Σε προηγούμενο άρθρο μου, είχα αναφερθεί στην κατάσταση που επικρατεί στο διεθνές σύστημα, σημειώνοντας ότι βρισκόμαστε σε ένα νέου τύπου Ψυχρό Πόλεμο, όπου το πεδίο αντιπαράθεσης είναι η οικονομία, με την Κίνα να διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο. Με δεδομένο λοιπόν αυτό το γεγονός, ένα ερώτημα που αξίζει να διερευνηθεί είναι το ποιος κερδίζει σε αυτό το νέο Ψυχρό Πόλεμο μέχρι στιγμής και πόσο επηρεάζει την εξέλιξή του το δίλλημα διπλωματία ή ισχύς.
Του Δημήτρη Απόκη
Από τη μια άκρη του πλανήτη στην άλλη, οι επιφορτισμένοι με την χάραξη πολιτικής, δίνουν μάχη με τις συνέπειες της όξυνσης της γεωπολιτικής αντιπαλότητας μεταξύ της Αμερικής και των συμμάχων και εταίρων της από τη μία πλευρά και του άξονα Κίνας-Ρωσίας-Ιράν από την άλλη, χωρίς να υπάρχει μεγάλη συναίνεση σχετικά με τη φύση της σύγκρουσης.
Υπάρχει μια σχολή σκέψης η οποία υποστηρίζει ότι οι δυο πλευρές έχουν εμπλακεί ξεκάθαρα σε αυτό το νέο Ψυχρό Πόλεμο. Ταυτόχρονα όμως υπάρχει και μια άλλη σχολή σκέψης που επισημαίνει, ότι η τρέχουσα κατάσταση είναι πολύ διαφορετική από τη μακρά μάχη με τη Σοβιετική Ένωση, με αποτέλεσμα ο χαρακτηρισμός, Ψυχρός Πόλεμος, να μην ταιριάζει στην κατάσταση που βιώνουμε στο διεθνές σύστημα.
Το μόνο βέβαιο παρόλα αυτά, είναι ότι βρισκόμαστε σε μια νέα εποχή γεωπολιτικού ανταγωνισμού. Όπως και να την χαρακτηρίσουμε, δεν παύει να είναι αναγκαίο για τη Δύση, ο στόχος να είναι ο ίδιος με αυτόν που είχε στον Ψυχρό Πόλεμο. Πολύ απλά, η διατήρηση των αρχών, των παραδόσεων και της ασφάλειας της φιλελεύθερης δημοκρατίας, χωρίς να οδηγηθούμε σε μια πυρηνική σύρραξη.
Σήμερα, το σκηνικό που επικρατεί στο διεθνές σύστημα είναι εξαιρετικά πιο περίπλοκο, από αυτό που επικρατούσε στην έναρξη του Ψυχρού Πολέμου. Για παράδειγμα υπάρχουν στενοί οικονομικοί δεσμοί μεταξύ Αμερικής και Κίνας, κάτι που δεν συνέβαινε τότε ανάμεσα στην Αμερική και τη Σοβιετική Ένωση. Γι’ αυτό είναι απαραίτητο στον υφιστάμενο ανταγωνισμό, να ληφθούν υπόψη όλες οι πολυπλοκότητες που επικρατούν σήμερα. Ο ανταγωνισμός για πόρους όπως τα μέταλλα σπάνιων γαιών, ο ανταγωνισμός σε τεχνολογίες αιχμής, ο ανταγωνισμός στο διάστημα, η οικοδόμηση συμμαχιών, η προβολή στρατιωτικής ισχύος, πρέπει να αποτελέσουν κεντρικούς άξονες της ευρύτερης αντιπαράθεσης.
Είναι πραγματικά πολύ δύσκολο να συμπεράνει κανείς με βεβαιότητα ποια από τις δυο πλευρές κερδίζει μέχρι στιγμής στον ανταγωνισμό. Όσο αφορά το μέτωπο της διπλωματίας, η Αμερική και οι σύμμαχοί της, μέχρι στιγμής, φαίνεται να έχουν προβάδισμα. πιο δύσκολο να δεις ποιος κερδίζει. Για παράδειγμα αποτελεί σημαντική επιτυχία, η πρόσφατη τριμερής σύνοδος κορυφής των ηγετών της Αμερικής, της Ιαπωνίας και της Νότιας Κορέας. Καθοδηγούμενες από αμοιβαίες ανησυχίες σχετικά με την αυξανόμενη στρατιωτική ισχύ και τη διπλωματική επιθετικότητα της Κίνας, οι δύο σημαντικότερες τεχνολογικές και οικονομικές δυνάμεις της Βορειοανατολικής Ασίας έχουν, τουλάχιστον προς το παρόν, θάψει το τσεκούρι για να συνεργαστούν στενότερα με την Ουάσιγκτον.
Το Πεκίνο αντέδρασε έντονα στην πραγματοποίηση αυτής της συνάντησης, με δεδομένο ότι η υποδαύλιση της αντιπαλότητας μεταξύ της Ιαπωνίας και της Νότιας Κορέας, αποτελεί εδώ και καιρό κινεζική προτεραιότητα. Η επίτευξη αυτού του στόχου γίνεται όλο και πιο δύσκολη, καθώς η κοινή γνώμη της Νότιας Κορέας αντιδρά στην επιθετική διπλωματία του Πεκίνου και την υποστήριξή του προς τη Βόρεια Κορέα. Όσο το Πεκίνο και η Μόσχα, συνεχίζουν να υποστηρίζουν τη Βόρεια Κορέα, η Σεούλ θα συνεχίσει να προσβλέπει στην Αμερική και την Ιαπωνία για αμυντική στήριξη σε αυτή την ιδιαίτερα επικίνδυνη γειτονιά.
Στις αρνητικές εξελίξεις για την Κίνα, την περασμένη εβδομάδα, ήρθε να προστεθεί και η επιδείνωση των οικονομικών προοπτικών της. Άρχισε να καταρρέει η φούσκα των ακινήτων, οι τοπικές κυβερνήσεις κατακλύζονται από χρέη και η ανεργία των νέων βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα, με αποτέλεσμα να μειώνονται οι προσδοκίες για την κινεζική ανάπτυξη και ο στόχος να ξεπεράσει η Κίνα το μέγεθος της οικονομίας της Αμερικής, να απομακρύνεται.
Παρόλα αυτά, το Πεκίνο συνεχίζει την επιθετική στρατηγική του. Κατασκευάζει έναν διάδρομο προσγείωσης σε ένα νησί που κατέλαβε από το Βιετνάμ. Οι εργασίες για μια ναυτική βάση στην Καμπότζη που θα μπορούσε να φιλοξενήσει ένα από τα νέα αεροπλανοφόρα της Κίνας προχωρούν με γοργούς ρυθμούς. Ο κλοιός της Κίνας στους ωκεανούς και τους ουρανούς γύρω από την Ταϊβάν σφίγγει καθώς το Πεκίνο εντείνει τις στρατιωτικές ασκήσεις, ως απάντηση στις πρόσφατες επισκέψεις Αμερικανών αξιωματούχων στη Ταϊπέι και αυτή του αντιπροέδρου της Ταϊβάν, στην Αμερική.
Την ίδια στιγμή στο μέτωπο της Ουκρανίας η εικόνα είναι μικτή. Η κυβέρνηση Μπάιντεν θριάμβευσε στα σαλόνια, αλλά χάνει στην ουσία. Έχει δημιουργήσει έναν εξαιρετικό διπλωματικό συνασπισμό στήριξης της Ουκρανίας, αλλά οι θριαμβολογίες και ο καταιγισμός ανακοινωθέντων, δεν μπορούν να κρύψουν την πραγματικότητα της στασιμότητας στο μέτωπο του πολέμου. Η Ρωσία, προς το παρόν, έχει ματαιώσει την πολυδιαφημισμένη αντεπίθεση της Ουκρανίας. Η Wagner, παρά την απώλεια του Πριγκόζιν, έχει επεκτείνει με επιτυχία τη ρωσική επιρροή σε ολόκληρη την Αφρική, και ενισχύει τον Μπασάρ αλ-Άσαντ έτσι ώστε να εδραιώσει τη θέση του στη Συρία.
Όλο αυτό το σκηνικό, θυμίζει πάρα πολύ την αμερικανική πολιτική στο Αφγανιστάν, όπου για χρόνια οι Αμερικανοί διπλωμάτες, συντόνιζαν έναν περίπλοκο διεθνή συνασπισμό, ακολουθούσαν μια πολιτική και στρατιωτική ατζέντα που κυμαινόταν από την καταπολέμηση της εξέγερσης έως τη χειραφέτηση των γυναικών και ξεπέρασαν τις αδύναμες προσπάθειες των Ταλιμπάν σε θέματα όπως η οικονομική ανάπτυξη, και στο τέλος η Ουάσιγκτον υπέστη μια ταπεινωτική ήττα με την άτακτη αποχώρηση Μπάιντεν.
Εάν κάτι έχει αποδείξει η ιστορία των χρόνων μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, όπου η αμερικανική ισχύς ήταν σε μεγάλο βαθμό αδιαμφισβήτητη σε όλο τον κόσμο, είναι ότι οι αντίπαλοι της Δύσης εντυπωσιάζονται μόνο από τη θέληση και τη δύναμη και όχι από την αρετή και τη διπλωματική επιδεξιότητα. Αυτό φαίνεται να το έχουν ξεχάσει οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής στην Ουάσιγκτον και σε πολλές δυτικές πρωτεύουσες.
Η ανάκτηση του ρεαλισμού στο σημερινό πολύπλοκο και ιδιαίτερα επικίνδυνο διεθνές σκηνικό, αποτελεί μονόδρομο για την επικράτηση της Δύσης. Η διπλωματία έχει σημασία, αλλά η ισχύς έχει μεγαλύτερη σημασία. Όσο αυτό δεν γίνεται κατανοητό, η αστάθεια θα διευρύνεται και ο κίνδυνος για μια καυτή σύγκρουση θα μεγαλώνει. Αυτό είναι μια διαπίστωση που δεν ισχύει μόνο στη μεγάλη εικόνα της Δύσης, αλλά και στην περίπτωση της Ελλάδας, όσο αφορά την αντιμετώπιση της αναθεωρητικής Τουρκίας.
*Ο Δημήτρης Γ. Απόκης, είναι Διεθνολόγος, με ειδίκευση στην Αμερικανική Εξωτερική Πολιτική, Γεωπολιτική και Διεθνή Οικονομία. Απόφοιτος των πανεπιστημίων The American University, School of International Service, και The Johns Hopkins University, The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies της Ουάσιγκτον. Είναι μέλος του The International Institute for Strategic Studies, του Λονδίνου. Ως Δημοσιογράφος, υπήρξε επί σειρά ετών διαπιστευμένος ανταποκριτής στο Λευκό Οίκο, στο Στέητ Ντιπάρτμεντ και στο Αμερικανικό Πεντάγωνο.