Γράφει ο Γιάννης Νάκος
Follow@Nakos_Ioannis
Μεγάλη συζήτηση έχει ξεσπάσει τις τελευταίες ημέρες για το κατά πόσο έχουν τεθεί οι βάσεις για να κλείσει η περίφημη β’ αξιολόγηση ή όχι και αν τελικά έχουν καμφθεί όλες οι αντιδράσεις από τους κύριους δρώντες.
Στο Εurogroup της προηγούμενης εβδομάδας ουσιαστικά επιβεβαιώθηκε αυτό που όλοι γνωρίζαμε τις προηγούμενες ημέρες, δηλαδή πως υπάρχει θέληση των εμπλεκόμενων μερών για τελική λύση του προβλήματος, όμως στην τελική προσπάθεια λείπει η αποφασιστική βούληση για πραγματικές και ρηξικέλευθες ενέργειες.
Με τον όρο ενέργειες αναφέρομαι φυσικά στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις τις οποίες πρέπει επιτέλους να κάνει η Ελλάδα, δεδομένου του γεγονότος πως σιγά σιγά έχουν αρχίσει να ‘’ανοίγουν ολοένα και περισσότερο τα Ευρωπαϊκά μάτια’’ και να παρατηρείται συνολική και έντονη δυσαρέσκεια για την ελληνική κωλυσιεργία.
Έτσι, παρόλο που η συζήτηση για την επιτυχή ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης κυμαίνεται πλέον σε ρεαλιστικές βάσεις, θα πρέπει από την μια να μην έχουμε ανόητες καθυστερήσεις και αψιμαχίες βάση ιδεοληψιών τόσο από τις δύο πλευρές και από την άλλη οι επίμαχες συζητήσεις να μην προβούν εκ νέου σε λάθη του παρελθόντος που αναβιώνουν ακραία φαινόμενα λαϊκισμού στην Ευρώπη.
Υπό αυτό το πρίσμα, αναμένεται να υπάρξει κοινή τριμερής συνάντηση μεταξύ Κριστίν Λαγκάρντ, Άνγκελα Μέρκελ και φυσικά Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ, προκειμένου να συζητηθούν τα μέχρι στιγμής αδιέξοδα. Η συζήτηση θα λάβει χώρα στην Γερμανία και πιο συγκεκριμένα στο Βερολίνο. Iδιαίτερα σημαντικό το γεγονός πως για πρώτη φορά μετά από αρκετό καιρό η Καγκελάριος της Γερμανίας βρίσκεται σε τεντωμένο σκοινί με το κόμμα της να αντιμετωπίζει δημοσκοπικές καθιζήσεις εδώ και αρκετό καιρό.
Παράλληλα, και με τα μέχρι στιγμής δεδομένα όσον αφορά τον τομέα της διαπραγμάτευσης τα πράγματα είναι λίγο πολύ δεδομένα. Aν αλλάξει κάτι, τότε αυτό θα είναι προϊόν συζητήσεων πίσω από κλειστές πόρτες και παρασκηνιακά τηλεφωνήματα.
Επί του πρακτέου, όμως, η στρατηγική που αναμένεται να ακολουθηθεί από τους κύριους δρώντες θα περιλαμβάνει τα εξής:
Για την Γερμανία και την Άνγκελα Μέρκελ την συνεχιζόμενη και ίσως με μικρές διαφορές αναπροσαρμογή των ήδη κατατεθειμένων προτάσεων της (υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 3,5% για μια δεκαετία).
Για την Κριστίν Λαγκάρντ και το Δ.Ν.Τ. μια πιο ήπια προσέγγιση που θα βασίζεται κυρίως σε πρακτικές και ρεαλιστικές υποσχέσεις για το ζήτημα του Χρέους, που δείχνει να το απασχολεί και να το προβληματίζει σε μεγάλο βαθμό. Ενώ, παράλληλα, ίσως υπάρξει και μια από κοινού σύμπλευση με την Ελληνική πλευρά στο ζήτημα των πλεονασμάτων και την χρονική τους διάρκεια.
Ενώ, τέλος, ο Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ αναμένεται να είναι ο συνδετικός κρίκος μεταξύ της Ελλάδας και των προτάσεων της και των υπόλοιπων συνομιλητών, καθώς θα αναλάβει να μεταφέρει τις προτάσεις του Αλέξη Τσίπρα στις δύο “Σιδηρές Κυρίες του Κόσμου”.
Επιπροσθέτως όσον αφορά το Χρέος αξίζει να σημειωθεί πως αρκετές Ευρωπαϊκές πηγές ισχυρίζονται ότι η Γερμανική πλευρά είναι έτοιμη να κάνει κάποια μικρά βήματα υποχώρησης, μετατοπίζοντας την συζήτηση από το 2018 τον Οκτώβριο ή τον Νοέμβριο του 2017, αμέσως μετά τις Γερμανικές εκλογές.
Σημαντικό, ωστόσο, παραμένει και το εάν οι δυο πλευρές συναινέσουν προκειμένου στο έκτακτο Eurogroup που θα γίνει για το κλείσιμο της αξιολόγησης αποφασιστούν και τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, πράγμα που όλοι μας γνωρίζουμε πως είναι απαραίτητο προκειμένου η Ελλάδα να μπει στο QE (Ποσοτική Χαλάρωση).
Σε άμεση σύνδεση με τα προαναφερόμενα, δεν θα μπορούσα να μην αναφέρω και την έντονη παραφιλολογία που έχει δημιουργηθεί τις τελευταίες ημέρες με αντικείμενο την σχέση μεταξύ Κριστίν Λαγκάρντ και Άνγκελα Μέρκελ. Οι γνώστες τονίζουν πως η στενή και σε μεγάλο βαθμό φιλική σχέση των δύο γυναικών έχει ως αποτέλεσμα το Ταμείο, προκειμένου να δείξει την υποστήριξη του προς το πρόσωπο της Άνγκελα Μέρκελ και τον σημαντικό υποστηρικτικό ρόλο της τελευταίας κατά την δεύτερη θητεία της Λαγκάρντ, αναμένεται να προβεί σε κινήσεις που ίσως να μην έκαναν για κανέναν άλλο, και υπό καμία προϋπόθεση.
Αυτό κατά πάσα περίπτωση αναμένεται να δρομολογήσει εξελίξεις οι οποίες λογικά θα ‘’κερδίσουν πολιτικό χρόνο’’ για την Άνγκελα Μέρκελ, προκειμένου να ανασυγκροτηθεί και να αντιμετωπίσει με αποτελεσματικό τρόπο όλες εκείνες τις απειλές που εκτοξεύονται από την Γερμανία και που αποδέκτη έχουν τόσο την ίδια όσο και το κόμμα της.
Άρα αυτό που προέχει για την Καγκελάριο είναι το κλείσιμο όλων των ανοιχτών μετώπων που έχει στην ατζέντα της και που θα την οδηγήσουν στο να μπορέσει να αποκτήσει εκ νέου την εμπιστοσύνη των Γερμανών ψηφοφόρων, προτού αυτό καταστεί πλέον ανώφελο αλλά και μη πραγματοποιήσιμο.