Γράφει ο Πάνος Ν. Αβραμόπουλος*
Μέσα από τα συντρίμμια της Μικρασιατικής εκστρατείας ένα λαμπρό ελληνόπουλο κατόρθωνε να διασώσει την στρατιωτική τιμή της Ελλάδος και να φέρει το θρυλικό 5/42 σύνταγμά του διατεταγμένο, στην μητέρα πατρίδα. Ήταν ο Νικόλαος Πλαστήρας, ο «Μαύρος Καβαλάρης», όπως θα απεκαλείτο εφεξής για τα ηρωικά του κατορθώματα και τα αντίστοιχα μελαμψά εξωτερικά του χαρακτηριστικά. Υψιπετής πολιτικός άνδρας που τίμησε με την πολιτική του παρουσία όσο λίγοι την πολιτική μας ζωή και για τούτο επάξια κατετάγη σε περίοπτη θέση, στο πάνθεον της ιστορίας μας.
Την πρωθυπουργία ανέλαβε στις 5 Ιανουαρίου του 1945, στις 15 Απριλίου του 1951 και στις 27 Οκτωβρίου 1951. Γεννήθηκε το 1882 στην Καρδίτσα. Μετά τις εγκύκλιες γυμνασιακές σπουδές του κατετάγη στο πεζικό και γρήγορα από τις τάξεις αντάρτικων σωμάτων στρατεύθηκε στον Μακεδονικό αγώνα. Εισήχθη το 1910 στην Σχολή Υπαξιωματικών και αποφοίτησε το 1912 με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού. Κατά τα έτη 1912-13 συμμετείχε στους Βαλκανικούς Πολέμους. Συμμετείχε ακόμα με έντονη πολεμική δραστηριότητα στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο και στην μάχη του Σκρά ως διοικητής τάγματος, εξεδήλωσε ιδιαίτερες στρατιωτικές αρετές. Στην πολιτική ζωή εισέρχεται το 1921 οπότε και τίθεται επικεφαλής του ομωνύμου κινήματος με συναρχηγούς τους συνταγματάρχη Στυλιανό Γονατά και αντιπλοίαρχο Φωκά. Στην επακολουθήσασα κυβέρνηση υπο τον Σ. Κροκιδά τον Σεπτέμβριο του 1922 ο Νικόλαος Πλαστήρας δεν συμμετέχει, αλλά αποτελεί τον πολιτικό καθοδηγητή της.
Εξωθεσμικά επιτελεί σπουδαίο έργο που εστιάζεται περισσότερο στην αποκατάσταση του Μικρασιατικού Ελληνισμού, αλλά και στην στρατιωτική μας ανασυγκρότηση, οπότε και κλείνει τον πρώτο κύκλο της πολιτικής του παρουσίας. Το 1925 λαμβάνει χώρα η δικτατορία Παγκάλου που επιχειρεί να τον συλλάβει, αλλά ο Νικόλαος Πλαστήρας διαφεύγει στην Κυανή Ακτή στο εξωτερικό. Στην εκλογική αναμέτρηση το Μάρτιο του 1933 ο Ελευθέριος Βενιζέλος ηττάται και ο Πλαστήρας με το υψηλό του στρατιωτικό κύρος επιχειρεί από το Υπουργείο Στρατιωτικών να κηρύξει επανάσταση. Είναι τόσο νωπή όμως η λαϊκή ετυμηγορία και το εγχείρημα αποτυγχάνει εν τη γενέσει του.
Στις 5 Ιανουαρίου του 1945 του ανατίθεται από τον αντιβασιλέα αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό η πρωθυπουργία και σχηματίζει κυβέρνηση στην οποία συμμετέχουν όλοι οι πολιτικοί αρχηγοί πλην του ΚΚΕ. Από τη θέση αυτή μάλιστα στις 12 Φεβρουαρίου υπογράφει την διαβόητη συμφωνία της Βάρκιζας. Ωστόσο τον Απρίλιο του 1945 ο Πλαστήρας παραιτείται από την πρωθυπουργία και αποσύρεται πολιτικώς. Επανακάμπτει στο πολιτικό προσκήνιο με την «Εθνική Προοδευτική Ένωση Κέντρου» (ΕΠΕΚ) στις εκλογές του 1950 καταλαμβάνοντας τη τρίτη θέση μετά το Λαϊκό Κόμμα και τους Φιλελεύθερους και μετά τον Σοφοκλή Βενιζέλο στην συσταθείσα οικουμενική κυβέρνηση αναλαμβάνει την πρωθυπουργία στις 15 Απριλίου του 1951.
Στις διενεργηθείσες εκλογές του Σεπτεμβρίου 1951 η ΕΠΕΚ παίρνει την δεύτερη θέση με τον «Ελληνικό Συναγερμό» του στρατάρχου Παπάγου να προηγείται, αλλά στην προκύψασα οικουμενική κυβέρνηση της 27-ης Οκτωβρίου του 1951 ο Πλαστήρας ορκίζεται και πάλι πρωθυπουργός. Τον Οκτώβριο του 1952 παραιτείται προκειμένου να διεξαχθούν εκλογές απο υπηρεσιακή κυβέρνηση και στην επικείμενη εκλογική αναμέτρηση της 16-ης Νοεμβρίου υφίσταται συντριπτική ήττα, που συνιστά συνάμα καίριο πλήγμα για την ήδη κλονισμένη από καρδιακό επεισόδιο υγεία του, τον Νοέμβριο του 1951. Στις εκλογές αυτές μάλιστα το λιοντάρι της Μικρασίας δεν κατορθώνει να εκλεγεί βουλευτής στην περιφέρεια Αθηνών που είχε θέσει υποψηφιότητα. Το ηθικό τούτο πλήγμα διαδέχονται ένα σοβαρό εγκεφαλικό επεισόδιο τον Μάρτιο του 1952 και ένα ακόμα έμφραγμα στις 11 Ιουλίου του 1953.
Στις 23 του ιδίου μηνός η ψυχή του Μικρασιατικού ελληνισμού χάνει την μάχη με την ζωή. Όχι όμως και με την συνείδηση του ελληνικού λαού που θα τον τιμά με τον προσήκοντα σεβασμό για πάντα. Ο Νικόλαος Πλαστήρας ως βαθύτατα έντιμος άνθρωπος και απεξαρτημένος από κάθε κοσμική ματαιοδοξία ζούσε σε ένα απέριττο δωμάτιο με μοναδικό υπάρχον μια σιδερένια κουκέτα. Ενώ κατά την διάρκεια της πρωθυπουργίας του ο αδελφός του αποζητούσε απεγνωσμένα ως χειρώνακτας το μεροκάματο στο εργοστάσιο του Καρόλου Φιξ… Ένα ταπεινό πανό που είχε αναρτηθεί σε μια επίσκεψή του στην Μυτιλήνη ίσως να απέδιδε κατά τον εναργέστερο τρόπο την λαμπρή προσωπικότητά του. «Άξιος της πατρίδος»…
Το παρόν κείμενό μου είναι απόσπασμα απο το κυκλοφορούν βιβλίο μου «ΟΙ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΙ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ» (Εκδόσεις «ΤΑΛΩΣ Φ.»), που εξεδόθη τιμητικά από την Κεντρική Ένωση Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδος (ΚΕΔΚΕ) και είχε δει για πρώτη φορά το φως της δημοσιότητας στην Β΄ αρχαιότερη καθημερινή ελληνική εφημερίδα «ΠΑΤΡΙΣ» και στην ομώνυμη ιστορική μου στήλη.
*Ο συγγραφέας Πάνος Ν. Αβραμόπουλος, είναι υποψήφιος Βουλευτής της «Ένωσης Κεντρώων» στην Α΄Αθηνών.