Έναν ακόμα άγνωστο στη δύσκολη «εξίσωση» για το μέλλον των ναυτιλιακών αγορών βάζει η Euronav.
Εκτός από τα γνωστά, που θέτουν οι περισσότερες εισηγμένες σε χρηματιστηριακές αγορές ναυτιλιακές εταιρείες, που είναι οι συγκρούσεις στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή, όπως και οι περιβαλλοντικοί κανονισμοί και τα περιφερειακά μέτρα, η εταιρεία -που πρόσφατα άλλαξε ονομασία σε CMB.TECH- θέτει για πρώτη φορά και το ζήτημα των αμερικανικών εκλογών.
Με αφορμή την ανακοίνωση των οικονομικών αποτελεσμάτων της, η Euronav επισημαίνει: «Με το βλέμμα στραμμένο στο δεύτερο εξάμηνο του 2024, μια αλλαγή στην προεδρία των ΗΠΑ θα μπορούσε να επηρεάσει την παγκόσμια γεωπολιτική, με την ποντοπόρο ναυτιλία να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή των όποιων αλλαγών στο σημερινό status quo».
Σύμφωνα με τη Euronav, η ναυτιλιακή βιομηχανία βιώνει σήμερα μερικές από τις υψηλότερες αποδόσεις των τελευταίων δεκαετιών, με προσδοκίες ότι αυτός ο κύκλος θα συνεχιστεί και τα επόμενα χρόνια.
Ωστόσο, προσθέτει, επικρατεί επιφυλακτικότητα, καθώς οποιαδήποτε χαλάρωση των κυρώσεων που θα επαναφέρει παλαιότερα εμπορικά πρότυπα -ιδιαίτερα για το ρωσικό εμπόριο πετρελαίου και το πέρασμα της Ερυθράς Θάλασσας– ενέχει καθοδικό κίνδυνο για τη ζήτηση σε τονοχιλιόμετρα.
Επιπλέον, μια πιο επιθετική στάση έναντι της Κίνας και η πιθανή αύξηση των εμπορικών δασμών θα επηρεάσει αρνητικά το παγκόσμιο εμπόριο και, κατά συνέπεια, τη ναυτιλία, σημειώνει χαρακτηριστικά.
Επισημαίνεται ότι στη θητεία του, ως πρόεδρος των ΗΠΑ, ο υποψήφιος Ντόναλντ Τραμπ είχε ξεκινήσει εμπορικό πόλεμο με την Κίνα, επιβάλλοντας δασμούς σε κινεζικά προϊόντα.
Ωστόσο και ο τωρινός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν έχει δεχθεί εισηγήσεις, ειδικά για τον τομέα της ναυτιλίας, όπως η επιβολή δασμών σε όσα πλοία έχουν κατασκευαστεί στην Κίνα και πιάνουν σε αμερικανικά λιμάνια.
Στη Μέση Ανατολή
Οι επιθέσεις των Χούθι, συμμάχων του Ιράν και της Χαμάς, κατά εμπορικών πλοίων στην Ερυθρά Θάλασσα έχει αλλάξει τις ρότες των πλοίων. Η κίνηση από τη Διώρυγα του Σουέζ έχει πέσει κάθετα και τα περισσότερα πλοία
κάνουν τον περίπλου της Αφρικής.
Ως αποτέλεσμα αυτής της αλλαγής έχουν αυξηθεί τα τονομίλια, γεγονός που έχει ευνοήσει τις ναυλαγορές.
Σύμφωνα με την ανάλυση της Poten & Partners, υπάρχουν διάφοροι λόγοι για τους οποίους οι συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή προκαλούν πάντα σκέψεις για εκτίναξη των τιμών του πετρελαίου και των ναύλων των δεξαμενόπλοιων.
Πρώτον, η περιοχή εξακολουθεί να παράγει και να εξάγει ένα πολύ σημαντικό ποσοστό του παγκόσμιου πετρελαίου. Το 2023, περίπου το 30% της παγκόσμιας παραγωγής αργού πετρελαίου προερχόταν από τη Μέση Ανατολή.
Η συντριπτική πλειονότητα αυτού του πετρελαίου προέρχεται από πέντε χώρες του ΟΠΕΚ: Σαουδική Αραβία, Ιράν, Ιράκ, Κουβέιτ και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Ο άλλος λόγος για τον οποίο ο κόσμος -και η ναυτιλιακή βιομηχανία ειδικότερα- δίνει ιδιαίτερη προσοχή στη Μέση Ανατολή, είναι ότι τρία από τα σημαντικότερα «σημεία ασφυξίας» της παγκόσμιας διαμετακόμισης πετρελαίου βρίσκονται στην περιοχή.
Το 2023, 20,9 Mb/d αργού πετρελαίου και προϊόντων πέρασαν από το Στενό του Ορμούζ, 8,8 Mb/d μέσω του αγωγού Διώρυγας Σουέζ / Sumed και 8,6 Mb/d μέσω του Στενού Bab el-Mandeb.
«Τι θα συμβεί τις επόμενες ημέρες ή εβδομάδες; Οι επιθέσεις των Χούθι κατά της εμπορικής ναυτιλίας έχουν ήδη θέσει σε κίνδυνο δύο από τα τρία σημεία παροχέτευσης στην περιοχή. Αυτό έχει δημιουργήσει αναποτελεσματικότητα στην αγορά και έχει αυξήσει τις τιμές των δεξαμενόπλοιων σε όλους τους τομείς.
Το Ιράν και οι πληρεξούσιοί του έχουν ορκιστεί να προβούν σε αντίποινα για τις πρόσφατες δολοφονίες θέτοντας την περιοχή σε κατάσταση συναγερμού. Ωστόσο, το μεγαλύτερο μέρος της έντασης αντικατοπτρίζεται ήδη στην τιμή του πετρελαίου. Μόνο μια επίθεση σε πετρελαϊκές υποδομές ή μια διακοπή της ροής πετρελαίου μέσω των Στενών του Ορμούζ θα δημιουργούσε χάος στις αγορές πετρελαίου και ναυτιλίας, αλλά αυτό δεν συμφέρει κανέναν και παραμένει απίθανο», επισημαίνουν οι αναλυτές.
Οι διαταραχές ευεργετικές στους ναύλους
Όσον αφορά την πορεία μέχρι τώρα της αγοράς, οι αναλυτές σημειώνουν: «Οι σημαντικές διαταραχές στα εμπορικά πρότυπα, κυρίως λόγω της αναδρομολόγησης των πλοίων στην Ερυθρά Θάλασσα, ήταν και πάλι ευεργετικές για τους ναύλους.
Μετά την αύξηση του θαλάσσιου εμπορίου κατά 2,4% πέρυσι, αναμένεται ότι το 2024 θα επιφέρει αύξηση του όγκου πάνω από την τάση, προβλέποντας ότι το εμπόριο θα φθάσει τα 12,6 δισ. τόνους το 2024 (+2,3%).
Η Κίνα υπήρξε βασικός μοχλός, με τα παγκόσμια μερίδια εξαγωγών να διαμορφώνονται στο 14,5% κατά το προηγούμενο έτος, το οποίο είναι και πάλι υψηλότερο από την προ Covid και την προ εμπορικών εντάσεων εποχή (Morgan Stanley).
Το παγκόσμιο θαλάσσιο εμπόριο σε όρους τονομιλίων εξακολουθεί να βρίσκεται σε τροχιά αύξησης κατά 5,1% μέχρι το τέλος του έτους.
Ενώ ένα μέρος αυτής της αύξησης προέρχεται από τις εξαγωγές μεγάλων αποστάσεων στον Ατλαντικό, το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης αποδίδεται σε γεωπολιτικές διαταραχές, με την επαναδρομολόγηση της Ερυθράς Θάλασσας και μόνο να εκτιμάται ότι θα συμβάλει κατά περίπου 3% στην αύξηση του εμπορίου σε τονοχιλιόμετρα».
Πηγή naftemporiki.gr