Γράφει ο Ζαχαρίας Λουδάρος
Μια φορά κι έναν καιρό υπήρχε ένας τόπος κάτω από το ήλιο που πρόκοβε πολύ. Οι άρχοντές του – γιατί από κει ξεκινάνε όλα – γνώριζαν το μυστικό του Δισκοπότηρου. Κατά την παράδοση ήταν το Δισκοπότηρο, με το οποίο ο Χριστός, κατά το Μυστικό Δείπνο, έδωσε στους μαθητές να πιούν το κρασί της Διαθήκης του. Οπότε ήταν το κέντρο της ζωής της χώρας, αν και κρατιόταν σαν επτασφράγιστο μυστικό.
Όμως με το πέρασμα του χρόνου το μυστικό ξεχάστηκε, το πλάκωσε η λήθη. Αλλά η λήθη για τα θεμελιώδη έχει πάντα κακές συνέπειες, όσο κι αν αυτό προκαλεί τον εγωκεντρικό μοντερνισμό μας που παίζει την “τυφλόμυγα” μπροστά στην παρακμιακή ισοπεδοποίηση. Να όμως που η αλήθεια πάντα μπαίνει σε κίνηση και αποδίδει δικαιοσύνη.
Οι άρχοντες λοιπόν αρρώστησαν. Μαζί τους αρρώστησε και ολόκληρη η χώρα. Παλάτια κατέρρεαν, κήποι ξηραίνονταν, φτώχεια και πείνα απλώνονταν σαν μαύρο σύννεφο πάνω από τον τόπο. Πολλοί γιατροί προσπαθούσαν να γιατρέψουν τους άρχοντες, χωρίς όμως αποτέλεσμα.
Οι “ανώτερες τάξεις” πηγαινοέρχονταν στο παλάτι, ζητώντας να μάθουν όσα περισσότερα μπορούσαν για την κατάσταση της υγείας του Μεγάλου Άρχοντα για να ξέρουν και πως θα “τοποθετηθούν”. Η απελπισία σκέπαζε τη χώρα. “Η απελπισία είναι ασθένεια προς θάνατο”, όπως γνωμάτευσε ευφυώς ο Κίρκεγκωρ, προειδοποιώντας ταυτόχρονα πως “το πεθαίνω από απελπισία μετατρέπεται σταθερά σε ένα ζην.”.
Στο παραμύθι όμως, ένας άσημος, φτωχός ιππότης, αγνοούσε την εθιμοτυπία της “αυλής”, οπότε παραμερίζoντας τους “Gatekeepers” , βγήκε και φώναξε ξαφνικά το αδιανόητο: “Που είναι το Δισκοπότηρο;”.
Μόλις ακούστηκε η φράση για το μυστικό που είχε πέσει στη λήθη και ήταν ο πυρήνας του πολιτικού, κοινωνικού και οικονομικού “DNA” της χώρας, αμέσως ο Μεγάλος Άρχοντας, σηκώθηκε από το κρεβάτι της αρρώστιας, οι ποταμοί και οι πηγές άρχισαν να ρέουν, η βλάστηση επανήλθε και το ερειπωμένο παλάτι ξανάρχισε να λάμπει.
Έτσι είναι η αλήθεια των παραμυθιών, σαν ψέμα. Μια φράση αποδείχθηκε ικανή να αναστήσει κοινωνία και φύση. Αλλά μια φράση για την ουσία που εκφεύγει των ιστορικών συγκυρίων. Μια φράση για το παραπάνω από “γαμήσι και δουλειά” στο οποίο εκπίπτει η ύπαρξη, λησμονώντας τις πραγματικές ρίζες του δέντρου της ζωής. Μια φράση για να αναζωπυρώσει ένα σβησμένο αίσθημα και να ανορθώσει μια θολωμένη επίγνωση.
Ας πάρουμε προσωπικά αυτό το παραμύθι. Ας δούμε τι συμβαίνει στο “βασίλειο” του καθενός μας τώρα που μένουμε σπίτι και ποιο μυστικό είναι αυτό που θάψαμε αλλά είναι κατεπείγουσα ανάγκη να θυμηθούμε, καθώς το σκοτάδι απλώνεται. Στο ζωολογικό κήπο του Βερολίνου αποφάσισαν για οικονομικούς λόγους να θανατώσουν τα μισά ζώα και να τα ταΐσουν στα άλλα μισά. Είναι μόνον η αρχή της δυστοπίας. Η στιγμή που ζούμε είναι όσο ακραία οριακή περιγράφεται στην εναρκτήρια ατάκα της ταινίας “Πλατφόρμα” του Netflix: “Υπάρχουν τρία είδη ανθρώπων. Αυτοί που είναι πάνω, αυτοί που είναι κάτω και αυτοί που πέφτουν.”.
Υπάρχουν όμως και καλά νέα. Ο Χριστός Ανέστη και είναι μαζί μας!
ΥΓ: Το άρθρο είναι αφιερωμένο στη μνήμη του καλού φίλου και συναδέλφου Ρίζου Ψύλλου που έφυγε M. Πέμπτη στα 54 χρόνια του, “επί ξύλου κρεμάμενος”, σε μια αγορά χωρίς ηθική. Καλό ταξίδι, “αλήτρα”!