Η υπερβολική ζέστη μπορεί να επηρεάσει τη διάθεση, να επιδεινώσει τις διαταραχές της ψυχικής υγείας και να περιπλέξει τη φαρμακευτική αγωγή. Η ίδια η κλιματική αλλαγή είναι ένας στρεσογόνος παράγοντας, λένε οι επιστήμονες. Καθώς οι καύσωνες γίνονται πιο έντονοι, πιο συχνοί και διαρκούν περισσότερο, είναι πολύ σημαντικό να αντιμετωπιστούν οι επιπτώσεις στην ψυχική υγεία, τονίζουν οι επιστήμονες.
«Η αναγνώριση των επιπτώσεων έγινε τα τελευταία πέντε χρόνια», δήλωσε ο Δρ Τζόσουα Γουόρτζελ, πρόεδρος της επιτροπής της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρείας για την κλιματική αλλαγή και την ψυχική υγεία, η οποία συστάθηκε μόλις πριν από δύο χρόνια.
«Η κατανόηση της βασικής βιολογίας αυτής της συσχέτισης βρίσκεται ακόμη σε νηπιακό στάδιο», πρόσθεσε.
Μελέτες έχουν ήδη διαπιστώσει ότι οι υψηλές θερμοκρασίες συνδέονται στενά με την αύξηση των αυτοκτονιών. Η ζέστη έχει συνδεθεί με αύξηση των βίαιων εγκλημάτων και της επιθετικότητας, των επισκέψεων στα επείγοντα, των νοσηλειών για ψυχικές διαταραχές, και των θανάτων – ιδίως μεταξύ των ατόμων με σχιζοφρένεια, άνοια και ψύχωση.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, η άνοδος της θερμοκρασίας συνδέεται με αύξηση των αυτοκτονιών κατά 0,7% και αύξηση της διαπροσωπικής βίας κατά 4% -6%, συμπεριλαμβανομένων των ανθρωποκτονιών.
Η υπερβολική ζέστη όχι μόνο πυροδοτεί συναισθήματα όπως ο εκνευρισμός και ο θυμός, αλλά φαίνεται να επιδεινώνει και τις ψυχικές ασθένειες, όπως το άγχος, η σχιζοφρένεια και η κατάθλιψη. Οι ηλικιωμένοι, οι έφηβοι, τα άτομα με προϋπάρχουσες ψυχικές ασθένειες και άστεγοι είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι.
Όπως αναφέρουν οι NYT. μια μελέτη-ορόσημο που δημοσιεύθηκε πέρυσι ανέλυσε στοιχεία για περισσότερα από δύο εκατομμύρια άτομα και διαπίστωσε ότι οι επισκέψεις στα επείγοντα για ψυχικές ασθένειες ήταν σημαντικά περισσότερες κατά τη διάρκεια των πέντε ή έξι πιο ζεστών ημερών του καλοκαιριού, σε σύγκριση με τις πιο δροσερές ημέρες της ίδιας εποχής.
Η αύξηση ήταν μεγαλύτερη στα βόρεια τμήματα των Ηνωμένων Πολιτειών, ίσως επειδή οι περιοχές αυτές είναι λιγότερο προετοιμασμένες να αντιμετωπίσουν τους καύσωνες από ό,τι μέρη όπως τα νοτιοδυτικά, δήλωσε η Αμρούτα Νόρι-Σάρμα, περιβαλλοντική επιδημιολόγος στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου της Βοστώνης και επικεφαλής της νέας μελέτης.
«Η ακραία ζέστη είναι ένας εξωτερικός στρεσογόνος παράγοντας που φαίνεται να επιδεινώνει τα συμπτώματα ψυχικής υγείας των ανθρώπων», δήλωσε η επιστήμονας. Η επίδραση είναι πιθανό να είναι ακόμη πιο έντονη μεταξύ των ατόμων με περιορισμένη ή χωρίς ασφαλιστική κάλυψη, πρόσθεσε.
Οι επιστήμονες έχουν προτείνει διάφορες βιολογικές εξηγήσεις για τη σχέση μεταξύ της ανόδου της θερμοκρασίας και των διαταραχών της ψυχικής υγείας. Τουλάχιστον ορισμένες από αυτές τις ασθένειες μπορεί να έχουν μια απλή προέλευση: τον διαταραγμένο ύπνο. Σύμφωνα με τους ειδικούς, η θερμοκρασία του υπνοδωματίου πρέπει να είναι μεταξύ 15 και 20 βαθμούς Κελσίου για έναν άνετο ύπνο. Τις θερμότερες νύχτες, οι άνθρωποι κοιμούνται αργότερα και ξυπνούν νωρίτερα, ενώ η ποιότητα του ύπνου τους είναι χειρότερη.
Ο ύπνος σε υπερβολικά ζεστά δωμάτια μπορεί όχι μόνο να επιδεινώσει χρόνιες παθήσεις όπως ο διαβήτης και τα καρδιακά νοσήματα, αλλά και να επηρεάσει αρνητικά τις ψυχιατρικές διαταραχές, τον κίνδυνο αυτοκτονίας, τη μνήμη, τη διάθεση και τη γνωστική λειτουργία. Οι ηλικιωμένοι και οι γυναίκες είναι πιο πιθανό να επηρεαστούν σύμφωνα με μια μελέτη η οποία διαπίστωσε ότι η απώλεια ύπνου μεταξύ των ηλικιωμένων είναι περίπου διπλάσια σε σχέση με τους νεότερους.
Ορισμένα προβλήματα ψυχικής υγείας μπορεί να συνδέονται με σωματικά προβλήματα. Ο δρ Ασίμ Σα, ψυχίατρος στο Baylor College of Medicine στο Χιούστον, διαπίστωσε ότι οι σφυγμοί και οι καρδιακοί παλμοί σχεδόν όλων των ασθενών του είχαν αυξηθεί, σε σχέση με τρεις μήνες νωρίτερα.
«Αυτή η αύξηση του καρδιακού σας ρυθμού μπορεί να επιδεινώσει το άγχος», δήλωσε ο ερευνητής. «Έτσι, η ζέστη προκαλεί πολλές σωματικές αλλαγές, οι οποίες οδηγούν σε πολλές συναισθηματικές και νοητικές αλλαγές», εξήγησε.
Η σεροτονίνη, ένας νευροδιαβιβαστής που συνδέεται με τη διάθεση, το άγχος και την κατάθλιψη, ρυθμίζει την ικανότητα του σώματος να αντιλαμβάνεται τη θερμοκρασία. Το αυξημένο ηλιακό φως και η ζέστη μπορούν να αυξήσουν τα επίπεδα σεροτονίνης και να οδηγήσουν σε διακυμάνσεις της διάθεσης, επιθετικότητα και ευερεθιστότητα. Ορισμένα φάρμακα, συμπεριλαμβανομένων των αντιβιοτικών, των β-αναστολέων, ορισμένων αντικαταθλιπτικών και των αντιισταμινικών – επηρεάζουν επίσης την ικανότητα του σώματος να αντιλαμβάνεται και να ρυθμίζει τη θερμοκρασία του σώματος.
Τα φάρμακα που συνταγογραφούνται για τη σχιζοφρένεια, την κατάθλιψη και τη διπολική διαταραχή, επηρεάζουν την ικανότητα του σώματος να ιδρώνει και να ψύχεται. Η ακραία ζέστη και η εφίδρωση μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα λιθίου στο σώμα και να οδηγήσει σε σοβαρά σωματικά και ψυχικά προβλήματα, ακόμη και στο θάνατο, σημείωσε ο δρ Σα.
«Πρέπει να προετοιμάσουμε τους ασθενείς μας που λαμβάνουν αυτά τα φάρμακα, τα οποία αλληλεπιδρούν με το ηλιακό φως. Οι γιατροί πρέπει επίσης να είναι πιο ευαισθητοποιημένοι», πρόσθεσε.
Άλλα φάρμακα καταστέλλουν τη δίψα και μπορεί να οδηγήσουν σε επικίνδυνα επίπεδα αφυδάτωσης. Το αλκοόλ, η καφεΐνη και ορισμένα φάρμακα που αυξάνουν την παραγωγή ούρων μπορούν επίσης να οδηγήσουν σε αφυδάτωση, ψυχικά προβλήματα και σύγχυση.
Υπάρχουν επίσης έμμεσες οδοί μέσω των οποίων οι υψηλές θερμοκρασίες μπορούν να επηρεάσουν την ψυχική υγεία, σύμφωνα με τους επιστήμονες. Όταν κάνει ζέστη, ορισμένες καλλιέργειες απορροφούν λιγότερο ψευδάργυρο, σίδηρο και άλλα μικροθρεπτικά συστατικά. Η ανεπάρκεια αυτών των θρεπτικών συστατικών μπορεί να έχει ψυχιατρικές συνέπειες, συμπεριλαμβανομένων των νευροαναπτυξιακών διαταραχών.
Η άνοδος της θερμοκρασίας διευρύνει την εμβέλεια των φορέων ασθενειών, όπως τα τσιμπούρια, καθώς μεταφέρουν παθογόνους μικροοργανισμούς που μπορεί να προκαλέσουν ψυχιατρικά και νευρολογικά συμπτώματα. Η ζέστη αυξάνει επίσης τα αλλεργιογόνα και τους ρύπους και επιδεινώνει την ποιότητα του αέρα, γεγονός που από μόνο του μπορεί να προκαλέσει άγχος και κατάθλιψη.
Η ζέστη είναι μόνο μία πτυχή της κλιματικής αλλαγής και η άμεση επίδρασή της στην ψυχική υγεία μπορεί να είναι δύσκολο να απεγκλωβιστεί από τα συναισθήματα σχετικά με την ευρύτερη υπαρξιακή απειλή.
Πέρυσι, η Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή προειδοποίησε ότι η άνοδος της θερμοκρασίας, ο εκτοπισμός ανθρώπων, η πείνα και οι οικονομικές και κοινωνικές απώλειες, θα οδηγήσουν σε αύξηση του άγχους, της θλίψης και του στρες. Τα παιδιά, οι έφηβοι, οι ηλικιωμένοι και τα άτομα με χρόνια προβλήματα υγείας είναι ιδιαίτερα ευάλωτα, προειδοποιεί η έκθεση.
«Η ζέστη έχει πολύ βαθιές επιπτώσεις», δήλωσε ο δρ Ρόμπερτ Μπράιτ, ψυχίατρος στην Κλινική Mayo.
Οι επιστήμονες έχουν επινοήσει τον όρο «κλιματικό άγχος» για να περιγράψουν ένα πλήθος συναισθημάτων που προκαλούνται από την κλιματική κρίση: άγχος, τρόμος, θλίψη, ντροπή, ενοχή. Όσοι έχουν ήδη άγχος ή κατάθλιψη μπορεί να δυσκολεύονται ακόμη περισσότερο να το αντιμετωπίσουν.
Ορισμένοι άνθρωποι στρέφονται στη γνωστική συμπεριφορική θεραπεία, στα φάρμακα ή σε άλλες στρατηγικές για να αντιμετωπίσουν αυτά τα συναισθήματα. Αλλά όταν πρόκειται για την κλιματική κρίση, αυτές οι παρεμβάσεις καταρρέουν, επειδή η απειλή είναι πραγματική και όχι απλώς θέμα αντίληψης.
Οι τοπικές κυβερνήσεις μπορούν να σχεδιάσουν στρατηγικές αντιμετώπισης των υψηλών θερμοκρασιών ώστε οι άνθρωποι να αισθάνονται λιγότερο ευάλωτοι και πιο ενδυναμωμένοι, συμβουλεύουν οι επιστήμονες.
Η δρ Μπριτ Ρέι, διευθύντρια του προγράμματος του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ για την κλιματική αλλαγή και την ψυχική υγεία δήλωσε ότι η ανάληψη δράσης σε διάφορα επίπεδα για την αποτροπή των χειρότερων αποτελεσμάτων μπορεί επίσης να βοηθήσει στην ανακούφιση από το κλιματικό άγχος.
«Άνθρωποι στο Φοίνιξ της Αριζόνα πέθαναν μόνο και μόνο επειδή έπεσαν στο πεζοδρόμιο και έπαθαν εγκαύματα τρίτου βαθμού», είπε. «Αυτό είναι πραγματικά εφιαλτικό», κατέληξε.
ΠΗΓΗ: New York Times