Στη δυνατότητα ευνοϊκής ρύθμισης χρεών για τους πραγματικά αδύναμους οφειλέτες, αλλά και στο ζήτημα της πρώτης κατοικίας ευάλωτων φυσικών προσώπων, αναφέρθηκε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, κατά την έναρξη της συνεδρίασης του υπουργικού συμβουλίου.
«Ο Κώδικας Διευθέτησης Οφειλών και Παροχής Δεύτερης Ευκαιρίας, είναι ένας ενιαίος κώδικας που, επιτέλους, κλείνει οριστικά πληγές δεκαετιών της οικονομικής αλλά και κοινωνικής πραγματικότητας. Θέτει ένα ρεαλιστικό, δίκαιο, κοινωνικά ευαίσθητο πλαίσιο γύρω από την πρώτη κατοικία και χαράσσει έναν σαφή δρόμο για το πώς θα ρυθμίζονται χρέη προς το Δημόσιο, προς τα ταμεία, προς τις τράπεζες, τα οποία συνολικά φτάνουν τα 234 δισεκατομμύρια ευρώ. Αυτό είναι το ύψος του ιδιωτικού χρέους σήμερα στην Ελλάδα», τόνισε ο πρωθυπουργός.
«Από 1ης Ιανουαρίου του 2021, λοιπόν, οι πραγματικά αδύναμοι οφειλέτες θα ρυθμίζουν ευνοϊκά το χρέος τους ή θα απαλλάσσονται. Βάσει όμως κριτηρίων, με πρώτο την κατάργηση του απόρρητου για κάθε περιουσιακό στοιχείο των ενδιαφερομένων, ώστε να γίνονται οι αναγκαίες διασταυρώσεις και να μην διασώζονται στρατηγικοί κακοπληρωτές, όπως, δυστυχώς, έχει επανειλημμένα συμβεί», πρόσθεσε στη συνέχεια. Αναφερόμενος στο ζήτημα της πρώτης κατοικίας ευάλωτων προσώπων, ο Κυριάκος Μητσοτάκης τόνισε ότι οι νέες ρυθμίσεις έχουν έντονα κοινωνικό πρόσημο. «Ειδικά για τα χρέη ευάλωτων φυσικών προσώπων και την αυτονόητη ηθική δέσμευση του κράτους να εξασφαλίσει την κατοικία τους, οι προβλέψεις του νομοσχεδίου έχουν έντονο κοινωνικό πρόσημο. Ίσως και για αυτό προκαλούν και αντιστάσεις από την πλευρά των τραπεζών.
Η επιλογή όμως είναι ξεκάθαρα πολιτική. Μετά την έγκαιρη προειδοποίηση για όποιον προσφεύγει στο στάδιο της ρύθμισης, θα αναστέλλονται κατασχέσεις και πλειστηριασμοί. Και μετά τη δίμηνη διαβούλευση οι πιο αδύναμοι θα λαμβάνουν ειδική επιδότηση επί των ρυθμισμένων δόσεων του νέου δανείου», ανέφερε ο πρωθυπουργός. Επίσης ανέφερε πως «και στο τελικό στάδιο, αυτό της πτώχευσης, τα ευάλωτα νοικοκυριά θα έχουν δίπλα τους την παρέμβαση του κράτους.
Δεν θα χάνουν το σπίτι τους από κάποιον νέο ιδιοκτήτη. Αντίθετα, αυτό θα μεταφέρεται σε έναν νέο φορέα διαχείρισης ακινήτων, που θα μισθώνει το σπίτι μόνο σε εκείνους για 12 χρόνια. Η Πολιτεία θα επιδοτεί και πάλι το ενοίκιο, ενώ ο δανειολήπτης θα διατηρεί το δικαίωμα της επαναγοράς όταν μπορέσει να το ασκήσει». «Το νομοσχέδιο, λοιπόν, και κλείνω με αυτό, έχει τρία χαρακτηριστικά: Είναι σαφές, είναι συνολικό, είναι καινοτόμο. Θέτει σε ένα κοινό πλαίσιο όλες τις παραμέτρους ιδιωτικού χρέους, εναρμονίζοντας το και με τη σχετική ευρωπαϊκή οδηγία.
Είναι ένα νομοσχέδιο δίκαιο κοινωνικά και γόνιμο επιχειρηματικά, ενισχύει τους αδύναμους οφειλέτες επαναφέροντας ταυτόχρονα επιχειρήσεις στην παραγωγική βιωσιμότητα. Και είναι τέλος ένα νομοσχέδιο αναπτυξιακό, γιατί αφαιρεί βάρη από νοικοκυριά και επιχειρήσεις, αλλά και απελευθερώνει τις τράπεζες από “κόκκινα” δάνεια ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος μίας ανακεφαλαιοποίησης, όπως δυστυχώς έχει συμβεί επανειλημμένως στο παρελθόν. Με λίγα λόγια, είναι πάνω απ’ όλα αυτό που δηλώνει ο τίτλος του: Μία δεύτερη ευκαιρία. Μία νέα αρχή. Ένα καινούργιο ξεκίνημα για όλους».