Γράφει ο Κωνσταντίνος Μπαλτάς
Είχαμε γράψει για τη νέα προοδευτική αλλαγή στο καθεστώς του ψευδοκράτους στην Κύπρο και τις ελπίδες που αυτή έφερνε για την ομαλοποίηση των ταραγμένων σχέσεων των δύο πλευρών του νησιού. Οι δηλώσεις του τουρκοκυπρίου ηγέτη Μουσταφά Ακιντζί έρχονται να επιβεβαιώσουν αυτές τις ελπίδες.
«Παρά τα όσα πέρασαν οι Τουρκοκύπριοι το 1950 και το 1960, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το 1974 έγινε πόλεμος με κύρια θύματα τους Ελληνοκυπρίους», παραδέχθηκε εχθές το βράδυ ο Τουρκοκύπριος ηγέτης, Μουσταφά Ακιντζί, σε μήνυμά του για τη σημερινή επέτειο της τουρκικής εισβολής.
Ο ίδιος επεσήμανε την ανάγκη «οι νεότερες γενιές να μοιραστούν τις ευλογίες του νησιού και να έχουν μια καλύτερη ζωή, χωρίς την αβεβαιότητα για το μέλλον». Ο Ακιντζί σημείωσε ότι ο στόχος των διαπραγματεύσεων είναι να επιτευχθεί διζωνική και δικοινωτική ομοσπονδιακή λύση «που να βασίζεται στην πολιτική ισότητα και την ασφάλεια». Στόχος μας, είπε, «είναι να υπάρξει μόνιμη ειρήνη στο νησί χωρίς συμβιβασμούς στο θέμα της ελευθερίας, της ισότητας και της ασφάλειας».
Από την πλευρά του ο Πρόεδρος Αναστασιάδης εξέφρασε την «ιδιαίτερη ικανοποίησή» του για της δηλώσεις του Μ. Ακιντζί. «Η αναφορά του ότι τα κύρια δεινά τα υπέστησαν το 1974 οι Ελληνοκύπριοι είναι μια αναφορά, αν θέλετε, που δείχνει ανδρεία», ανέφερε χαρακτηριστικά. «Από την ώρα που παραδεχόμαστε, ότι διεπράχθησαν λάθη, όχι μόνο από πλευράς Τουρκοκυπρίων, βεβαίως, αλλά και από δικής μας – και η αυτοκριτική δεν είναι κακό- αλλά κυρίως με την τουρκική εισβολή σε βάρος της ελληνοκυπριακής κοινότητας, θέλω να πιστεύω ότι η αναγνώριση αυτή, η διαπίστωση των σφαλμάτων θα μας οδηγήσει σε έναν πιο ουσιαστικό και πιο αποτελεσματικό διάλογο».
Στα λεγόμενά του ο τουρκοκύπριος ηγέτης συμπεριέλαβε αναφορά και στο πραξικόπημα της Χούντας των συνταγματαρχών στην Ελλάδα, το οποίο, όπως είπε «περιέπλεξε ακόμη περισσότερο την κατάσταση». Δεν υπάρχει αμφιβολία, συνέχισε ο κ. Ακιντζί, ότι «ακόμα και εμείς που αναφερόμαστε στην επιχείρηση ως “ειρηνική επιχείρηση”, αυτή ήταν πράγματι ένας πόλεμος. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι πολεμικές συνθήκες ήταν δύσκολες και σκληρές. Κάποιοι έχασαν την ζωή τους και άλλοι έχασαν τους συγγενείς τους, σπίτια χάθηκαν και οικογένειες διασκορπίστηκαν. Επιπλέον, χιλιάδες από εμάς έπρεπε να αντιμετωπίσουμε το τραύμα της προσφυγιάς».
Παρά τις όποιες ελπίδες για ουσιαστικότερο διάλογο μεταξύ των δύο πλευρών γεννούν τα λεγόμενα αυτά, οι σχέσεις τουρκοκυπρίων και ελληνοκυπρίων δεν παύουν να εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την εξωτερική πολιτική της Τουρκίας και Ελλάδας. Σε αυτό το πεδίο τα πράγματα δεν είναι τόσο θετικά, δεδομένης της επιθετικής εξωτερικής πολιτικής που η Τουρκία έχει στο πρόσφατο παρελθόν επιδείξει.