Αρνητικές είναι οι επιπτώσεις της κακής ποιότητας του αέρα στους οίκους ευγηρίας για τους ηλικιωμένους ένοικους σύμφωνα με μία νέα ευρωπαϊκή επιστημονική έρευνα, που συμπεριέλαβε και την Ελλάδα.
Η μελέτη, με τη συμμετοχή Ελλήνων επιστημόνων, η οποία δημοσιεύθηκε στο ευρωπαϊκό πνευμονολογικό περιοδικό «European Respiratory Journal», είναι η πρώτη που εκθέτει λεπτομερώς τις αρνητικές επιπτώσεις της κακής ποιότητας του αέρα στους οίκους ευγηρίας σε πολλές χώρες. Η έρευνα δείχνει ότι η ποιότητα του αέρα στους εσωτερικούς χώρους έχει σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία των πνευμόνων των ηλικιωμένων ενοίκων.
Οι ερευνητές, στο πλαίσιο του προγράμματος έρευνας GERIE, το οποίο χρηματοδοτείται από την Ε.Ε., συνέλεξαν στοιχεία για διάφορα είδη ρύπων του αέρα εσωτερικού χώρου: σωματίδια (PM10 και PM0.1), φορμαλδεΰδη, διοξείδιο του αζώτου (NO2) και όζον (O3). Αυτά τα είδη ρύπων προέρχονται από διάφορες πηγές, μεταξύ των οποίων συσκευές θέρμανσης, δομικά υλικά, έπιπλα, προϊόντα καθαρισμού, απολυμαντικά και συστήματα ψύξης.
Οι επιστήμονες αξιολόγησαν δειγματοληπτικά τα επίπεδα των ρύπων σε 50 οίκους ευγηρίας σε επτά χώρες (Βέλγιο, Δανία, Γαλλία, Ελλάδα, Ιταλία, Πολωνία και Σουηδία). Στη μελέτη συμμετείχαν συνολικά 600 ένοικοι ηλικίας άνω των 65 ετών (82 ετών κατά μέσο όρο). Όλοι οι συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε έναν αριθμό κλινικών εξετάσεων, μεταξύ των οποίων εξέταση της πνευμονικής λειτουργίας, και απάντησαν σε ένα ερωτηματολόγιο σχετικό με την υγεία.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η έκθεση σε υψηλά επίπεδα σωματιδίων PM10 και αζώτου (NO2) συνδεόταν σε σημαντικό βαθμό με τη δύσπνοια και τον βήχα. Τα υψηλά επίπεδα σωματιδίων PM0.1 συνδέονταν με συριγμό που συνέβαινε κατά τη διάρκεια του τελευταίου έτους και οι υψηλές συγκεντρώσεις φορμαλδεΰδης συνδέονταν με τη χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ). Οι συσχετισμοί παρατηρήθηκαν ακόμη και με την έκθεση σε μέτριες συγκεντρώσεις ρύπων του αέρα σε εσωτερικούς χώρους, που δεν υπερέβαιναν τα όρια των υφιστάμενων διεθνών οδηγιών.
Τα ευρήματα αυτά ήταν πιο σημαντικά σε οίκους ευγηρίας με κακό αερισμό και με άτομα ηλικίας άνω των 80 ετών. Καθώς το προσδόκιμο ζωής αυξάνει διεθνώς, όλο και περισσότεροι άνθρωποι ζουν σε οίκους περίθαλψης. Καθώς γερνάει ένα άτομο, το σώμα του γίνεται όλο και πιο ευάλωτο στους κινδύνους της ρύπανσης του αέρα και επίσης εκτίθεται σε υψηλότερα επίπεδα ρύπανσης του αέρα σε εσωτερικούς χώρους λόγω της μειωμένης δραστηριότητάς του.
«Τα ευρήματά μας έδειξαν μια ανεξάρτητη επίδραση πολλών ειδών ρύπων του αέρα του εσωτερικού χώρου στην υγεία των πνευμόνων των ηλικιωμένων που ζουν σε οίκους ευγηρίας. Αυτό είναι ένα ανησυχητικό πρόβλημα, καθ” ότι η ικανότητα του σώματος να ανταπεξέλθει σε επιβλαβείς ρύπους του αέρα μειώνεται, όσο μεγαλώνουμε ηλικιακά» ανέφεραν η καθηγήτρια Isabella Annesi Maesano (από το τμήμα Επιδημιολογίας και Δημόσιας Υγείας του γαλλικού Ινστιτούτου INSERM και του Πανεπιστημίου Μαρί Κιουρί του Παρισιού) και η καθηγήτρια Πνευμονολογίας Χριστίνα Γκράτζιου (από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών) που ήταν οι κύριοι συγγραφείς της μελέτης.
Όπως ανέφεραν, «οι οίκοι ευγηρίας θα πρέπει να λαμβάνουν περισσότερα μέτρα πρόληψης κατά της ρύπανσης του αέρα του εσωτερικού χώρου, περιορίζοντας τις αιτίες που τις προκαλούν και βελτιώνοντας τον αερισμό μέσα στα κτίριά τους. Η αναπνευστική υγεία των ηλικιωμένων ενοίκων θα πρέπει επίσης να εξετάζεται σε τακτική βάση». Στην μελέτη, από ελληνικής πλευράς, συμμετείχε και ο Κωνσταντίνος Ελευθερίου του Κέντρου Άσθματος του Πανεπιστημίου Αθηνών.