Σχεδόν τρία χρόνια μετά την έναρξη της πανδημίας της COVID-19, μια ομάδα διεθνών εμπειρογνωμόνων δημοσίευσε μια νέα μελέτη η οποία διαπίστωσε ότι ο ιός μεταδόθηκε από ζώο σε άνθρωπο.
Η ειδική ομάδα εργασίας συστήθηκε πέρυσι για να αξιολογήσει τα διαθέσιμα στοιχεία σχετικά με την προέλευση και την πρώιμη εξάπλωση του νέου κορονοϊού SARS-CoV2 και να παράσχει «συστάσεις βασισμένες σε στοιχεία» για τη μείωση των επιπτώσεων και τη βελτίωση της αντιμετώπισης τέτοιων επιδημιών.
Οι συγγραφείς της έκθεσης διαπίστωσαν ότι ο κόσμος «απέτυχε σε μεγάλο βαθμό» να ανταποκριθεί στην πρόκληση ώστε να προλάβει την επόμενη πανδημία.
Η έκθεση αναφέρει επίσης ότι ο κόσμος εξακολουθεί να μην διαθέτει στρατηγικές για την πρόληψη της ζωονοσολογικής μετάδοσης – της εξάπλωσης ενός ιού από ζώο σε άνθρωπο – και σύμφωνα με τους εμπειρογνώμονες, αυτό θα επιδεινωθεί με την κλιματική αλλαγή και την αστική εξάπλωση.
Ένα από τα μέλη της ομάδας που εδρεύει στην Αυστραλία, η Ντανιέλ Άντερσον του Ινστιτούτου Doherty, δήλωσε ότι εξέτασε όλα τα διαθέσιμα στοιχεία και διαπίστωσε ότι ο SARS-CoV2 ήταν πιθανότατα ζωονόσος.
Τα ευρήματα της ομάδας έρχονται ως συνέχεια δύο άλλων μελετών που δημοσιεύθηκαν νωρίτερα φέτος και οι οποίες διαπίστωσαν ότι ο SARS-CoV2 πιθανότατα προήλθε από μια αγορά όπου πωλούνταν ζωντανά ζώα στην κινεζική πόλη Γουχάν.
Ωστόσο, τον Ιούνιο, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας δήλωσε ότι η τελευταία έρευνά του σχετικά με την προέλευση του ιού ήταν ασαφής, κυρίως επειδή έλειπαν δεδομένα από την Κίνα.
Η Δρ Άντερσον δήλωσε ότι σε κάθε περίσταση όπου υπάρχει αυξημένη αλληλεπίδραση μεταξύ ανθρώπων και ζώων – ως αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής και της αστικής ανάπτυξης – υπάρχει πιθανότητα για εξάπλωση των ιών.
Σύμφωνα με την Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου του Συνασπισμού για Καινοτομίες Επιδημικής Ετοιμότητας, Τζέιν Χάλτον, η οποία δεν συμμετείχε στην ειδική ομάδα εργασίας – η εστίαση στην αλληλεπίδραση μεταξύ ζώων και ανθρώπων ήταν ένα «κρίσιμο μάθημα».
«Αυτό που βιώνουμε τα τελευταία τρία χρόνια είναι συνέπεια ενός ιού που έκανε τη μετάβαση από το ζώο στον άνθρωπο, ενός ιού στον οποίο δεν είχαμε καμία ικανότητα να ανταποκριθούμε», δήλωσε στο ABC.
Η έκθεση, η οποία διατυπώνει πέντε σημαντικές συστάσεις, ζητεί μια στρατηγική για την «ενιαία υγεία» για την πρόληψη μελλοντικών πανδημιών, η οποία θα περιλαμβάνει μεγαλύτερη συνεργασία μεταξύ των δικαιοδοσιών και των διαφόρων τομέων της υγείας.
«Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να εξετάζουμε τα μέρη όπου οι ιοί θα μπορούσαν ενδεχομένως να εμφανιστούν», εξήγησε η Άντερσον.
«Θα πρέπει να συνεργαζόμαστε με ανθρώπους σε αυτές τις περιοχές και να εξετάζουμε αν υπάρχουν περιπτώσεις ασθενειών είτε σε ανθρώπους είτε σε ζώα, και να είμαστε προετοιμασμένοι να προλάβουμε τα πράγματα πολύ νωρίς, ουσιαστικά μόλις συμβούν», τόνισε.
Η κύρια σύσταση της επιστημονικής ομάδας είναι να εντοπιστούν οι δυνητικά επικίνδυνοι παθογόνοι μικροοργανισμοί και η εστίαση σε αυτά τα hotspot. Αυτή η στρατηγική είναι γνωστή ως «έξυπνη επιτήρηση» και θα μπορούσε να περιλαμβάνει την παρακολούθηση και τη δειγματοληψία σε χώρους όπως οι αγορές άγριων ζώων, παρόμοιες με αυτή της Γουχάν. Η Άντερσον δήλωσε ότι η στρατηγική αυτή περιλαμβάνει επίσης την εξέταση των ανθρώπων που εργάζονται στενά με ζώα, όπως οι έμποροι ζώων, οι φροντιστές ή όσοι δουλεύουν σε σφαγεία. Η έκθεση αναφέρει ότι οι επιστήμονες θα μπορούσαν να αναπτύξουν εκτιμήσεις κινδύνου και συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης και να δημιουργήσουν δεδομένα που θα βοηθήσουν στην ανάπτυξη εμβολίων ή τρόπων διάγνωσης νέων ιών.
Αλλά, σύμφωνα με τον Έντουαρντ Χολμς, ιολόγος στο Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ, υπάρχει ένα πρόβλημα: η πολιτική.
«Μπορείς να κάνεις όση επιτήρηση θέλεις αλλά δεν οδηγεί πουθενά αν δεν είσαι έτοιμος να μοιραστείς αυτά τα δεδομένα», δήλωσε ο ιολόγος, ο οποίος συμμετείχε στην αποκρυπτογράφηση της αλληλουχίας του γονιδιώματος του ιού της COVID-19.
«Είναι απολύτως προφανές ποιες είναι οι αιτίες, αλλά, δυστυχώς, δεν έχουν θεσπιστεί οι περιορισμοί, οι έλεγχοι, ώστε να μην συμβαίνουν. Ελπίζαμε ότι η πανδημία της COVID-19 θα αποτελούσε ένα κάλεσμα αφύπνισης για τον κόσμο, αλλά δυστυχώς δεν είμαι πεπεισμένος ότι αυτό θα συμβεί», δήλωσε ο καθηγητής.
Αντιμετώπιση της παραπληροφόρησης
Οι συγγραφείς της έκθεσης τονίζουν ότι θα πρέπει να ληφθούν μέτρα για την αντιμετώπιση της παραπληροφόρησης σχετικά με την πρόληψη και τον έλεγχο των αναδυόμενων ασθενειών.
«Η ελπίδα μου είναι ότι οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης δεν θα επιτρέπουν τη διαιώνιση της παραπληροφόρησης ή θα παρέχουν το είδος των πληροφοριών που χρειάζονται οι άνθρωποι, ώστε να μπορούν να σχηματίσουν μια σαφή άποψη με βάση τα δεδομένα», δήλωσε.
«Κανείς δεν θέλει να καταπνίξει τη συζήτηση, αλλά πρέπει όλα τα μέρη να φερθούν υπεύθυνα. Τα τελευταία χρόνια έχουμε δει κάποιους πραγματικά επιζήμιους φορείς παραπληροφόρησης, οπότε τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πρέπει να αποτελέσουν μέρος της στρατηγικής».
Η έκθεση καλεί τους οργανισμούς να υποστηρίξουν τους επιστήμονες που απειλούνται από την παραπληροφόρηση και τις πολιτικά υποκινούμενες επιθέσεις, καθώς και να σχεδιάσουν και να προωθήσουν προγράμματα για τη βελτίωση της κατανόησης της επιστήμης από το κοινό.
Η έκθεση δημοσιεύθηκε στα Πρακτικά της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών (PNAS) στις 10 Οκτωβρίου.
ΠΗΓΗ: ABC
Πηγή: ertnews.gr