Γράφει ο Γιάννης Κουτρουμπής
Πριν από λίγες μέρες ο Ντόναλντ Τραμπ αποχαρακτήρισε 2.800 σελίδες από τα αρχεία της δολοφονίας Κένεντι, πράγμα που σημαίνει πως όλοι πλέον έχουν πρόσβαση. Βέβαια, από την άλλη πλευρά ανοίγει για άλλη μία φορά ο ασκός του Αιόλου σε ότι αφορά τις θεωρίες συνομωσίες και τους εμπλεκόμενους παράγοντες.
«Τα επτά δευτερόλεπτα που έσπασαν την πλάτη του αμερικανικού αιώνα». Με αυτά τα λόγια είχε περιγράψει ο συγγραφέας Don DeLillo την δολοφονία του Αμερικανού Προέδρου στις 22 Νοεμβρίου 1963. Μία υπόθεση που είχε καταλαγιάσει ήρθε να ανοίξει η απόφαση του αμερικανού Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να δώσει στην δημοσιότητα πολλά εκ των διαβαθμισμένων αρχείων της δολοφονίας του πρώην προέδρου.
Τα εναπομείναντα απόρρητα έγγραφα για τη δολοφονία του JFK δόθηκαν πριν από λίγες μέρες στην δημοσιότητα, βάσει ειδικού νόμου που ψηφίστηκε το 1992 (Kennedy Assassination Records Collection Act). Ειδικότερα, ο νόμος όριζε το σύνολο του περιεχομένου του ογκώδους φακέλου (που περιλαμβάνει χιλιάδες σελίδες) πρέπει να έχει αποχαρακτηριστεί μέχρι τις 26 Οκτωβρίου, δηλαδή ακριβώς 25 χρόνια μετά την ψήφισή του.
Βέβαια, ο αμερικανός Πρόεδρος έδωσε κάποια στοιχεία στην δημοσιότητα μεν, αλλά αποφάσισε να αναβάλλει για 180 μέρες την δημοσιοποίηση κάποιων «ευαίσθητων» αρχείων, τα οποία στη συνέχεια θα δημοσιευτούν εκτός κι αν μπορεί να αποδειχτεί ζήτημα εθνικής ασφάλειας ή διπλωματικής τάξης.
Γιατί συμφέρει τον Τραμπ η δημοσιοποίηση
Πολλοί λένε πως ο αμερικανός Πρόεδρος αποχαρακτήρισε τα αρχεία της δολοφονίας του Προέδρου Κένεντι μόνο και μόνο για να αποφύγει τα αποτελέσματα της έρευνας περί ρωσικού «δάκτυλου» στις αμερικανικές εκλογές, αλλά και τα στοιχεία που αποδεικνύουν τις σχέσεις που έχει ο ίδιος με την Ρωσία.
Πέρα όμως από το ζήτημα αυτό, κατά την διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας για το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών το 2016, ο Τραμπ ισχυρίστηκε χωρίς κανένα αποδεικτικό στοιχείο ότι ο πατέρας του πολιτικού του αντίπαλου, Γερουσιαστή Τεντ Κρουζ συνδεόταν με τον Όσβαλντ. Πρόκειται για έναν ακόμη ισχυρισμό που δεν ανακάλεσε ούτε στοιχειοθέτησε ποτέ.
Ιστορικοί που έχουν ασχοληθεί εκτενώς με την υπόθεση εικάζουν ότι υπάρχουν περί τα 3.100 εμπιστευτικά έγγραφα, τα οποία περιέχουν αρκετές άγνωστες στο κοινό πληροφορίες, όπως π.χ. στοιχεία για το διάρκειας έξι ημερών ταξίδι του ‘Οσβαλντ στο Μεξικό, δύο μήνες πριν από τη δολοφονία.
Οι αποκαλύψεις των αρχείων της δολοφονίας
Ο Λη Χάρβεϊ Όσβαλντ ήταν, ως γνωστόν, σύμφωνα με τέσσερις έρευνες που διεξήγαγε η κυβέρνηση των ΗΠΑ, υπεύθυνος για τη δολοφονία του Αμερικανού προέδρου στις 22 Νοεμβρίου 1963. Ανήμερα της δολοφονίας, ο πρώην πεζοναύτης συνελήφθη και κατηγορήθηκε ότι σκότωσε τόσο τον Κένεντι, όσο και τον αστυνομικό Τζ. Ντ. Τίπιτ νωρίτερα. Ο Όσβαλντ αρνήθηκε και τις δύο κατηγορίες. Δύο μέρες αργότερα, ο συλληφθείς δολοφονήθηκε από τον Τζακ Ρούμπι, κατά τη διάρκεια ζωντανής μετάδοσης από την τηλεόραση και ενώ τελούσε υπό κράτηση.
Τα αποχαρακτηρισμένα πλέον αρχεία της δολοφονίας Κένεντι διεισδύουν σε ορισμένες μέχρι τώρα θολές και μυστηριώδεις πτυχές της δολοφονίας του Αμερικανού προέδρου, οι οποίες αφορούν τα κίνητρα του δολοφόνου Λι Χάρβεϊ Όσβαλντ, τις αντιδράσεις του Ομοσπονδιακού Γραφείου Ερευνών (FBI) στο άκουσμα του συμβάντος και τις διασυνδέσεις του Όσβαλντ με πράκτορες της Σοβιετικής Ένωσης. Επιπλέον, υπάρχουν αποκαλύψεις για ιστορικά συμβάντα της δεκαετίας του ’60 που ξεπερνούν τα στενά όρια της δολοφονίας του προέδρου των ΗΠΑ.
Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι αποκαλύψεις για τις επαφές που είχε ο Όσβαλντ με έναν αξιωματούχο της σοβιετικής Επιτροπής για την Κρατική Ασφάλεια (KGB), δύο μήνες πριν από τη μέρα της δολοφονίας, οι οποίες δίνουν ένα «ψυχροπολεμικό άρωμα» στην όλη υπόθεση.
Σύμφωνα με τα αρχεία, οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες είχαν υποκλέψει μία τηλεφωνική συνομιλία που είχε ο Όσβαλντ με τη ρωσική πρεσβεία την Πόλη του Μεξικό, στην οποία ο επίδοξος δολοφόνος μιλούσε σε «σπαστά» ρώσικα με τον Ρώσο πρόξενο Βαλερίι Βλαντιμίροβιτς Κοστίκοβα, ο οποίος είχε ταυτοποιηθεί από τις αμερικανικές αρχές ως «αξιωματικός της KGB».
Η διενέργεια τέτοιων συνομιλιών από τον χώρο κάποιας σοβιετικής πρεσβείας, δεν ήταν «κάτι σύνηθες» για την KGB. Επιπλεόν, αναφορικά με τη «σοβιετική» διάσταση της υπόθεσης, ένα άλλο υπόμνημα κάνει λόγο για τον φόβο ορισμένων Σοβιετικών αξιωματούχων, ότι κάποιος «ανεύθυνος στρατηγός» θα πραγματοποιήσει πυραυλική επίθεση εναντίον της Ε.Σ.Σ.Δ., καθιστώντας την υπεύθυνη για τη δολοφονία.
Σε μια άλλη τηλεφωνική κλήση, την 1η Οκτωβρίου, ο Οσβαλντ ρώτησε (μιλώντας σπαστά ρωσικά) αν «υπήρχαν νεότερα σχετικά με το τηλεγράφημα στην Ουάσινγκτον». Ένα άλλο έγγραφο της CIA κάνει λόγο για επαφές με τον Francisco Rodriguez Tamayo, ανώτερο αξιωματούχο του στρατού του Φιντέλ Κάστρο.
Αυτό σημαίνει ότι ο Οσβαλντ δεν βρισκόταν μόνο στα κατάστιχα της CIA, αλλά τον παρακολουθούσαν από κοντά. Στην πραγματικότητα, αυτό έγινε γνωστό πολύ μετά την δολοφονία Κένεντι: η αντικατασκοπευτική μονάδα της CIA είχε φάκελο για τον Οσβαλντ ήδη από τις 2 Νοεμβρίου 1959.
Σχεδόν αμέσως μετά τα γεγονότα, ο Hoover και το FBI κατάλαβαν ότι η δολοφονία του Τζον Κένεντι και οι θεωρίες συνωμοσίας που θα ξεπηδούσαν, μπορούσαν να δημιουργήσουν πρόβλημα. Σε ένα σημείωμα της 24ης Νοεμβρίου, ο Hoover γράφει: «Αυτό που να ανησυχεί περισσότερο είναι ότι πρέπει να δημοσιευτεί κάτι ώστε να πείσουμε τον κόσμο πως ο Οσβαλντ είναι ο πραγματικός δολοφόνος». Τέτοιου είδους σημειώματα αναμένεται να τροφοδοτήσουν εκ νέου την συζήτηση για τον ρόλο των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών.
Παρότι τα Εθνικά Αρχεία των ΗΠΑ υπενθύμισαν ότι το 88% των αρχείων σχετικά με την δολοφονία του Κένεντι είχαν ήδη δοθεί στη δημοσιότητα και ότι τα έγγραφα που τώρα δημοσιοποιήθηκαν εκπροσωπούν μόνο το 11%, εντούτοις την προσοχή τράβηξε ακριβώς αυτό το 1% που το FBI και η CIA αρνήθηκαν να δημοσιοποιήσουν την τελευταία στιγμή: η CIA δήλωσε σε όλους τους τόνους ότι η παράλειψη έγινε «στο όνομα της εθνικής ασφάλειας» (για έγγραφα που έχουν ονόματα ανθρώπων εν ζωή).