Το 2011 ο τότε πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου είχε αναφέρει ότι στόχος ήταν κάθε νοικοκυριό να έχει έστω έναν εργαζόμενο. Τρία χρόνια μετά και μετά από 6 χρόνια ύφεσης της ελληνικής οικονομίας οι αριθμοί τον «δικαιώνουν» καθώς σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ βάσει της απογραφής του 2011, ο μέσος αριθμός των απασχολούμενων ανά νοικοκυριό ήταν της τάξης του 0,9.
Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία ο χάρτης της απασχόλησης δείχνει ότι οι αλλοδαποί που ζουν στην Ελλάδα απασχολούνται ως ανειδίκευτοι εργάτες, χειρώνακτες και μικροεπαγγελματίες την ώρα που η πλειονότητα των Ελλήνων απασχολείται στο εμπόριο, τη δημόσια διοίκηση και την άμυνα.
Σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, με βάση την ποσοστιαία κατανομή των απασχολουμένων κατά ομάδες κλάδων οικονομικής δραστηριότητας, η Ελλάδα είναι στην 1η θέση στον κλάδο «Χονδρικό και λιανικό εμπόριο, μεταφορά και αποθήκευση, στέγαση και υπηρεσίες εστίασης» με ποσοστό 30,5% και κατέχει την τελευταία θέση (ποσοστό 0,2%) στον κλάδο «Διαχείριση ακίνητης περιουσίας. Παράλληλα, παρά τα καιρούς γραφόμενα, στον κλάδο «Δημόσια διοίκηση, άμυνα, εκπαίδευση, δραστηριότητες σχετικές με την ανθρώπινη υγεία και την κοινωνική μέριμνα» δεν είναι πρώτη η χώρα μας, αλλά η Δανία με ποσοστό 33%.
Ενδιαφέρον είναι και το στοιχείο, ότι, σε ελλαδικό επίπεδο, η Ήπειρος είναι η περιφέρεια με το μεγαλύτερο ποσοστό συνταξιούχων (27,9%) στο σύνολο του μόνιμου πληθυσμού της, ενώ αντίθετα το μικρότερο ποσοστό συνταξιούχων (18,5%) εμφανίζεται στην περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου.
Ειδικότερα, από τα οικονομικά χαρακτηριστικά του μόνιμου πληθυσμού της χώρας, που δημοσιοποίησε χθες η ΕΛΣΤΑΤ, προκύπτουν τα εξής:
– Ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός ανήλθε το 2011 σε 4.586.636 άτομα (42,4% του συνόλου του μόνιμου πληθυσμού) ενώ ο οικονομικά μη ενεργός πληθυσμός ανήλθε σε 6.229.650 άτομα (57,6% του συνόλου του μόνιμου πληθυσμού).
– Από το σύνολο του οικονομικά ενεργού πληθυσμού, 3.727.633 άτομα δήλωσαν «απασχολούμενοι» και 859.003 άτομα δήλωσαν «άνεργοι». Το μεγαλύτερο ποσοστό του οικονομικά ενεργού πληθυσμού (59%) είναι άντρες, ενώ οι γυναίκες αποτελούν το υπόλοιπο 41%.
– Το 46,2% του συνόλου των απασχολουμένων ανήκει στην ομάδα ηλικίας 30- 44 ετών, ακολουθούμενο από ποσοστό 36,2 % που ανήκει στην ομάδα 45- 64 ετών. Ο μέσος αριθμός απασχολουμένων ανά νοικοκυριό είναι 0,9.
– Στα ζευγάρια (έγγαμα ή συμβιούντα) με τουλάχιστον ένα παιδί (κάτω των 18 ετών), το 52,4% των μητέρων είναι απασχολούμενες, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό των απασχολούμενων πατέρων ανέρχεται στο 84,9%. Σε ό,τι αφορά στις μόνες μητέρες με τουλάχιστον ένα παιδί κάτω των 18 ετών, το 61,2% αυτών είναι απασχολούμενες, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό των μόνων πατέρων με τουλάχιστον ένα παιδί κάτω των 18 ετών, ανέρχεται στο 74,9%.
– Στην περιφέρεια της Πελοποννήσου, ο κλάδος «Γεωργία, Δασοκομία και Αλιεία» εμφανίζει τη μεγαλύτερη ποσοστιαία συμμετοχή (25,6%) στο σύνολο των απασχολουμένων της, ενώ στην περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου τη μεγαλύτερη ποσοστιαία συμμετοχή (23,9%) καταγράφει ο κλάδος «Δραστηριότητες παροχής υπηρεσιών καταλύματος και υπηρεσιών εστίασης».
– Το 10,5% (391.398 άτομα) του συνόλου των απασχολουμένων έχει ξένη υπηκοότητα (συμπεριλαμβανομένων των ατόμων με αδιευκρίνιστη ή χωρίς υπηκοότητα).
– Από τη μελέτη των στοιχείων, προκύπτει, επίσης, ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των απασχολουμένων με ελληνική υπηκοότητα (18,2%) εργάζεται στον κλάδο «Χονδρικό και Λιανικό Εμπόριο- Επισκευή μηχανοκίνητων οχημάτων και μοτοσικλετών», ακολουθούμενο από ποσοστό 10,7% που εργάζεται στον κλάδο «Δημόσια Διοίκηση και ‘Αμυνα- Υποχρεωτική κοινωνική ασφάλιση».
– Το μεγαλύτερο ποσοστό (18,8%) των απασχολουμένων με ξένη υπηκοότητα (συμπεριλαμβανομένων αυτών με αδιευκρίνιστη ή χωρίς υπηκοότητα) εργάζεται στον κλάδο «Κατασκευές», ακολουθούμενο από ποσοστό 18,2% που εργάζεται στον κλάδο «Γεωργία, Δασοκομία και Αλιεία».
– Σε όσους δήλωσαν ανειδίκευτοι εργάτες, χειρώνακτες και μικροεπαγγελματίες, το 59,1% είναι Έλληνες και το 40,9% είναι άτομα με ξένη υπηκοότητα (συμπεριλαμβανομένων αυτών με αδιευκρίνιστη ή χωρίς υπηκοότητα).
– Στο σύνολο των απασχολουμένων, το μεγαλύτερο ποσοστό (30,8%) είναι απόφοιτοι Λυκείου (Γενικού, Εκκλησιαστικού, Επαγγελματικού κ.λπ.). Όσον αφορά στον τόπο εργασίας το μεγαλύτερο ποσοστό (61,7%) των απασχολουμένων εργάζεται στον δήμο της μόνιμης κατοικίας του.
Ευρωπαϊκή Ένωση
Η ΕΛΣΤΑΤ παρουσιάζει και τα στοιχεία της Eurostat για την ποσοστιαία κατανομή των απασχολουμένων σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά ομάδες κλάδων οικονομικής δραστηριότητας. Σύμφωνα με αυτά, στον κλάδο «Γεωργία, δασοκομία και αλιεία», η Ρουμανία έχει το υψηλότερο ποσοστό (28,4%) και το Ηνωμένο Βασίλειο το χαμηλότερο (1%). Στον κλάδο «Μεταποιητικές βιομηχανίες, ορυχεία και λατομεία, και άλλοι κλάδοι», η Τσεχία έχει το υψηλότερο ποσοστό (25,4%), ενώ το Λουξεμβούργο το χαμηλότερο (6,4%). Στον κλάδο «Κατασκευές», η Κύπρος έχει το υψηλότερο ποσοστό (10,5%), ενώ η Ιρλανδία το χαμηλότερο (4,8%). Στον κλάδο «Χονδρικό και λιανικό εμπόριο, μεταφορά και αποθήκευση, στέγαση και υπηρεσίες εστίασης», η Ελλάδα έχει το υψηλότερο ποσοστό (30,5%) και το Λουξεμβούργο το χαμηλότερο (16,6%). Στον κλάδο «Ενημέρωση και επικοινωνία», η Γερμανία έχει το υψηλότερο ποσοστό (5%), ενώ η Ρουμανία το χαμηλότερο (1,8%). Στον κλάδο «Χρηματοπιστωτικές και ασφαλιστικές δραστηριότητες», το Λουξεμβούργο έχει το υψηλότερο ποσοστό (9,3%), ενώ η Ρουμανία το χαμηλότερο (1,5%). Στον κλάδο «Διαχείριση ακίνητης περιουσίας», η Λετονία έχει το υψηλότερο ποσοστό (2,5%) και Ελλάδα και Ρουμανία τα χαμηλότερα (0,2%). Στον κλάδο «Επαγγελματικές, επιστημονικές και τεχνικές δραστηριότητες, διοικητικές δραστηριότητες και δραστηριότητες υποστήριξης», η Ολλανδία έχει το υψηλότερο ποσοστό (15,3%), ενώ η Ρουμανία το χαμηλότερο (5%). Στον κλάδο «Δημόσια διοίκηση, άμυνα, εκπαίδευση, δραστηριότητες σχετικές με την ανθρώπινη υγεία και την κοινωνική μέριμνα» η Δανία έχει το υψηλότερο ποσοστό με 33%, ενώ η Ρουμανία το χαμηλότερο με 14,2%. Τέλος, στον κλάδο «’Αλλες υπηρεσίες», η Κύπρος έχει το υψηλότερο ποσοστό (11,6%) και η Πολωνία το χαμηλότερο (3%).