Γράφει ο Γεράσιμος Ταυρωπός
Όταν ο νέος πλανητάρχης Ντόναλντ Τραμπ, λίγες μέρες πριν την ορκωμοσία του, έχει σχεδόν ευχηθεί τη… διάλυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χαιρετίζοντας το Brexit και εκτιμώντας ότι «θα ακολουθήσουν και άλλοι», η έξοδος από την Ευρωζώνη χωρών-μελών της δεν είναι πλέον απλώς «υπόθεση εργασίας». Όταν ταυτόχρονα με την ορκωμοσία του νέου προέδρου των ΗΠΑ συγκαλείται «σύνοδος κορυφής» των ακροδεξιών κομμάτων από 4 σημαντικές ευρωπαϊκές χώρες όπου θα έχουμε εκλογές μέσα στο 2017 (Γαλλία, Γερμανία, Ολλανδία, Ιταλία), τότε κανείς δεν μπορεί να υποτιμήσει τη διαβρωτική για Ε.Ε. και Ευρωζώνη δυναμική που μπορεί να αποκτήσει το πολιτικό ρεύμα της επιστροφής στις εθνικές προτεραιότητες.
Όταν μια χώρα-μέλος όπως η Ελλάδα κρατείται καθηλωμένη από διαρκώς νέες αξιώσεις των δανειστών ώστε το τραπεζικό της σύστημα και η οικονομία της να παραμένουν «βαλτωμένα», τότε όλοι αρχίζουν να σκέφτονται μήπως είναι η πρώτη υποψήφια για έξοδο. Και όταν μια ισχυρή ευρωπαϊκή δύναμη όπως η Ιταλία, με την τρίτη οικονομία της Ευρωζώνης, άρχισε να γίνεται αντικείμενο σχολίων για το ενδεχόμενο να μην αντέξει μέσα στην Ευρωζώνη (!), τότε ακόμη και οι «φύλακες» αισθάνονται την ανάγκη να προειδοποιήσουν και να λάβουν τα μέτρα τους.
Ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), κ. Μάριο Ντράγκι, είναι ένας από τους «φύλακες». Έχει μάλιστα λόγους να ανησυχεί σφόδρα, όχι μόνο λόγω της όποιας πίστης του στο Europroject, αλλά και εξαιτίας του κινδύνου η ΕΚΤ της οποίας προΐσταται, να βρεθεί με μεγάλα «ανοίγματα», ακόμη και να χρεοκοπήσει – και ασφαλώς δεν θα ήθελε αυτό να συμβεί επί των ημερών του…
Να θυμίσουμε μόνο ότι η ΕΚΤ, για να καλύψει τα «κενά» που αφήνει η απροθυμία της Γερμανίας και γενικά των κυβερνήσεων, «ξανοίχτηκε» πολύ στα μέτρα νομισματικής πολιτικής με δύο τρόπους:
Πρώτο, με το πρόγραμμα «ποσοτικής χαλάρωσης», δηλαδή το τύπωμα χρήματος για την αγορά κρατικών αλλά και εταιρικών ομολόγων υποδεέστερης αξιολόγησης, στηρίζοντας έτσι τα κράτη της ευρωπαϊκής περιφέρειας, τις τράπεζες, αλλά και μεγάλες επιχειρήσεις. Όλα αυτά, που στην ολοκλήρωση του προγράμματος θα ξεπεράσουν το 1 τρισ. ευρώ είναι πλέον στοιχεία του ενεργητικού της, δηλαδή απαιτήσεις που δεν επιτρέπεται να «αστοχήσουν», γιατί θα δημιουργηθούν μεγάλα «ανοίγματα» στον ισολογισμό της. Αν η Ευρωζώνη αρχίσει να «ξηλώνεται», τα στοιχεία αυτά του ενεργητικού της θα υποτιμηθούν δραματικά…
Δεύτερο, αποδεχόμενη μεγάλα «ανοίγματα», δηλαδή χρέη, χωρών-μελών προς το ευρωπαϊκό σύστημα πληρωμών Target II, με το στόχο και την ελπίδα πως όταν η κατάσταση ομαλοποιηθεί, οι χώρες αυτές θα διευθετήσουν αυτά τα χρέη.
Ο κ. Ντράγκι, όχι μόνο εκ της θέσεώς του αλλά και με βάση το προσωπικό του προφίλ, αποφεύγει συστηματικά να κάνει δηλώσεις που θα μπορούσαν καθ’ οιονδήποτε τρόπο να «ερεθίσουν» αρνητικά τις αγορές ή να ευνοήσουν την υποτιμητική κερδοσκοπία κατά των assets χωρών που έχουν προβλήματα. Αυτό ισχύει προφανώς πολύ περισσότερο για τη χώρα καταγωγής του, την Ιταλία. Κι όμως, «κάτι» τον ώθησε να παραβιάσει αυτό το «στάτους» και να δηλώσει το εξής τρομερό:
«Αν μια χώρα ήταν να αποχωρήσει από το ευρωσύστημα, η κεντρική τράπεζά της θα έπρεπε πρώτα να έρθει σε πλήρη διακανονισμό για τις αξιώσεις ή τα χρέη της χώρας με την ΕΚΤ»!
Αυτή η δήλωση, από τον κατεξοχήν υπεύθυνο για τη νομισματική σταθερότητα της Ευρωζώνης και της Ε.Ε., είναι προφανέστατα προϊόν αγωνίας. Πέρα από οποιαδήποτε ερμηνεία, ο Ντράγκι αναγκάζεται να προειδοποιήσει σε δραματικούς τόνους για τις συνέπειες τυχόν νέας εξόδου χώρας από το ευρωσύστημα.
Στην πραγματικότητα, δεν μιλάει για χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης εκτός Ευρωζώνης, διότι τα δεδομένα της ΕΚΤ δείχνουν ότι οι εκτός Ευρωζώνης χώρες της Ε.Ε. έχουν μηδενικά ελλείμματα προς το Target II. Μιλάει για τις χώρες της Ευρωζώνης, οπότε το ενδεχόμενο εξόδου χώρας από το ευρωσύστημα μεταφράζεται σε ενδεχόμενο εξόδου χώρας από την Ευρωζώνη!
Έτσι όμως, ο κ. Ντράγκι αναγκάζεται να «νομιμοποιήσει» και να δώσει ρεαλιστικό χαρακτήρα και νέα ώθηση στο δημόσιο διάλογο για το ενδεχόμενο «ξηλώματος» της Ευρωζώνης!
Για να δούμε σε ποιους απευθύνεται συγκεκριμένα ο κ. Ντράγκι, ας δούμε τα δεδομένα του παρακάτω πίνακα:
Υπόλοιπα χωρών και έλλειμμα ΕΚΤ στο σύστημα Target ΙΙ* (σε δισ. ευρώ)
*Αρνητικά μεγέθη = έλλειμμα-χρέος, θετικά μεγέθη = πίστωση. Δεδομένα τέλους Νοεμβρίου 2016
Από τον πίνακα αυτόν, προκύπτουν τα εξής:
– Ότι η ΕΚΤ, που στις αρχές του 2015 δεν είχε έλλειμμα στο Target ΙΙ, στα τέλη Νοεμβρίου του 2016 είχε έλλειμμα 158 δισ. ευρώ.
– Ότι η Ιταλία και η Ισπανία χρωστούν στο Target ΙΙ εκατοντάδες δισ. ευρώ. Ότι σημαντικά ποσά χρωστούν και η Ελλάδα και Πορτογαλία. Ότι έχει αρχίσει να χρωστάει ακόμη και η Γαλλία.
– Ότι αυτά τα χρέη εξισορροπούνται κυρίως από την πίστωση από τη Γερμανία, η οποία έχει λαμβάνειν από το σύστημα το ιλιγγιώδες ποσό των 741 δις. ευρώ. Ότι δεύτερη πιστώτρια χώρα είναι η Ολλανδία, που έχει λαμβάνειν από το σύστημα 100 δισ. ευρώ.
Το μήνυμα του κ. Ντράγκι, λοιπόν, έχει πολλαπλούς αποδέκτες:
Πρώτο, τη Γερμανία και την Ολλανδία: αν δεν κάνουν αυτό που πρέπει ώστε να μείνουν στο ευρωσύστημα οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου που χρωστούν μεγάλα ποσά στο Target ΙΙ, θα χάσει τεράστιου ύψους κεφάλαια.
Δεύτερο, την Ιταλία: ότι δεν μπορεί ένα τμήμα του πολιτικού της προσωπικού αλλά και του επιχειρηματικού κόσμου να «καλοβλέπει» μια έξοδο από το ευρώ όταν έχει τέτοια «ανοίγματα» προς το Target ΙΙ.
Τρίτο, προς την Ελλάδα: ότι θα πρέπει να κάνει «αυτά που πρέπει», δηλαδή να υποκύψει στις απαιτήσεις των δανειστών, ώστε να αποφευχθεί μια έξοδος από ευρώ, διότι τότε -μεταξύ άλλων- θα έχει να αντιμετωπίσει και ένα χρέος 70 δισ. ευρώ προς την ΕΚΤ!
Όταν ο κεντρικός Ευρωπαίος τραπεζίτης καταφεύγει σε τέτοιες, «δίκοπες» προειδοποιήσεις, το 2017 δεν ξημέρωσε καλά για την ΕΕ και την Ευρωζώνη…
Υ.Γ: Κι ενώ η δήλωση Ντράγκι βρίσκει πολλούς αποδέκτες, ο ESM και ο EFSF υιοθέτησαν χθες, Δευτέρα, τους κανόνες για την εφαρμογή των βραχυπρόθεσμων μέτρων για το ελληνικό χρέος, πρόκειται ουσιαστικά για τα μέτρα που ενέκρινε το Eurogroup στις 5 Δεκεμβρίου.
Ο επικεφαλής του ESM έστειλε σαφές μήνυμα στην Αθήνα ότι πρέπει να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις: «Τα μέτρα είναι ένα σημαντικό βήμα για να βελτιωθεί η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Εκτιμούμε ότι όταν εφαρμοστούν πλήρως θα οδηγήσουν σε σωρευτική μείωση της αναλογίας ΑΕΠ/χρέους κατά περίπου 20% έως το 2060. Επίσης, αναμένουμε ότι οι ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης της Ελλάδας θα μειωθούν κατά περίπου 5% στον ίδιο χρονικό ορίζοντα», δήλωσε ο Κλάους Ρέγκλινγκ.