Γράφει ο Γεράσιμος Ταυρωπός
Όλοι έχουν πλέον συνείδηση ότι έχουμε φτάσει σε ένα κομβικό σημείο των πολιτικών εξελίξεων. Πολλά πράγματα, γεγονότα, εξελίξεις, διεργασίες φανερές αλλά και «υπόγειες» έχουν συσσωρευτεί και οδηγούν σε αυτό που στη γλώσσα της Αριστεράς λέγεται «μετατροπή της ποσότητας σε ποιότητα».
Συνήθως σε αυτές τις περιπτώσεις κάποιο γεγονός λειτουργεί σαν «θρυαλλίδα», σαν το «σπίρτο» που βάζει «φωτιά στον κάμπο». Στην περίπτωσή μας, αυτό το γεγονός θα μπορούσε να συμβεί αυτή τη βδομάδα, που απ’ αυτή την άποψη αναδεικνύεται σε εντελώς κρίσιμη για τις πολιτικές εξελίξεις. Μιλάμε για τις δύο συνεδριάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας αυτή τη βδομάδα, τη Δευτέρα (που ήδη διεξήχθη χωρίς να καταλήξει σε απόφαση) και την Τετάρτη, και την απόφαση που θα λάβει για τη συνταγματικότητα της νομοθετικής ρύθμισης της κυβέρνησης βάσει της οποίας διεξήχθη ο διαγωνισμός για τις άδειες των καναλιών.
Για να μπορεί όμως η απόφαση του ΣτΕ να λειτουργήσει με τέτοιο καταλυτικό τρόπο, πρέπει να έχουν ωριμάσει ανάλογα οι συνθήκες. Εξετάζοντας αν πράγματι συμβαίνει κάτι τέτοιο, νομίζουμε ότι η απάντηση υπάρχει στην ομιλία του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στην ολομέλεια της άρτι εκλεγείσας Κ.Ε. του κόμματός του, αλλά στη συνέχεια στην ομιλία του στην Πολιτική Γραμματεία. Σε αυτές του τις παρεμβάσεις, ο κ. Τσίπρας μίλησε σαν επικεφαλής στρατεύματος που βρίσκεται σε περικυκλωμένο έδαφος και συσπειρώνεται για να δώσει μάχη επιβίωσης. Είχε χάσει κάθε ηγεμονική πνοή. Στην πραγματικότητα αυτό είχε διαφανεί ήδη από όσα συνέβησαν στο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, μόλις το περασμένο Σαββατοκύριακο.
Το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, αντί να αποτελέσει έδαφος για ηγεμονικές πρωτοβουλίες, «επισημοποίησε» την καθήλωση, την εσωστρέφεια και την απώλεια κάθε ηγεμονικής πνοής.
Η εκπροσώπηση της πολιτικής διεύρυνσης ήταν πολύ φτωχή (Κουβέλης, Ξενογιαννακοπούλου και… Τζουμάκας) για να στηρίξει βλέψεις ηγεμονικού σχεδίου, γι’ αυτό άλλωστε δεν ανακοινώθηκε τίποτε και υπήρχε ένα κλίμα επιστροφής στην ορολογία και τα στάνταρντ της Αριστεράς.
Η ενίσχυση στις εσωκομματικές εκλογές για την Κ.Ε. των «ανταρτών» της τάσης Σκουρλέτη – Φίλη αλλά και της αριστερής πτέρυγας των πάλαι ποτέ «53» ήταν μια αντίδραση του κομματικού μηχανισμού που βλέπει την κυβέρνηση να αποδυναμώνεται ραγδαία και ανησυχεί για την τύχη του κομματικού μηχανισμού και όσων δεν έχουν λόγο ύπαρξης χωρίς αυτόν. Αυτή η ενίσχυση με τη σειρά της δίνει τη δύναμη στον Πάνο Σκουρλέτη να επαναφέρει τις αντιρρήσεις για την ιδιωτικοποίηση στον τομέα της ενέργειας και να «προκαλεί» για την ηρωική του έξοδο από το υπουργείο.
Όμως το ισχυρότερο πλήγμα στην υπόθεση του συνεδρίου ήταν άλλο: Η -καθόλου τυχαία- αποκάλυψη, εκ Παρισίων προερχόμενη, του ερωτήματος του κ. Τσίπρα προς τον Ρώσο πρόεδρο κ. Πούτιν αν μπορεί να τυπώσει δραχμές στη Ρωσία. Ήταν σαφές «μήνυμα» από τον κ. Ολάντ προς τον «προστατευόμενό» του, εξαιτίας της αδυναμίας του δεύτερου να υλοποιήσει στο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ το σχέδιο για θεαματική πολιτική μετατόπιση του κυβερνώντος κόμματος προς το χώρο της σοσιαλδημοκρατίας – μετατόπιση που είχε προετοιμαστεί όλο το προηγούμενο διάστημα συστηματικά από τους κ. Ολάντ και Σουλτς. Η ψυχρολουσία που επεφύλασσε ο ίδιος ο κ. Σουλτς, στη συνάντηση που είχε μαζί του ο κ. Τσίπρας στο πλαίσιο της συνόδου κορυφής για το ζήτημα της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους, ήταν απλώς το «κερασάκι» σε αυτή την «τούρτα»…
Για ένα κυβερνητικό κόμμα και μια κυβέρνηση, είναι πολύ νωρίς για να συμβούν όλα αυτά μόλις ένα χρόνο ύστερα από τον εκλογικό θρίαμβο του περσινού Σεπτεμβρίου. Ακόμη πιο δυσοίωνο για τον πρωθυπουργό και την κυβέρνηση είναι ότι έχουν καθηλωθεί λόγω ραγδαίας πολιτικής φθοράς σε θέση άμυνας, ενώ έχουν μπροστά τους εξαιρετικά δύσκολες δοκιμασίες με τη δεύτερη αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος.
Καθηλωμένοι από την κοινωνική δυσαρέσκεια και τα κομματικά «οδοφράγματα», χωρίς «ανάσα» από ευρωπαϊκές και διεθνείς συμμαχίες, η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός περιμένουν τώρα την ετυμηγορία του ΣτΕ για την αντισυνταγματικότητα του νόμου Παππά για να καθορίσουν τις μετέπειτα κινήσεις τους. Να αποφασίσουν για ανασχηματισμό και πιθανώς για εκλογές. Ωστόσο, κυβέρνηση που πάει σε εκλογές για να περισωθεί ό,τι μπορεί να περισωθεί από την πολιτική κατάρρευση, κινδυνεύει από πανωλεθρία. Επιπλέον, ισχύει το «δρυός πεσούσης πάς ανήρ ξυλεύεται». Επειδή ο κ. Τσίπρας τα γνωρίζει όλα αυτά, γι’ αυτό η δήλωσή του πως «οι κυβερνήσεις δεν πέφτουν με δικαστικές αποφάσεις» παραπέμπει σαφώς στην επιλογή «θα μείνουμε για να το παλέψουμε με στόχο να το ‘‘γυρίσουμε’’».
Γι’ αυτό, το πιθανότερο σενάριο των πολιτικών εξελίξεων είναι ο κ. Τσίπρας και η κυβέρνησή του να παραμείνουν στην κυβερνητική εξουσία και ύστερα από το πιθανό «χαστούκι» του ΣτΕ. Εξάλλου, και ο επ’ εσχάτω μέντοράς του κ. Ολάντ κυβερνά με τη δημοτικότητά του… στα Τάρταρα.
Όμως, στην καθ’ ημάς Ανατολή, το να κυβερνάς σαν πολιτικά «νεκροζώντανος» δεν μπορεί να κρατήσει για πολύ. Θα πρέπει να επιχειρηθεί κάποια έξοδος από το τέλμα. Είτε προς τις εκλογές, οπότε το κόμμα πρέπει να είναι ενωμένο και το σενάριο αριστερό και… ηρωικό, είτε προς ένα νέο πολιτικό αφήγημα, οπότε το κόμμα θα πρέπει να θυσιαστεί σαν Ιφιγένεια για να αποπλεύσει το καράβι της κυβερνητικής ανάκαμψης.
Αν έτσι τεθεί το δίλημμα, είναι μάλλον προφανές τι από τα δύο θα πράξει ο κ. Τσίπρας…