Μια χαμηλού κόστους υπερευαίσθητη εξέταση αίματος που ανιχνεύει ακόμη και χαμηλά επίπεδα ενός βιοδείκτη πολλών κοινών καρκίνων, ανέπτυξαν ερευνητές από το Mass General Brigham, το Ινστιτούτο Βιολογικά Εμπνευσμένης Μηχανικής Wyss του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ και το Ινστιτούτο Καρκίνου Dana-Farber, σε συνεργασία με ερευνητές από όλη τη χώρα αλλά και εκτός των ΗΠΑ.
Για την αιματολογική εξέταση απαιτείται μόλις μισή σταγόνα αίματος (25 μικρολίτρα) και θα μπορούσε ενδεχομένως να χρησιμοποιηθεί σε συνδυασμό με άλλα εργαλεία για την ανίχνευση, τη διαστρωμάτωση του κινδύνου και τη θεραπεία του καρκίνου.
«Η ανίχνευση βιοδεικτών καρκίνου είναι ένας αναπτυσσόμενος ερευνητικός τομέας και είναι ακόμη ένας νέος», δήλωσε ο συν-συγγραφέας Ντέιβιντ Γουόλτ, από το Τμήμα Παθολογίας του Νοσοκομείου Brigham and Women’s.
Στη νέα μελέτη χρησιμοποιήθηκε η τεχνολογία ανίχνευσης μεμονωμένων μορίων SIMOA, η οποία αναπτύχθηκε από το εργαστήριο του Γουόλτ. Η εξέταση έχει σχεδιαστεί για την ανίχνευση της πρωτεΐνης ORF1p που εντοπίζεται σε πολλούς καρκινικούς ιστούς αλλά όχι στους αντίστοιχους φυσιολογικούς, Η συγκεκριμένη πρωτεΐνη μπορεί να υποδηλώνει υψηλό κίνδυνο θνησιμότητας.
«Μείναμε άναυδοι από το πόσο καλά λειτούργησε αυτό το τεστ στην ανίχνευση του βιοδείκτη σε όλους τους τύπους καρκίνου», δήλωσε ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης Μάρτιν Τέιλορ από το Τμήμα Παθολογίας του Γενικού Νοσοκομείου της Μασαχουσέτης.
«Μας δημιούργησε περισσότερα ερωτήματα και προκάλεσε το ενδιαφέρον των συνεργατών σε πολλά ιδρύματα», σημείωσε.
Η αιματολογική εξέταση ανίχνευσε επιτυχώς την ORF1p σε δείγματα αίματος ασθενών με καρκίνο. Η εξέταση δειγμάτων ιστού από 200 βιοψίες του παχέος εντέρου και 75 βιοψίες του οισοφάγου που ελήφθησαν από ασθενείς σε διαφορετικά στάδια της νόσου, έδειξαν ότι η ORF1p εκφραζόταν μόνο στους καρκινικούς ιστούς και στις πρόδρομες αλλοιώσεις υψηλού κινδύνου.
«Τα αποτελέσματά μας ενισχύουν την άποψη ότι η έκφραση της ORF1p αποτελεί σήμα κατατεθέν του καρκίνου που εκφράζεται από νωρίς στην ανάπτυξη της νόσου. Η έκφραση της ORF1p στους καρκινικούς ιστούς και η απουσία της στους φυσιολογικούς, την καθιστά έναν μοναδικό βιοδείκτη σε σύγκριση με άλλους που έχουν φυσιολογικά επίπεδα έκφρασης», εξήγησε ο Τέιλορ.
Ένας περιορισμός της μελέτης είναι ότι τα αποτελέσματα δεν παρέχουν βασικές πληροφορίες, όπως η θέση των καρκινικών ιστών στο σώμα. Επιπλέον, η αιματολογική εξέταση δεν εντόπισε όλους τους καρκίνους και τους υποτύπους τους. Η ομάδα ελπίζει ότι η εξέταση θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί συμπληρωματικά με άλλες εξετάσεις για τη βελτίωση των συνολικών μεθόδων ελέγχου έγκαιρης ανίχνευσης.
Οι ερευνητές συνεργάζονται τώρα με κλινικούς γιατρούς για να μελετήσουν την ακρίβεια της δοκιμής σε μεγαλύτερες ομάδες και διαφορετικούς πληθυσμούς ασθενών, προκειμένου να αξιολογηθεί η αξία του βιοδείκτη ORF1p. Προσπαθούν επίσης να καθορίσουν αν ο βιοδείκτης μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη διαστρωμάτωση του κινδύνου καρκίνου.
Τα ευρήματα δημοσιεύθηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση «Cancer Discovery».