Επισημαίνει ο Δημήτρης Α. Γιαννακόπουλος
Είχα έναν καλό φίλο που έχασα νωρίς και μαζί με εμένα και η Ελλάδα, ως πολιτική και ακαδημαϊκή κοινότητα. Αυτός ο φίλος μου και «παιδαγωγός» μου στη νομική θεώρηση των θεσμών και στον νομικό-προοδευτικό ρεαλισμό είχε αναπτύξει μια εμμονή με τα κλιμακοστάσια.
Κάθε φορά που συναντιόμαστε και αποφασίζαμε να κινηθούμε μαζί για να πάμε κάπου – ή για να κάνουμε παρέα και να τα πούμε στο δρόμο, καταλήγοντας στο γραφείο του στη βουλή – ανεβοκατεβαίναμε σκάλες. Ποτέ με το ασανσέρ!
Μια μέρα δεν άντεξα και ιδρωμένος του είπα: «Καλά, ο σβέλτος ποδαρόδρομος και εμένα μου αρέσει, αλλά είναι ανάγκη να ανέβουμε πάλι από τις σκάλες»! «Ποιες σκάλες», με ρώτησε και με κόμπλαρε! Και καθώς με είδε αμήχανο συνέχισε: «Όταν αναβαίνουμε από τα σκαλιά φροντίζουμε να νοιώθουμε σαν να κατεβαίνουμε, ενώ όταν κατεβαίνουμε να νοιώθουμε πως αναβαίνουμε. Έτσι αντέχουμε περισσότερο»!
Δεν πείστηκα… αλλά τώρα που απέκτησα και εγώ το ίδιο «χόμπι» να γυμνάζομαι ανεβοκατεβαίνοντας σκαλιά, άρχισα μάλλον να αντιλαμβάνομαι βαθύτερα την ψυχολογία του κλιμακοστασίου!
Μεγάλη υπόθεση το κλιμακοστάσιο, αναγνώστη μου! Σε κάνει Κύριο του εαυτού σου και της πολυκατοικίας. Νοιώθεις να ελέγχεις τη κατάστασή σου και το έδαφος κάτω από τα πόδια σου. Αν μάλιστα επιδοθείς στο «σπορ» για μεγάλο χρονικό διάστημα, κάθε βήμα που θα κάνεις στο δρόμο σου θα μοιάζει με άνοδο ή κάθοδο σε κάποιο κλιμακοστάσιο – όπου θα νοιώθεις να ανεβαίνεις κατεβαίνοντας και αντίστροφα! Έτσι γίνεσαι κοινωνικώς σοφότερος και ωριμάζεις ως προσωπικότητα.
Μετά μάλιστα από ένα ακόμη μεγαλύτερο διάστημα θα χάσεις την αίσθηση (και το στρες) της ανόδου και καθόδου. Δεν θα έχει σημασία! Εδώ αποκτάς πλέον επαφή με την έννοια της αρετής, που συνδέει το πολιτικό με το ηθικό στοιχείο μέσα σου. Από το σημείο αυτό και μετά αναπτύσσεται η πιθανότητα της ενάρετης ηγεσίας. Ωριμάζεις, με άλλα λόγια, πολιτικώς, συνειδητοποιώντας ίσως πως το βίωμα της ανόδου, απαιτεί σκαλιά και όχι ασανσέρ και πως για την μεγέθυνση των αποτελεσμάτων της ανόδου, απαιτείται μια και μοναδική υπέρβαση: να νοιώθεις πως κατεβαίνεις, ενώ ανεβαίνεις.
Αυτό, με δύο κουβέντες, είναι το στρατήγημα της λεγόμενης ενάρετης «στοχοπροσήλωσης» – για όσους ενδιαφέρονται φυσικά – ενώ αυτά που διαβάζω σήμερα στον ελληνικό Τύπο και στον απόηχο του ανασχηματισμού της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα στο ζήτημα. Αποτελούν είτε κουτσομπολιά, είτε ψευδο-ιδεολογικές κατασκευές, που σε κάποιες μάλιστα περιπτώσεις εμφανίζονται ως δήθεν ρεαλιστικές προσεγγίσεις οι οποίες καταπολεμούν τις αριστερές ιδεοληψίες!
Η στοχοπροσήλωση που δεν εμπεριέχει – ή καλύτερα δεν εμπεριέχεται – την/στην «ψυχολογία του κλιμακοστασίου» δεν είναι απλώς τεχνοκρατικός εκχυδαϊσμός της ζωής και της εξουσίας, αλλά ένδειξη δραματικής διαφθοράς της ηγεσίας. Πρόκειται για παρακμή. Και όταν με όρους παρακμής κρίνεται η παρακμή μιας εξουσίας, τότε προφανώς διαπιστώνεται θετική(: δεξιά) στροφή των κυβερνητών σε μια μορφή «ρεαλισμού» όπου το μέσο (: μνημόνιο) μετατρέπεται σε στόχο.
Ο συντηρητισμός με τη μορφή της δήθεν τεχνοκρατικής και ουδέτερης προσήλωσης /συμμόρφωσης στο «learning – by – numbers» του «κουαρτέτου» δεν είναι ρεαλισμός, είναι εγκλωβισμός στο ασανσέρ! Και αυτοί που επιχαίρουν σήμερα για τον ανασχηματισμό, ο οποίος αναπαρίσταται ως πρωτοβουλία του Αλέξη Τσίπρα για την «έγκαιρη υλοποίηση των δεσμεύσεων της χώρας», δεν είναι σοβαροί άνθρωποι. Είναι ανώριμοι ή/και πονηροί σχολιαστές, οι οποίοι γνωρίζουν πως έτσι όπως εξελίσσεται ο πρωθυπουργός Τσίπρας θα εγκλωβιστεί στο ασανσέρ της ελληνικής πολιτικής ιστορίας και τότε διάσωση θα μπορεί να του προσφέρει αποκλειστικά ο πολιτικός του αντίπαλος – θέτοντάς τον έτσι (αυτονόητα) στο περιθώριο.
Δυστυχώς ο Αλέξης και η κυβερνητική παρέα του δεν είχαν και δεν έχουν την εμπειρία που θεμελιώνεται στην «ψυχολογία του κλιμακοστασίου». Ούτε εγώ την είχα στην ηλικία τους, παρότι είχα πολύ μεγαλύτερη εμπειρία στην αγορά και στο επίπονο βίωμα της κοινωνικής πραγματικότητας – τουλάχιστον στην Ελλάδα και στην Γερμανία! Δυστυχώς, η πολιτική ηγεσία, όπως και η στρατηγική ή η διαχείριση κρίσης προϋποθέτουν ωριμότητα. Και η ωριμότητα, με τη σειρά της, προϋποθέτει τη διαμόρφωση του γνωστικού μοντέλου πάνω στο αποσυμπλεγματοποιημένο βάσανο μιας έντονα συγκρουσιακής και ανταγωνιστικής καθημερινότητας «απλών» ανθρώπων στην αγορά και στη λεγόμενη κοινωνία των πολιτών. Μιας καθημερινότητας όπου η φτώχεια και ο αποκλεισμός κάθε είδους να είναι προσωπική πραγματική εμπειρία και όχι κατασκευή κάποιας αφήγησης από έξω (ιδεολογία, θρησκεία, ρομαντισμός ή νεορομαντισμός).
Απαιτείται μια σύνθεση εμπειρίας και θεωρίας, που δεν μπορεί να κατασκευαστεί χωρίς κόπο, κοινωνική ταλαιπωρία, πάθη και λάθη, διαρκή εκπαίδευση, δομική κριτική στην αγορά στην οποία λειτουργείς, πολιτική εμπλοκή και …ηλικία! Αν δεν τα «έχεις» αυτά, τότε ποτέ δεν θα καταλάβεις και δεν θα ενσωματώσεις την «ψυχολογία του κλιμακοστασίου», όπως την εννοώ σήμερα και όπως με προϊδέασε πριν από χρόνια σε αυτήν ο Γιώργος Παπαδημητρίου…