Ο ανασχηματισμός μάλλον δεν ήταν στις βασικές προτεραιότητες του Αλέξη Τσίπρα, αυτή τη στιγμή. Θα τον κάνει όμως μάλλον, όπως όλα δείχνουν, γιατί δεν μπορεί να τον αποφύγει, όπως έγινε στην περίπτωση της «παραίτησης» του Κώστα Ζουράρι από το υπουργείο Παιδείας.
Η θέση του υπουργού Οικονομίας δεν μπορεί να μείνει κενή, όπως και η θέση της αναπληρώτριας υπουργού Εργασίας μετά τις «παραιτήσεις» του ζεύγους Δημήτρη Παπαδημητρίου και Ράνιας Αντωνοπούλου με αφορμή της υπόθεση της επιδότησης του ενοικίου τους.
Έτσι, ο πρωθυπουργός αναγκάζεται να μπει σε μια «συζήτηση» που μάλλον ήθελε να την κάνει αργότερα και κυρίως με δική του πρωτοβουλία.
Σε κάθε αντίστοιχη περίπτωση τα σενάρια στα πολιτικά – δημοσιογραφικά γραφεία είναι πολλά. Οι συζητήσεις για αναβαθμίσεις, μετακινήσεις και νέες εισόδους δημιουργούν προσδοκίες σε πολλούς. Έτσι και τώρα. Πολλοί περιμένουν την αποπομπή από το κυβερνητικό σχήμα των κυρίων Γιάννη Μουζάλα (Μετανάστευσης), Παναγιώτη Κουρουμπλή (Ναυτιλίας), Λυδίας Κονιόρδου (Πολιτισμού), ίσως και Κώστα Φωτάκη (Παιδείας).
Φερόμενοι υποψήφιοι προς μετακίνηση ή αναβάθμιση είναι οι Νίκος Παππάς (Ψηφιακής Πολιτικής), Δημήτρης Βίτσας (Άμυνας), Νίκος Τόσκας (Προστασίας του Πολίτη), Στέργιος Πιτσιόρλας (Οικονομίας). Αυτό φυσικά θα δημιουργήσει κενές θέσεις που μπορεί να αναπληρώσουν κάποιοι εκ των Νίκου Φίλη, Νίκου Ξυδάκη, Κώστα Ζαχαριάδη ή και άλλων.
Τα ράσα δεν κάνουν τον παπά
Προφανώς τα πρόσωπα του υπουργικού συμβουλίου σε μια κυβέρνηση έχουν τη δική τους ξεχωριστή σημασία, αλλά τελικά αυτό που κρίνεται είναι το σύνολο του κυβερνητικού έργου στις κεντρικές επιλογές και ο ίδιος ο πρωθυπουργός που έχει την τελική ευθύνη τόσο για τα πρόσωπα όσο και για το σύνολο του παραγόμενου έργου.
Έτσι, ανεξαρτήτως των τελικών επιλογών και των ενδεχόμενων εκπλήξεων η ουσία δεν αλλάζει. Ο Αλέξης Τσίπρας έχει μπροστά του αυτή τη στιγμή κορυφαία ζητήματα που πρέπει να επιλυθούν στην οικονομία, στα εθνικά θέματα και σε θεσμικά ζητήματα.
Ελληνοτουρκικά
Τα ελληνοτουρκικά, βρίσκονται σε μια εξαιρετικά κρίσιμη καμπή, καθώς η ρητορική και η προκλητικότητα του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δημιουργούν εξαιρετική αστάθεια στο Αιγαίο και μάλιστα σε μια χρονιά που όλοι περιμένουν νέο ρεκόρ προσέλευσης τουριστών, σε ένα εθνικό προϊόν που στηρίζει την ασταθή οικονομία της χώρας.
Ο πρωθυπουργός επιχειρεί να μετατρέψει το πρόβλημα από διμερές σε ευρωπαϊκό και να υποχρεώσει την Τουρκία να ρίξει τους τόνους και με την παρέμβαση των Ηνωμένων Πολιτειών.
Σκοπιανό
Στο Σκοπιανό, η κυβέρνηση, θέλει να πιστεύει ότι –παρά τις αντιδράσεις, τα συλλαλητήρια και τις δημοσκοπήσεις- μπορεί να ελέγξει το «παιχνίδι» και να προχωρήσει σε μια τελική συμφωνία, όπως έχει υποσχεθεί και σε αμερικανούς και ευρωπαίους που καίγονται για τη λύση του χρονίζοντος ζητήματος. Στο τέλος, στο Μαξίμου εκτιμούν πως στη χειρότερη περίπτωση μπορούν να παγώσουν το θέμα επιχειρώντας να ρίξουν την ευθύνη εξ’ ολοκλήρου στη γειτονική χώρα, που δεν φαίνεται διατεθειμένη να αλλάξει το σύνταγμά της.
Υπόθεση Novartis
Στην υπόθεση της Novartis που θεωρητικά δίνει ένα πλεονέκτημα στην κυβέρνηση κανείς δεν γνωρίζει ποια θα είναι η κατάληξη. Αν δηλαδή θα μετατραπεί σε ένα τεράστιο φιάσκο, σε περίπτωση που δεν προσκομιστούν απτά στοιχεία, με αποδείξεις και συγκεκριμένους λογαριασμούς. Η «λύση» της επιστροφής στη Δικαιοσύνη είναι μια μεσοβέζικη λύση που ναι μεν θα κρατάει σε θεωρητική «ομηρία» προβεβλημένα στελέχη της αντιπολίτευσης, αλλά ταυτοχρόνως θα δημιουργήσει προβλήματα και στο κυβερνητικό στρατόπεδο που θα κατηγορείται για διώξεις πολιτικών αντιπάλων με στόχο μικροπολιτικά οφέλη, αν τελικά υπάρξουν τέτοια.
Οικονομία
Τέλος, στην οικονομία τα προβλήματα είναι εξαιρετικά σύνθετα. Όπως όλα δείχνουν, η επόμενη -τέταρτη- αξιολόγηση εύκολα ή δύσκολα θα κλείσει τελικά καθώς οι εταίροι και δανειστές μας θέλουν να τελειώνουν με τα μνημόνια, τουλάχιστον στη σημερινή τους μορφή. Αυτό δε σημαίνει φυσικά ότι θα μας αφήσουν σε ησυχία, χωρίς έλεγχο, την επόμενη ημέρα.
Το ζήτημα είναι λοιπόν τι θα γίνει μετά. Θα βγει η χώρα στις αγορές; Θα υπάρχει προληπτική γραμμή στήριξης; Θα υπάρχουν χρήματα για την κάλυψη των δανειακών αναγκών της χώρας μετά τον Αύγουστο του 2018. Θα υπάρξει ρύθμιση για το χρέος, χωρίς νέα επώδυνα μέτρα για τον ελληνικό λαό;
Ποια θα είναι η στάση που θα κρατήσει η νέα γερμανική κυβέρνηση; Τι θα αποφασίσει ο Μάριο Ντράγκι από τον οποίο εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό η επόμενη μέρα στην Ελλάδα καθώς ελέγχει ουσιαστικά τις ελληνικές τράπεζες μέσω της ρευστότητας τους και των κόκκινων δανείων τους;
Όλα είναι ανοιχτά και όποιος ισχυριστεί ότι γνωρίζει τι θα γίνει, της κυβέρνησης συμπεριλαμβανόμενης είτε λέει ψέματα είτε προβάλει τις επιθυμίες του ως γεγονότα.
Τέλος, πάντα μπορεί να υπάρξει ένας αστάθμητος παράγοντας όπως για παράδειγμα αυτός που προέκυψε με τα επιδόματα ενοικίου των υπουργών που μπορεί να βαρύνει το κλίμα και να προκαλέσει εξελίξεις.
Το παιχνίδι είναι ανοιχτό αλλά η κλεψύδρα της κυβέρνησης αδειάζει.