Σημαντικό κέρδος στο τελικό ύψος της σύνταξης αναμένεται να δουν οι εργαζόμενοι με παράλληλη απασχόληση, όπως σχεδιάζει το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης.
Συγκεκριμένα, στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης του νέου εργασιακού νομοσχεδίου, το Υπουργείο εξετάζει να προσμετρώνται στον ασφαλιστικό χρόνο των εργαζομένων που απασχολούνται ταυτόχρονα σε δύο εργοδότες τα ένσημα και από τη δεύτερη δουλειά, κάτι που δεν ισχύει, μέχρι σήμερα.
Έτσι, οι επιπλέον ώρες της παράλληλης απασχόλησης θα έχουν ασφαλιστική ανταπόδοση στον εργαζόμενο και θα του εξασφαλίζουν υψηλότερη σύνταξη, καθώς θα αυξάνεται το ποσοστό αναπλήρωσης, χωρίς, ωστόσο, να αλλάζουν τα απαιτούμενα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης.
Παράλληλα, με το ασφαλιστικό όφελος που θα αποκομίζουν οι εργαζόμενοι οι οποίοι θα επιλέξουν να έχουν παράλληλη απασχόληση, το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης επιδιώκει να καταπολεμήσει την αδήλωτη και ανασφάλιστη εργασία.
Υπενθυμίζεται ότι, με διάταξη του εργασιακού νομοσχεδίου, νομιμοποιείται η εργασία σε περισσότερους του ενός εργοδότη, χωρίς, όμως, να θίγεται το υπερεθνικό -ήδη θεσμοθετημένο- πλαίσιο για τα μέγιστα χρονικά όρια εργασίας, τα οποία πρέπει να τηρούνται απαρεγκλίτως.
Σήμερα, στη χώρα μας, επιτρέπεται να εργαστεί κάποιος μόνο σε δύο εργοδότες, εφόσον έχει συνάψει αντίστοιχες συμβάσεις μερικής απασχόλησης. Αντιθέτως, είναι παράνομη η εργασία, αν κάποιος εργάζεται το πρωί σε έναν εργοδότη με πλήρη απασχόληση και το απόγευμα εκτελεί μία εργασία με μερική απασχόληση.
Tι προβλέπει η νέα ρύθμιση
Πλέον, θα επιτρέπεται η δεύτερη δουλειά, αν κάποιος το επιθυμεί, ενώ θα διατηρηθεί ο ελάχιστος χρόνος ανάπαυσης, που είναι 11 ώρες/24ωρο (ΠΔ 88/1999).
Ειδικότερα, η εν λόγω ρύθμιση προβλέπει τα εξής:
- εντός ενός 24ώρου, χωρά μόνο μία πλήρης απασχόληση και μία μερική απασχόληση κατ’ ανώτατο όριο,
- δεν θίγεται η 40ωρη/5νθήμερη εργασία και
- δεν θίγεται το ανώτατο όριο των 48 ωρών, στο οποίο περιλαμβάνεται ο χρόνος υπερεργασίας και υπερωρίας, ως μέσος όρος στους τέσσερις μήνες περιόδου αναφοράς, όπως ορίζεται στο ΠΔ 88/1999. Ταυτόχρονα, το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης βρίσκεται στην τελική ευθεία για τη διαμόρφωση της νομοθετικής διάταξης σχετικά με την κατάργηση της παρακράτησης του 30% στη σύνταξη των εργαζόμενων συνταξιούχων, η οποία, στη συνέχεια, θα σταλεί προς έγκριση στο Ελεγκτικό Συνέδριο. Στόχος είναι να μειωθεί η επιβάρυνση που υφίστανται όσοι συνταξιούχοι εργάζονται ή θέλουν να εργαστούν. Σύμφωνα με πληροφορίες, με την προωθούμενη ρύθμιση, προβλέπεται ότι οι εργαζόμενοι συνταξιούχοι θα λαμβάνουν το σύνολο της σύνταξής τους και θα παρακρατείται ένα πολύ μικρό ποσοστό από τον μισθό της εργασίας τους. Αυτό που εξετάζεται, χωρίς, όμως, να έχουν ληφθεί οι οριστικές αποφάσεις, είναι να οριστούν κατώτατο όριο, επί του οποίου δεν θα γίνεται καμία παρακράτηση, και «πλαφόν», προκειμένου η κράτηση να μην υπερβαίνει το ποσό που αντιστοιχεί σήμερα στην παρακράτηση του 30% στις συντάξεις. Τέλος, το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης επεξεργάζεται και άλλη νομοθετική ρύθμιση για τους ασφαλισμένους που είναι στο στάδιο της συνταξιοδότησης, αλλά έχουν οφειλές προς τον ΕΦΚΑ. Με βάση όσα έχουν αναφερθεί, το κύριο χαρακτηριστικό της νέας διάταξης είναι ότι θα επιχειρήσει να ξεχωρίσει τους στρατηγικούς κακοπληρωτές, αυτούς, δηλαδή, που έχουν λεφτά και δεν πληρώνουν. Στο πλαίσιο αυτό, θα θεσπιστούν κριτήρια, όπως η περιουσιακή κατάσταση και η άρση του τραπεζικού απορρήτου.