Γράφει ο Μιχάλης Στυλιανός
Το φάσμα της οικονομικών ερειπίων, που εγείρει ο πόλεμος του πετρελαίου, πλανάται στην αίθουσα της Βιέννης όπου συνεδριάζουν σήμερα οι υπουργοί χωρών-μελών του ΟΠΕΚ, σε μιαν αγωνιώδη απόπειρα των πιο φτωχών από αυτές να πείσουν τις πλουσιότερες να μειώσουν την παραγωγή τους.
Η πτώση της τιμής του πετρελαίου κατά τριάντα και πλέον δολάρια το βαρέλι από τον Ιούνιο, οφειλόμενη σε οικονομικά αλλά και πολιτικά αίτια, απειλεί να εξουθενώσει παραγωγούς χώρες της Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής για τις οποίες οι εξαγωγές πετρελαίου αποτελούν βασική πηγή εισοδήματος. Αντιπροσωπεύει επίσης βαρύ πλήγμα για την οικονομία του Ιράν, ήδη βαρύτατα τραυματισμένη από τις αμερικανικές κυρώσεις, αλλά και για την ανθεκτικότερη ρωσική οικονομία
Όλες γενικώς οι πετρελαιοπαραγωγοί χώρες δοκιμάζονται από την πτώση των τιμών, αλλά η Σαουδική Αραβία, ακολουθούμενη από τα αραβικά κράτη που την περιστοιχίζουν, διαθέτει ικανά αποθέματα κεφαλαίων για να συνεχίσει την αποχή της από τον παρεμβατικό ρόλο που είχε στο παρελθόν, χειριζόμενη τη στρόφιγγα για την εξισορρόπηση προσφοράς και ζήτησης στην αγορά.
Ισχνές είναι εξ αυτού του λόγου οι προοπτικές επιτυχίας της σημερινής διάσκεψης στη Βιέννη, δοθέντος ότι η ισχυρότερη παραγωγός και άλλοτε ενοποιός δύναμη του ΟΠΕΚ, η Σαουδική Αραβία, δεν έχει ιδιαίτερη πίεση να τερματίσει τον πόλεμο του πετρελαίου, ενώ έχει αντίθετα λόγους να αναμένει οφέλη από την συνέχισή του.
Η παλαιά ενότητα των χωρών του ΟΠΕΚ, που καθιστούσε αυτόν τον οργανισμό δύναμη περίπου ρυθμιστική της παγκόσμιας οικονομίας, έχει πάψει να υπάρχει. Ο θανάσιμος ανταγωνισμός μεταξύ Σαουδικής Αραβίας και Ιράν και η επανεισβολή στην αρένα της Αμερικής σαν επίσης μεγάλης πετρελαιοπαραγωγού χώρας, με την εκμετάλλευση των σχιστολιθικών πεδίων, ανέτρεψαν την εικόνα των συντελεστών στην διαμόρφωση της αγοράς του πετρελαίου. Μια επιπλέον διάσταση στην περιπλοκή έδωσε ο ψυχρός πόλεμος που εξαπέλυσαν οι ΗΠΑ εναντίον της Ρωσίας, υποκινώντας το πραξικόπημα στην Ουκρανία.
Στην πραγματικότητα στη διεθνή σκηνή έχουμε τώρα το φαινόμενο μιας επισώρευσης πολέμων: τον ψυχρό πόλεμο Δύσης εναντίον Ρωσίας, τον θερμό πόλεμο δι’ αντιπροσώπων στην Ουκρανία, τον ατέρμονα πλέον και ολοένα διευρυνόμενο «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας», τον νομισματικό πόλεμο Κίνας-Ρωσίας-BRICS κατά της κυριαρχίας του δολαρίου και τον πόλεμο του πετρελαίου – άθροισμα ορατό αλλά ελλιπές, που δεν προοιωνίζεται παρά πολύ σκοτεινές εξελίξεις.
Για τις αιτίες της συνεχιζόμενης κατάρρευσης της τιμής του πετρελαίου –που πιθανολογείται να φθάσει και στα 60 δολ.-μόνη αδιαφιλονίκητη είναι η πτώση της ζήτησης, λόγω της διεθνούς οικονομικής ύφεσης.
Αντικείμενο έντονων συζητήσεων και συγκρουομένων ερμηνειών είναι η στάση απαθούς παρατηρητή των «δυνάμεων της αγοράς» που υιοθέτησε Η Σαουδική Αραβία, αρνούμενη να δεχθεί συντονισμένη μείωση της παραγωγής για την αποκατάσταση της ομαλότητας. Δύο επικρατούσες ερμηνείες φαίνεται να εμπεριέχουν, κατά το ήμισυ η κάθε μια, την αλήθεια.
Κατά την πρώτη, που υποστηρίχθηκε από έγκυρους Αμερικανούς δημοσιογράφους στον εξω-συστημικό Τύπο, η πτώση της τιμής του πετρελαίου είναι το αποτέλεσμα μυστικής συμφωνίας μεταξύ του Αμερικανού υπουργού των Εξωτερικών Τζων Κέρυ και του βασιλικού οίκου Σαούντ, όταν ο πρώτος επισκέφθηκε τη Ριάντ τον Σεπτέμβριο, για να στρατολογήσει τους Σαουδάραβες στην εκστρατεία εναντίον των τζιχαντιστών του Ι.Κ. Κατά την εκδοχή αυτή η Σαουδική πλευρά επιδίωξε τη συμφωνία των Αμερικανών στην τεχνητή πτώση της τιμής, προκειμένου να πληγεί η οικονομία του Ιράν. Ο Κέρρυ προθύμως συγκατατέθηκε (απιστώντας στο φλερτ με τον Ιρανό πρόεδρο Χατεμί) υπολογίζοντας στο πλήγμα κατά της Ρωσίας.
Η δεύτερη εκδοχή, που ενισχύεται από τις εξελίξεις, υποστηρίζει ότι βασικός στόχος της Σαουδικής συνέργειας στον κατήφορο των τιμών δεν είναι το Ιράν αλλά ο αμερικανικός μελλοντικός ανταγωνισμός με πετρέλαιο υδραυλικής ρωγμάτωσης (φράκινγκ), η αμερικανική παραγωγή του οποίου έτεινε να ξεπεράσει την Σαουδική.
Συμβαίνει πράγματι η πτώση των τιμών εάν συνεχισθεί κάτω από το επίπεδο των 80 δολ. τα βαρέλι θα τσακίσει τη νέα και μόνη ανθούσα αμερικανική βιομηχανία, της εξόρυξης πετρελαίου και φυσικού αερίου από σχιστολίθους, λόγω του υψηλού κόστους αυτής της διαδικασίας, ίσως και δεκαπλάσιου από ορισμένων Σαουδικών πηγών.
Ήδη σήμερα το οικονομικό πρακτορείο Μπλούμπεργκ ανέφερε ότι σε 19 αμερικανικές περιφέρειες σχιστολιθικής εκμετάλλευσης η εξόρυξη πετρελαίου γίνεται με ζημία όταν η τιμή αγοράς βρίσκεται στο επίπεδο των 75 δολ. το βαρέλι. Και η ημερήσια παραγωγή αυτών των περιφερειών ήταν 415.ΟΟΟ βαρέλια την ημέρα.
Όπως δήλωσε ο Ντάνιελ Ντίκερ, πρόεδρος της Εταιρείας Διαχείρισης Πλούτου Μερκ Μπλοκ, με 25ετή πείρα εμπορίας πετρελαίου στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης: «΄Ολοι παριστάνουν τους χαμογελαστούς, ότι μπορούν να τα καταφέρουν με τιμή πετρελαίου σε 80 δολ., αλλά πρόκειται για χοντρά παραμύθια. Η «επανάσταση του σχιστόλιθου» δεν περπατάει με 80 δολάρια. Τελεία και παύλα.»
Αναφέρεται ότι στο μισό περίπου των υπό εκμετάλλευση πεδίων σχιστολίθου η εξόρυξη είναι ζημιογόνος με τιμή κατώτερη των 80 δολ το βαρέλι. Συμβαίνει δε πλήθος εταιρειών να έχουν δανεισθεί μεγάλα κεφάλαια για την επένδυση προκειμένου να συμμετάσχουν στο «νέο Ελντοράντο». Κατά τα στοιχεία του Μπλούμπεργκ, 61 από αυτές τις επιχειρήσεις έχουν συσσωρεύσει χρέος 199 δισεκατομμυρίων. Αρκετές άρχισαν ήδη να κλείνουν και η επιδημία των φαλιμέντων θα πάρει μεγάλη έκταση, με αλυσιδωτές επιπτώσεις, εάν η σημερινή διάσκεψη στη Βιέννη δεν απολήξει σε συμφωνία διάσωσης.
Η Σαουδική Αραβία δεν άφησε όμως περιθώρια αισιοδοξίας. Ο υπουργός Πετρελαίου Αλί αλ-Ναϊμί δήλωσε χθες: « Κανείς δεν πρέπει να περιορίσει την παραγωγή. Η αγορά θα σταθεροποιηθεί μόνη της.»
Και σε απάντηση στις απόψεις άλλων μελών του ΟΠΕΚ για την ανάγκη παρέμβασης, ο Σαουδάραβας υπουργός απάντησε αποκαλυπτικά:
«Γιατί να περικόψει η Σαουδική Αραβία την παραγωγή της; Οι ΗΠΑ έχουν τώρα επίσης μεγάλη παραγωγή. Θα πρέπει να την περικόψουν και αυτές;»