Γράφει ο Σπύρος Ριζόπουλος
Με αφορμή την επίσκεψη Χαφτάρ στην Αθήνα, ενόψει της Διάσκεψης του Βερολίνου θέλω να διατυπώσω ορισμένες σκέψεις και παρατηρήσεις που αφορούν στη στάση του ελληνικού πολιτικού συστήματος αλλά και τη γεωπολιτική στρατηγική της Ελλάδας.
Πρώτον πιστεύω ότι ο ίδιος ο Χαφτάρ ζήτησε τη συνάντηση στην Αθήνα. Κάνω αυτή τη διάγνωση καθαρά επαγγελματικά κρίνοντας την όλη του επικοινωνιακή συμπεριφορά. Είναι σαφές ότι ο Χαφτάρ κάνει ότι μπορεί για το καλό της ίδιας του της στρατηγικής ώστε να αναγορευθεί κορυφαίος παράγοντας των εξελίξεων.
Δεύτερον, δεν θεωρώ ότι ο Χαφτάρ είναι το ίδιο αδίστακτος με τον Ερντογάν, αλλά είναι σίγουρο ότι έχει αντιληφθεί πως εμπλέκοντας την Ελλάδα ανεβάζει την αξία του στο χρηματιστήριο των διενέξεων της ανατολικής Μεσογείου.
Από την άλλη, ο δικός μας πανηγυρισμός δείχνει το πόσο έχουμε αυτοπεριοριστεί σε επίπεδο εθνικής στρατηγικής έχοντας αποδεχθεί το ρόλο εξυπηρέτησης των συμφερόντων του Χαφτάρ.
Και φυσικά εδώ βασικό ζήτημα είναι ότι και πάλι προβάλλεται η ελληνική εθνική φοβικότητα που συζητά με ημίμετρα. Διότι η απειλή βέτο για το ζήτημα της Λιβύης στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένα επικοινωνιακό ημίμετρο το οποίο δεν έχει καμία αξία με δεδομένο ότι γνωρίζουμε ήδη πως ο Ερντογάν από την Ε.Ε. θέλει τη νομιμοποίηση του να είναι συζητητής και όχι εκείνος να παραχωρήσει την παραμικρή δυνατότητα στην Ε.Ε. να του πει τι θα κάνει στην εξωτερική του πολιτική.
Δεν πρέπει να είμαστε όμως μηδενιστές. Η συνάντηση στην Αθήνα ήταν μια ευχάριστη έκπληξη ανεξάρτητα του ποιος είχε την πρωτοβουλία.
Βλέπουμε όμως ότι στα πλαίσια μια παραδοσιακής στρατηγικής διαπραγματεύσεων ο Χαφτάρ έκοψε την παραγωγή πετρελαίου κλείνει και το λιμάνι ενώ στον αντίποδα βλέπουμε ότι ο Ερντογάν ξεκαθαρίζει ότι δεν πρόκειται να αποσύρει τα στρατεύματα.
Προσπαθώ να αντιληφθώ πως η συγκεκριμένη όξυνση μπορεί να οδηγήσει σε λύση. Θεωρώ πως ότι αποφασιστεί στη διάσκεψη θα είναι προσωρινό και είναι μια αρχή η οποία στην καλύτερη περίπτωση θα οδηγήσει στο διαμελισμό της Λιβύης.
Η δική μου πρόταση είναι πολύ πιο σαφής. Σκληρή αλλά σαφής. Δεν πιστεύω ότι η Ελλάδα πρέπει να στείλει στρατεύματα εκ των υστέρων όπως είπε ο κ. Δένδιας. Πιστεύω ότι σ’ αυτό το νέο θέατρο εθνικών ανταγωνισμών της ανατολικής Μεσογείου δίνεται η ευκαιρία να αποκτήσουμε ως χώρα πρωταγωνιστικό ρόλο αναγκάζοντας όλους τους εμπλεκόμενους να μας πάρουν σοβαρά.
Γιατί, πολύ απλά, αποδεικνύεται περίτρανα ότι το «καλό παιδί» δεν το υπολογίζει κανείς.
Πιστεύω ότι το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα πρέπει να λάβει την απόφαση να στείλει στρατεύματα στη Λιβύη από τώρα.
Εάν αποφασιστεί αυτό, εξ ανάγκης οι πάντες αιφνιδιαζόμενοι θα μας πάρουν σοβαρά και θα αντιληφθούν ότι και η Ελλάδα είναι σε θέση πραγματικά να αμυνθεί των συμφερόντων της.
Και το λέω αυτό γιατί κανείς στην Ελλάδα δεν έχει αντιληφθεί ότι τη στιγμή που πάτησαν τουρκικά στρατεύματα στο έδαφος της Λιβύης το ζήτημα του μνημονίου είναι πλέον δευτερεύον.
Πιστεύω ότι η Τουρκία πρέπει να νιώσει την πίεσή μας και είναι προτιμότερο η πίεση αυτή να δοκιμαστεί πρωτίστως αλλού.
Κατά την εκτίμησή μου το πρόβλημα της Λιβύης εάν αντιμετωπιστεί με τον προτεινόμενο τρόπο μετατρέπεται σε μεγάλη ευκαιρία.
Ας αφήσουμε λοιπόν τις ωραίες διατυπώσεις και τις διασκέψεις και ας αλλάξουμε τη στρατηγική μας κάνοντας την πολύ σκληρή και δύσκολη μετάβαση. Αφήνοντας πίσω τις επικοινωνιακές φρασούλες περί του τι θα κάνουμε πως θα το κάνουμε και αν το κάνουμε πριν το κάνουμε και ξεπερνώντας τη μίζερη στάση του «εάν χρειαστεί θα εξετάσουμε όλες τις πιθανές αντιδράσεις». Και ας αποδείξουμε στη διεθνή κοινότητα ότι η λύση στην ανατολική Μεσόγειο δεν είναι αυτή που αποφασίστηκε από όλους εκτός από την Ελλάδα, αλλά πλέον με την παρουσία της Ελλάδας στη Λιβύη ως δύναμη έτοιμη για σύγκρουση.
Είμαι πολύ περίεργος πως θα αντιδράσει η ΕΕ, οι ΗΠΑ, η Τουρκία και η Ρωσία όταν θα γίνει αυτό. Η λύση λοιπόν είναι μία: ότι επιχειρεί να κάνει η παγκόσμια κοινότητα στο Αιγαίο να μεταφερθεί στη Λιβύη.
Να κάνει η Ελλάδα τη Λιβύη, Αιγαίο.
Υ.Γ.
Επειδή, μήνες τώρα διαβάζω διάφορες «ποταμίσιες» νερόβραστες πολιτικές τοποθετήσεις περί ωριμότητας πολιτικού συστήματος θεωρώ αστείο να πιστεύουμε ότι συμβαίνει κάτι τέτοιο με τη δικαιολογία ότι εκλέξαμε πρόεδρο Βουλής συναινετικά, ότι δώσαμε ψήφο στους Έλληνες του εξωτερικού με ένα νομοσχέδιο της πλάκας και τώρα θα εκλεγεί πρόεδρος Δημοκρατίας -όπου στην περαιτέρω υποβάθμιση του πολιτικού συστήματος έπρεπε με κάθε τρόπο να υποστηρίξουν ότι το σύστημα αναβαθμίζεται επιλέγοντας μια γυναίκα ως βασικό κριτήριο.
Θέλω πολύ να δω πόσο ώριμο θα αποδειχθεί το πολιτικό μας σύστημα όταν θα τολμήσει κάποιος να ψελλίσει στη Βουλή το παραπάνω σκεπτικό.