Άρθρο στην εφημερίδα ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ, 05.02.2012
Η παρουσία δευτερότριτων στο προσκήνιο, είναι η αψευδής απόδειξη πως το πολιτικό σύστημα χρεοκόπησε. Η οικονομική χρεοκοπία υπήρξε απότοκος της πολιτικής χρεοκοπίας και όχι το αντίστροφο. Το πολιτικό σύστημα για δεκαετίες μετέδιδε ένα λάθος μήνυμα και προς την κοινωνία και προς την οικονομία και αυτό ήταν το «όλα επιτρέπονται για να κυβερνήσουμε». Για αυτό και η διακυβέρνηση που ακολουθούσε κατάφερνε στο τέλος να δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα από όσα υποτίθεται πως προσπαθούσε να λύσει. Η χρεωκοπία της ελληνικής πολιτικής τάξης εξώθησε στα άκρα μια διαδικασία μη παραγωγικής οικονομικής συσσώρευσης, ένα σύστημα διαφθοράς και ανομίας, μια κουλτούρα επιχειρηματικής ατολμίας, μια ψυχολογία βολικής ευκολίας.
Αυτό το πολιτικό σύστημα και οι πρωθυπουργοί που ανέδειξε τις τελευταίες δεκαετίες έχουν την ευθύνη για τη συντήρηση και αναπαραγωγή μιας ψευδοαστικής τάξης αεριτζίδικου μεταπρατισμού και νεοπλουτίστικου μιμητισμού. Χαρακτηριστικά που εντάθηκαν από την εκμετάλλευση της ένταξης της χώρας στη ζώνη του ευρώ.
Τώρα, η ίδια πολιτική τάξη επιχειρεί να διασωθεί με το επιχείρημα της διάσωσης της χώρας, χωρίς όραμα και στρατηγική, μεταδίδοντας ένα εξίσου λάθος μήνυμα, το «όλα επιτρέπονται για να διασωθούμε». Όμως, για να ξεφύγει η Ελλάδα από την μέγγενη της κρίσης και της καταστροφής πρέπει να τελειώσει οριστικά και αμετάκλητα με αυτούς που την έφεραν ως εδώ. Πρέπει να βρει ηγέτη και όχι κάποιον «σαν ηγέτη». Τον ηγέτη που θα την κερδίσει, θα την παρακινήσει, θα την εμπνεύσει, θα την βάλει να δουλέψει και να πετύχει. Τον ηγέτη που θα ξαναδώσει ταυτότητα στη χώρα και θα κάνει ένα πραγματικό εθνικό rebranding στα μάτια και στη σκέψη του υπόλοιπου κόσμου.
Με αυτή την έννοια και τηρουμένων των αναλογιών, υποστήριξα τη θέση πως η Ελλάδα έχει ανάγκη το δικό της Ερντογάν. Αντιλαμβάνομαι ασφαλώς το ερώτημα που προκύπτει αμέσως: «Ποιος είναι;». Η απάντηση δεν είναι έτοιμη και προσυσκευασμένη και γι αυτό θέλει το χρόνο της. Μπορούμε όμως, εν τω μεταξύ, να πούμε με βεβαιότητα «ποιος δεν μπορεί να είναι». Σίγουρα δεν μπορεί να είναι κανείς από αυτούς που ζούνε φαντασιωνόμενοι τους εαυτούς τους να περνάνε ως πρωθυπουργοί την πόρτα του Μαξίμου. Επίσης, ο Λουκάς Παπαδήμος μπορεί να αποδειχθεί ευεργέτης, σίγουρα όμως δεν είναι ηγέτης. Βρισκόμενοι στο ναδίρ, έχει ασφαλώς κρίσιμη σημασία να συμφωνηθεί το PSI και να υπογραφεί η νέα δανειακή σύμβαση αλλά αυτό επ’ουδενί δεν συνιστά νέο εθνικό όραμα.
Κατά συνέπεια από το παλιό πολιτικό σύστημα το μόνο πλέον που μπορούμε να περιμένουμε είναι να δείξει, έστω και στο τέλος του, ένα ίχνος εθνικής και ηθικής ευθύνης: να στηρίξει ανεπιφύλακτα τον Παπαδήμο και την προσπάθεια να μείνει όρθια η χώρα. H προσπάθεια αυτή λανθασμένα μεταδίδεται με ημερομηνία λήξης τη συμφωνία του PSI και της νέας δανειακής σύμβασης. Απαιτείται περισσότερος χρόνος. Και στη διάρκεια του χρόνου αυτού πρέπει να δημιουργηθεί ένα νέο πολιτικό περιβάλλον και μια νέα νοοτροπία που θα διαμορφώσουν με τη σειρά τους, τις προϋποθέσεις για μια νέα εθνική ηγεσία.
Πρέπει να αποφευχθεί πάση θυσία το να οδηγηθεί η χώρα στην περιπέτεια διαδοχικών εκλογών και στο ανεβοκατέβασμα κυβερνήσεων που θα ξυπνήσουν τις χειρότερες μνήμες της δεκαετίας του 60, με εξίσου καταστροφικά για τον τόπο αποτελέσματα.
Η επιτυχία της αποστολής Παπαδήμου, όσο χρόνο κι αν απαιτήσει, όποιοι κι αν είναι οι κοινοβουλευτικοί ή συνταγματικοί περιορισμοί που πρέπει να ξεπεραστούν, είναι η ικανή και αναγκαία συνθήκη για να τελειώνουμε με τους δευτερότριτους και η χώρα να βρει την ηγεσία της «επόμενης μέρας». Συνεπώς, ως Έλληνα, δεν με ενδιαφέρει αν μπορεί να γίνει. Με ενδιαφέρει να βρουν τρόπο να το κάνουν.