προικιά της Κλεοπάτρας;