Εδώ και αρκετούς μήνες, αλλά ειδικά τις τελευταίες εβδομάδες ζήσαμε μία άνευ προηγουμένου τουρκική επιθετικότητα, με ξεκάθαρη αμφισβήτηση της εθνικής κυριαρχίας της Ελλάδας από το καθεστώς Ερντογάν.
Ταυτόχρονα, το τελευταίο δεκαήμερο διαπιστώνεται μια σαφής στροφή στη διπλωματική στήριξη της Ελλάδας, τόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στην οποία πρωτοστατεί σαφώς η Γαλλία και ο Πρόεδρός της, Εμμανουέλ Μακρόν, αλλά από τις Ηνωμένες Πολιτείες, με ενεργό συμμετοχή του Αμερικανού Υπουργού Εξωτερικών, Μάϊκ Πομπέο, στην ένταση με την Τουρκία, αλλά και στην Κύπρο.
Του Δημήτρη Γ. Απόκη*
Αυτό με μια πρώτη ματιά, είναι θετικό για την Ελλάδα και την Κύπρο, αλλά την ίδια στιγμή είναι πολύ πιθανόν να εγκυμονεί σοβαρότατες παγίδες για τη χώρα μας.
Η εξαιρετικά εύστοχη στρατηγική της σταθερής προσήλωσης της Ελλάδας στην επίκληση του Διεθνούς Δικαίου και του ειρηνικού διαλόγου μετά από ολοκληρωτική διακοπή των προκλήσεων και της επιθετικότητας της Τουρκίας, την οποία εφάρμοσε από την πρώτη στιγμή και συνεχίζει να εφαρμόζει ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, φαίνεται να αποδίδει καρπούς, όσο αφορά τις φραστικές, μέχρι στιγμής, καταδικαστικές δηλώσεις και προειδοποιήσεις του διεθνή παράγοντα (ΕΕ και ΗΠΑ), αλλά την ίδια στιγμή δεν μπορεί παρά να προκαλεί ανησυχία το γεγονός ότι όλοι βιάζονται να καλωσορίσουν, ως θετική το ξεκάθαρα εσκεμμένο και προσεκτικά μελετημένο μορατόριουμ της επιθετικότητας του απολυταρχικού καθεστώτος Ερντογάν, και της ξαφνικής διάθεσης να δώσει ευκαιρία στις διαπραγματεύσεις.
Η Γερμανία και η Καγκελάριος Μέρκελ, που αυτό το κρίσιμο εξάμηνο κατέχουν και την Προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εμπλέκονται, όπως όλα δείχνουν, έντονα σε παρασκηνιακές διαβουλεύσεις με την Αθήνα, την Άγκυρα και τη Λευκωσία, έτσι ώστε ή δυνατόν να ξεκινήσουν διερευνητικές επαφές μεταξύ των πλευρών, πριν από την κρίσιμη Σύνοδο Κορυφής στο τέλος της εβδομάδας, έτσι να ξεπεραστεί η στενωπός της επιβολής κυρώσεων εναντίον της Τουρκίας, κάτι το οποίο, να μην κρυβόμαστε, επιθυμεί διακαώς στο βάθος το Βερολίνο. Άσχετα από το εάν μια επιβολή σημαντικών οικονομικών κυρώσεων από την ΕΕ και από τις ΗΠΑ εναντίον της Τουρκίας θα γονάτιζε το καθεστώς Ερντογάν, δίνοντας στον αμετροεπή και εξαιρετικά επικίνδυνο ηγέτη της Τουρκίας ένα ηχηρό ράπισμα που θα του έκοβε τον αμανέ.
Είναι εξαιρετικά σημαντικό να επισημανθεί, ότι σε ανύποπτο χρόνο ο εξαιρετικά δραστήριος στο μέτωπο των ελληνοτουρκικών και της Κύπρου, Αμερικανός ΥΠΕΞ, Μάϊκ Πομπέο, έχει εκφράσει δημόσια την αμέριστη στήριξη της Ουάσιγκτον, στην προσπάθεια του Βερολίνου, όσο αφορά το πολιτικό κομμάτι των προσπαθειών για την επίλυση με ειρηνικά μέσα των διαφορών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, αλλά και της προσπάθειας που βρίσκεται σε εξέλιξη στο εσωτερικό του ΝΑΤΟ, όσο αφορά το στρατιωτικό σκέλος.
Επίσης, δεν είναι τυχαίο, ότι πιο μετριοπαθή είναι τα μηνύματα που εκπέμπει τις τελευταίες ώρες το Παρίσι, προς την πλευρά της Τουρκίας.
Θα ήθελα εδώ να υπενθυμίσω ότι εδώ και δεκαετίες αποτελεί πάγια θέση των ΗΠΑ, η μέσω διαλόγου επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών. Την άποψη αυτή ενστερνίζονται παραδοσιακά και οι μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, Παρίσι και Λονδίνο. Καλό είναι λοιπόν να μην ξεχνιόμαστε.
Στο ΝΑΤΟ, πηγή με άριστη γνώση των διεργασιών στο εσωτερικό της Συμμαχίας, με ενημερώνει ότι υπάρχει συνεχής προσπάθεια να στριμωχτεί η Ελλάδα σε ένα διάλογο.
Ασχέτως λοιπόν από το θετικό του γεγονότος ότι έχουν πέσει οι τόνοι τα τελευταία εικοσιτετράωρα, και του ότι ο Ερντογάν απέσυρε το Όρους Ρέϊς, και έγινε ξαφνικά μεγάλος θιασώτης της διπλωματίας, οι διεργασίες είναι πονηρές και ενέχουν σοβαρό κίνδυνο.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ειρηνική επίλυση των διαφορών και ο διάλογος είναι η ενδεδειγμένη λύση και όχι μια στρατιωτική σύγκρουση. Παρόλα αυτά, έχει έλθει η ώρα, να γίνει δημόσια και με λεπτομέρεια σαφές γιατί είδους διάλογο μιλάμε και κυρίως ποια είναι τα θέματα που θα συμπεριλαμβάνονται σε αυτό τον διάλογο.
Η Τουρκία έχει κάνει απόλυτα σαφές ότι δεν μιλά μόνο για οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και θαλασσίων ζωνών, ως θέματα της ατζέντας ενός διαλόγου με την Ελλάδα, και ότι στο θέμα των ενεργειακών πόρων της Κύπρου θέλει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και το ψευδοκράτος.
Εμείς λοιπόν πρέπει να ξεκαθαρίσουμε προς όλους ποια είναι η ατζέντα ενός πιθανού διαλόγου, και κυρίως ποιες είναι οι κόκκινες γραμμές. Και αυτό πρέπει να το διαμηνύσει δημόσια και με σαφήνεια ο Πρωθυπουργός και η κυβέρνηση, δημόσια, προς το διεθνή παράγοντα και τους συμμάχους, αλλά και στο εσωτερικό για να ενημερωθεί και να το εμπεδώσει η ελληνική κοινωνία.
Σε κάθε άλλη περίπτωση και με οποιαδήποτε άλλη ατζέντα, πλην οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας και θαλασσίων ζωνών, ένας διάλογος με την Τουρκία όχι μόνο δεν θα ήταν χρήσιμος, αλλά θα ήταν επικίνδυνος και επιζήμιος για τα εθνικά συμφέροντα, την εθνική κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα της πατρίδας μας.
Καλός λοιπόν ο διάλογος με την Τουρκία, αλλά δεν θα πρέπει να αποτελεί πανάκεια.
*Ο Δημήτρης Απόκης, είναι Διεθνολόγος και Δημοσιογράφος, Απόφοιτος του The Paul H. Nitze, School of International Studies, The Johns Hopkins University, μέλος τουThe InternationalInstitute of Strategic Studies, και διετέλεσε επί σειρά ετών, διαπιστευμένος ανταποκριτής στο Λευκό Οίκο, το Στέητ Ντιπάρτμεντ, και το Πεντάγωνο, στην Ουάσιγκτον.
Πηγή: www.thepresident.gr